Το στοίχημα της ανάπτυξης μπορεί να κερδηθεί

Της Λούκας Κατσέλη

Πίσω από την οσκαρική επιτυχία The Artist βρίσκεται ένα έξυπνα οργανωμένο και βιώσιμο σύστημα που στηρίζει με κεφάλαια τις κινηματογραφικές παραγωγές στη Γαλλία. Οι τηλεοπτικοί όμιλοι επενδύουν υποχρεωτικά ένα μέρος των εσόδων τους σε εγχώριες κινηματογραφικές παραγωγές που οι ίδιες επιλέγουν, αποκτώντας αποκλειστικά δικαιώματα προβολής των ταινιών, όχι όμως και συμμετοχή στα κέρδη που αυτές παράγουν, ενώ ταυτόχρονα, οι φόροι από τις πωλήσεις εισιτηρίων των κινηματογράφων διοχετεύονται, μέσω του Εθνικού Κέντρου .........
Κινηματογράφου, σε ποιοτικές κινηματογραφικές παραγωγές. Αποτέλεσμα, η εγχώρια βιομηχανία κινηματογράφου στη Γαλλία να στηρίζεται με 1 δισεκ. ευρώ ετησίως, να αποτελεί τη μεγαλύτερη αγορά στην Ευρώπη και  τον δεύτερο μεγαλύτερο εξαγωγικό κλάδο παγκοσμίως.

Το παράδειγμα της Γαλλίας αποδεικνύει ότι το στοίχημα της ανάπτυξης μπορεί να κερδηθεί μόνο αν αποφασίσουμε εμείς να το πετύχουμε. Ούτε η έλλειψη κεφαλαίων, ούτε η έλλειψη ανθρώπων είναι το πρόβλημα. Ούτε η ανάπτυξη μπορεί να είναι ξεκομμένη από τη συνολική οικονομική πολιτική. Η μονοδιάστατη πολιτική λιτότητας, που σήμερα εμφανίζεται ως «μονόδρομος», δήθεν για τη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας, όχι μόνο δεν σταθεροποιεί την οικονομία, αλλά βαθαίνει την ύφεση. Απομακρύνει την πολυπόθητη ανάπτυξη καθώς ο τωρινός και μελλοντικός τζίρος της αγοράς αποτελεί σημαντικό προσδιοριστικό παράγοντα επενδύσεων για κάθε επιχειρηματία. Το ίδιο και η ρευστότητα, τα γραφειοκρατικά εμπόδια, το φορολογικό και ρυθμιστικό περιβάλλον. Το στοίχημα της ανάπτυξης, επομένως, δεν κερδίζεται με ευχολόγια ή με  προχειροσχεδιασμένες μεταρρυθμίσεις. Μπορεί να κερδηθεί μόνο αν υπάρξει αυστηρή ιεράρχηση προτεραιοτήτων, επιχειρησιακό σχέδιο, αποφασιστικότητα και σωστή οργάνωση. Κάτω από τις σημερινές συνθήκες, τέσσερεις είναι οι άμεσες προτεραιότητες:

Πρώτον, η ριζική απλοποίηση του θεσμικού πλαισίου για την αδειοδότηση επενδύσεων. Μπορεί να γίνει μια πραγματική υπηρεσία μίας στάσης (π.χ. το Invest in Greece) η οποία  θα παραλαμβάνει τον φάκελο της επένδυσης και θα έχει την υποχρέωση, για λογαριασμό του επενδυτή, να  διεκπεραιώνει όλες τις αδειοδοτικές και εγκριτικές διαδικασίες εντός προκαθορισμένου χρονικού διαστήματος. Αυτό προϋποθέτει τον αποκλειστικό ορισμό ενός και μόνο προσώπου σε κάθε εμπλεκόμενη υπηρεσία υπεύθυνου για τα αιτήματα αδειοδότησης. Ο επενδυτής θα απαλλάσσεται από τον κυκεώνα της γραφειοκρατίας και της εμπλοκής με δεκάδες υπηρεσίες και θα παραλαμβάνει στο τέλος από την υπηρεσία αυτή την άδεια πραγματοποίησης της επένδυσής του. Οι δημόσιοι υπάλληλοι που είτε καθυστερούν να χορηγούν απαραίτητες βεβαιώσεις, είτε εκδίδουν πλημμελώς αιτιολογημένες απορριπτικές αποφάσεις θα πρέπει να έχουν αστική ευθύνη έναντι του επενδυτή και να βαρύνονται με πειθαρχικές κυρώσεις.    

