Το Δίλημμα: Αδεια ράφια ή άδειες τσέπες


Γράφει ο Αλέξανδρος Πιστοφίδης


«Ελευθερία σημαίνει ότι μπορείς να διαλέξεις εκείνο που επιθυμείς σε μια συγκεκριμένη στιγμή»
(Μαθήματα θαυμάτων


Αρχικά, για να πάρουν την ψήφο μας, μας είπαν, «λεφτά υπάρχουν», ενώ γνώριζαν πως δεν υπήρχαν.
Μετά μας έθεσαν το Δίλημμα, «αλλάζουμε (εννοώντας μόνο εμάς το λαό και το βιοτικό μας επίπεδο) «ή βουλιάζουμε» και μετά τα.............
άλλαξαν όλα, για εμάς μόνο, για να παραμείνουν για εκείνους όλα όπως ήταν πριν.
Μετά, για να μας τρομοκρατήσουν, μας έθεσαν μια σειρά από ψευτοδιλήμματα, για να κάνουν εν τέλει εκείνο, το οποίο, κατά την άποψή τους, θα έπρεπε να αποφύγουμε όπως ο διάβολος το λιβάνι.(βλέπε παράδοση στο μέχρι χθες επικατάρατο ΔΝΤ).
Τώρα μας θέτουν το νέο δίλημμα, «υπογραφή της δανειακής σύμβασης ή χρεοκοπία με άδεια ράφια στα σούπερ μάρκετ», αγνοώντας οι δόλιοι, πως για έναν που έχει άδειες τσέπες, το δίλημμα είναι ανούσιο. Σε μια αγοραία καταναλωτική κοινωνία, όπου ο πλούτος εμφανίζεται ως ένας τεράστιος σωρός από εμπορεύματα, «για να είσαι ελεύθερος», (όπως έλεγε ο Τσόρτσιλ για να κατακρίνει τον πρωτόγονο κομμουνισμό της αχρήματης κοινωνίας) «πρέπει να έχεις και μερικά λεφτά στην τσέπη». Το «άδεια ράφια», είναι μια εικασία την οποία αμφισβητούν πολλοί έγκριτοι επιστήμονες και θυμίζει σε πολλά τις ίδιες κραυγές των ίδιων ανθρώπων για την καταστροφή της Κύπρου αν δεν ψηφιζόταν το σχέδιο Ανάν (ευτυχώς που δεν ψηφίστηκε). Ενώ, αντιθέτως, το «άδειες τσέπες» είναι μια πραγματικότητα την οποία βιώνουν πλέον εκατομμύρια Ελληνες. Το «άδεια ράφια» το έχουν βιώσει όλες σχεδόν οι κοινωνίες και ίσχυε πάντοτε για μικρό χρονικό διάστημα. Οσο υπάρχουν λεφτά στις τσέπες δεν μπορεί να υπάρξουν άδεια ράφια για μεγάλο χρονικό διάστημα.
Πόσο ελεύθερος όμως, μπορεί να είναι ο πολίτης, ο οποίος βλέπει στις βιτρίνες τεράστιους σωρούς από εμπορεύματα και στις τηλεοράσεις μια τεράστια χλιδή απλησίαστη για τον ίδιο; Είναι τόσο ελεύθερος, όσο και ένας φτωχός υπήκοος την εποχή της φεουδαρχίας, που ζούσε με παραμύθια τύπου σταχτοπούτας και ένιωθε υπερήφανος, που οι άρχοντές του ζούσαν μέσα στη χλιδή. Εκεί θέλουν να μας οδηγήσουν και πιο κάτω, αφού ακόμη και στη φεουδαρχία ελάχιστοι ήταν οι πλούσιοι και οι υπήκοοι δεν είχαν ιδέα της χλιδής μέσα στην οποία ζούσαν, ούτε υπήρχαν βιτρίνες με άφθονα αγαθά που θα έκαναν τη φτώχεια ακόμα πιο αβάσταχτη, όπως σήμερα. Θέλουν να μας φέρουν στο σημείο να τσακωνόμαστε σαν τους δούλους, που διαπληκτίζονταν στην αγορά της Αθήνας για το ποιος δούλος έχει το πλουσιότερο αφεντικό. Υπάρχουν ήδη Ελληνες που στενοχωρήθηκαν γιατί στους 100 πλουσιότερους ευρωπαίους δεν είναι πλέον οι Κόκκαλης και Λάτσης. Μας πιάνει φρίκη όταν διαβάζουμε πως σε προηγούμενες απολυταρχικές κοινωνίες δεν επιτρεπόταν στους απλούς πολίτες να χρησιμοποιούν αγαθά που παρήγαγαν οι ίδιοι (μετάξι ή μάλλινα ρούχα από λάμα στους Ινκας) λες και στην ελεύθερη σύγχρονη αγορά δεν ισχύει το ίδιο ακριβώς. Σήμερα δεν σου απαγορεύεται τίποτα. Ο καθένας μπορεί να αγοράσει έναν πύργο στην Αγγλία ή ένα ιδιωτικό αεροπλάνο «για τις προσωπικές του ανάγκες». Με λίγα λόγια, θέλουν να μας οδηγήσουν σε μια νέο-φεουδαρχική κοινωνία σε συνθήκες, δήθεν ελευθερίας επιλογών.