Δεύτερον, παροχή ρευστότητας στην πραγματική οικονομία. Τεράστια κεφάλαια που σήμερα βρίσκονται εκτός τραπεζικού συστήματος, μπορούν να επιστρέψουν για τη χρηματοδότηση συγκεκριμένων επενδυτικών έργων ή έργων υποδομών μέσω έκδοσης ειδικού ομολόγου από την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων, η οποία διαθέτει υψηλή πιστοληπτική ικανότητα. Ανάλογη προσπάθεια προσέλκυσης κεφαλαίων μπορεί να γίνει και με την έκδοση ομολόγου διασποράς. Ταυτόχρονα, η ίδρυση Τράπεζας Ανάπτυξης, κατά τα πρότυπα της γερμανικής KfW, η οποία να μπορεί να χρηματοδοτεί και να παρέχει εγγυήσεις προς επιχειρήσεις για σημαντικές παραγωγικές επενδύσεις και έργα υποδομής, πρέπει να προχωρήσει το ταχύτερο δυνατό. Παρ’ όλη τη προχωρημένη προεργασία που είχε γίνει από τα μέσα του 2010 τόσο με την KfW όσο και με την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων, το όλο εγχείρημα έχει «βαλτώσει» αδικαιολόγητα.

Τρίτον, ενεργοποίηση των Ταμείων ανακυκλούμενων κεφαλαίων για ταχύτερη απορρόφηση κοινοτικών πόρων και αποτελεσματικότερη διοχέτευση στους ωφελούμενους. Το Εθνικό Ταμείο Επιχειρηματικότητας & Ανάπτυξης (ΕΤΕΑΝ) παραμένει σχεδόν ανενεργό, η σύσταση του Ταμείου Κοινωνικής Οικονομίας, που θα μπορούσε να παρέχει μικροπιστώσεις και εγγυήσεις σε επιχειρήσεις κοινωνικής οικονομίας, βρίσκεται ακόμα στα «χαρτιά», ενώ το Ταμείο Κεφαλαίου JESSICA, που θα έπρεπε να αποτελεί τη «ναυαρχίδα» έργων αστικής ανάπτυξης (αποκατάσταση «ιστορικών» κτηρίων, χώροι πράσινου, διαμόρφωση υποδομών δρόμων, δράσεις οικολογικής καινοτομίας και ανάπτυξης τοπικής καινοτομίας κλπ.) με συμπράξεις δημόσιου-ιδιωτικού τομέα στην Περιφέρεια και το κέντρο, ενεργοποιείται με πολύ χαμηλούς ρυθμούς.

Τέταρτον, δημιουργία ενός Ευρωπαϊκού μηχανισμού παροχής εγγυήσεων απ’ ευθείας προς μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Σήμερα, ακόμα και υγιείς επιχειρήσεις δεν μπορούν να πάρουν εγγυητικές επιστολές από τις τράπεζες. Εγγυοδοτικά προγράμματα τύπου ΤΕΜΠΜΕ «κολλάνε» στις τράπεζες, οι οποίες δεν δίνουν νέα δάνεια. Αυτή η στρέβλωση μπορεί να αντιμετωπισθεί παρακάμπτοντας το Ελληνικό τραπεζικό σύστημα και διοχετεύοντας εγγυήσεις ή εγγυητικές επιστολές, μέσω «οχημάτων» ειδικού σκοπού και με την εγγύηση αξιόπιστου διεθνούς χρηματοπιστωτικού οργανισμού, απ’ ευθείας προς μικρομεσαίες επιχειρήσεις - εξαγωγικές, του πρωτογενούς τομέα, υψηλής τεχνολογίας και καινοτομίας – οι οποίες ενώ είναι δυναμικές και μπορούν να ανοιχθούν σε νέες αγορές, δεν έχουν πρόσβαση για στοιχειώδη τραπεζική χρηματοδότηση σε κεφάλαια κίνησης και επενδυτικά κεφάλαια. 

Η ανάπτυξη ούτε διατάσσεται, ούτε «αγοράζεται» από το εξωτερικό. Απαιτεί σχέδιο, οργάνωση και ικανούς ανθρώπους που θα ηγηθούν με όραμα και πρακτικό νου.