Στο βιβλίο μου «Mακιαβέλι, Αλήθειες και Ψέματα των ηγετών»(Βλέπε εκδόσεις Προπομπός), έγραφα πριν έξι χρόνια, «ο Μακιαβέλι είναι σήμερα ιδιαίτερα επίκαιρος για πολλούς και διάφορους λόγους.
Εζησε σε μια μεταβατική εποχή αβεβαιότητας και ανασφάλειας, όπως είναι η σημερινή. Εζησε σε μια περίοδο όπου όλα ήταν ιδιωτικοποιημένα αφού ανήκαν σε λίγους φεουδάρχες. Όπως είναι γνωστόν, τρεις περίπου αιώνες αργότερα, με τις αστικές επαναστάσεις και την άνοδο του καπιταλισμού, συντελέσθηκε η μεγαλύτερη απαλλοτρίωση γης, από τα κράτη έθνη. Σήμερα, με τις τεράστιες ιδιωτικοποιήσεις, ακόμη και στην κομμουνιστική Κίνα, ξαναεπιστρέφουμε σε ιδιοκτησιακές σχέσεις παρόμοιες με τη φεουδαρχία. Αν δε συνεχισθεί ο υπερδανεισμός των μικρών νοικοκυριών, σε λίγα χρόνια ένα μεγάλο μέρος του πληθυσμού θα βρίσκεται σε συνεχή οικονομική εξάρτηση από τις τράπεζες, με υποθηκευμένες τις ιδιοκτησίες τους και τους αγρότες να δουλεύουν όπως οι δουλοπάροικοι του μεσαίωνα.
Εζησε σε μια εποχή, όπου η μετάβαση από μια κοινωνική τάξη σε μια άλλη ήταν σχεδόν αδύνατη. Μια παρόμοια κατάσταση αρχίζει να διαμορφώνεται και σήμερα μέσα από το εκπαιδευτικό σύστημα των δύο ταχυτήτων και το μαρασμό των μεσαίων αστικών στρωμάτων. Η δυσκολία ανόδου από μια κατώτερη κοινωνική τάξη σε μιαν ανώτερη ήταν το επαναλαμβανόμενο θέμα του στον Ηγεμόνα».
Αυτά τα έγραφα πριν έξι χρόνια, δίχως να είμαι σοφός και δίχως να έχω προφητικές ικανότητες, αφού ήταν γνωστές οι συζητήσεις για την καταστροφή της μεσαίας τάξης, που είχε ήδη αρχίσει στη Χιλή και στην Αργεντινή. Το επιχείρημα της οικονομικής ολιγαρχίας, πως, «η μεσαία αστική τάξη, η οποία συνέβαλε στην εδραίωση του καπιταλισμού και της δημοκρατίας δεν είναι απαραίτητη πλέον και κοστίζει πολύ στο σύστημα», υιοθετήθηκε ακόμα και από φιλελεύθερους φιλοσόφους όπως είναι ο καθηγητής Τζον Γκρέϊ της Οικονομικής Σχολής του Λονδίνου. Οποιος νομίζει πως η Δημοκρατία είναι ένα σίγουρο και αιώνιο κεκτημένο, θα πρέπει να μάθει από την πλάνη του Πλάτωνος, του Αριστοτέλη και Εγελου. Οι πρώτοι δύο πίστευαν πως η δουλεία είναι ένα αιώνιο φυσικό δίκαιο, που θα καταργηθεί μόνο αν οι μηχανές κάνουν όλες τις δουλειές και ο τελευταίος πίστευε πως το Πρωσικό Κράτος είναι η τέλεια μορφή οργάνωσης της κοινωνίας. Και δε συζητούμε πλέον για τον Φ. Φουκουγιάμα, που πίστευε πως το αμερικανικό μοντέλο οργάνωσης είναι το τέλειο σύστημα και το τέλος της ιστορίας.(σήμερα έχει αναιρέσει αυτή τη θέση του και προβλέπω σε λίγο να εμφανιστούν κινέζοι φουκουγιάμα)
Σε άρθρο του με τίτλο «οι στόχοι της Αμερικής» στους Financial Times, ο Mac G. Knox, έγραφε, πριν δέκα χρόνια, μεταξύ άλλων και τα εξής:« Οι Ευρωπαίοι ίσως θέλουν να πιστεύουν ότι μια μικρή ομάδα νεοσυντηρητικών μανιακών κρατούν όμηρο την αμερικανική πολιτική. Ισως να εκτιμούν ότι αργά ή γρήγορα θα θριαμβεύσει η ευρωπαϊκή σωφροσύνη περιορίζοντας την αμερικανική ισχύ. Αυτές όμως οι προσδοκίες είναι απατηλές. Οσοι θεωρούν τρομακτικό το μιλιταριστικό Ισλάμ, προφανώς δεν έχουν δει ποτέ μια μιλιταριστική δημοκρατία, η οποία εκκολάπτεται στο όνομα καταπολέμησης της τρομοκρατίας».