Το φανάρι θα φταίει κι εδώ …

 Γράφει ο Ευθύλογος
Πριν πολλά – πολλά χρόνια σε μια μακρινή χώρα της Ανατολής, κάποιος πλούσιος γέρος παντρεύτηκε μια όμορφη νέα. Πήγαν το βράδυ στην κρεβατοκάμαρα όπου ο σύζυγος σκέφτηκε να ανάψει ένα λαδοφάναρο για να δημιουργήσει περιβάλλον.  Επειδή δεν υπήρχε κάποιο κατάλληλο τραπεζάκι για να το ακουμπήσει, φώναξε τον πιστό του υπηρέτη, τον Αλή.
- Πήγαινε Αλή εκεί στη γωνία και κράτα το φανάρι, του είπε.
Ο υπηρέτης συμμορφώθηκε, στο δωμάτιο απλώθηκε ένα ερωτικό ημίφως και ο γέρος ξάπλωσε με τη σύζυγο στο κρεβάτι για τα «περαιτέρω».
Όταν τελείωσαν ( ή κατά τη γνώμη του ......
γέρου τελείωσαν) τα «περατέρω», ο γέρος ρώτησε τη νεαρή σύζυγο.
- Σου άρεσε αγάπη μου;
- Όχι, απάντησε χωρίς περιστροφές εκείνη.
Ο γέρος στράφηκε στον υπηρέτη και του είπε άγρια.
- Τράβα ρε βλάκα και φώναξε τον Μουχτάρ να έρθει μέσα.
Ήρθε ο Μουχτάρ και ο γέρος δείχνοντάς του άλλη γωνία του λέει:
- Πήγαινε σε εκείνη τη  γωνία και κράτα το φανάρι.
Πάλι προσπάθεια ο γέρος και πάλι η ίδια ερώτηση στη σύζυγο.
- Σου άρεσε αγάπη μου;
-Όχι δεν μου άρεσε, απάντησε πάλι η σύζυγος.
Γυρίζει ο γέρος και λέει άγρια στον δεύτερο υπηρέτη:
- Ξεκουμπίσου από ’δω άχρηστε και φώναξέ μου τον Χαμίτ.
Μόλις εμφανίστηκε ο Χαμίτ του έδωσε το φανάρι, και τον έστειλε σε άλλη γωνία του δωματίου να κρατήσει το φανάρι.
Ξανά στο κρεβάτι ο γέρος και μετά το πέρας της «διαδικασίας» η ίδια ερώτηση στη σύζυγο και ξανά η ίδια αρνητική απάντηση.
Τρέμοντας από θυμό ο σύζυγος γυρίζει στον Χαμίτ και του λέει.
 - Τσακίσου να βρεις τους άλλους δυο και τον Ομέρ και να ’ρθείτε γρήγορα εδώ.
Ήρθαν τρέμοντας από το φόβο όλοι τους και ο γέρος τους βάζει όρθιους στον τοίχο.
Ο ίδιος αρπάζει το φανάρι, πάει στην τέταρτη γωνία, το σηκώνει ψηλά και διατάζει τον Ομέρ να κάνει έρωτα με τη σύζυγό του.
Όταν τελείωσαν ρωτάει πάλι:
Τώρα σου άρεσε αγάπη μου; 
- Ναι, ναι πάρα πολύ. Απαντάει αναστενάζοντας εκείνη.
Γυρίζει τότε ο σύζυγος και λέει περήφανος στους τρεις υπηρέτες που έκπληκτοι παρακολουθούσαν.
- Καταλάβατε τώρα ηλίθιοι πως κρατάμε το φανάρι;
Κατά τη γνώμη του είχε βρει την αιτία . . .

Το παραπάνω το θυμάμαι σε τρεις περιπτώσεις.
Α) Όταν βλέπω προέδρους ποδοσφαιρικών ομάδων να αλλάζουν κάθε λίγο προπονητές επειδή η ομάδα «δεν τραβάει».
Β) Όταν βλέπω γονείς να αλλάζουν σχολείο και φροντιστήριο όταν τα παιδιά τους «δεν παίρνουν τα γράμματα».
Γ) Όταν βλέπω λαούς να αλλάζουν κυβερνήσεις πριν συμπληρώσουν την 4ετία επειδή «η οικονομία της χώρας πάει κατά διαόλου».
Όχι πως δεν χρειάζονται και κάποιες αλλαγές πότε – πότε αλλά δεν αποτελούν πανάκεια. Αλλού είναι συνήθως οι αιτίες.
Τι μπορεί να κάνει ο προπονητής όταν διάφοροι «παράγοντες» επεμβαίνουν κάθε τρεις και λίγο στο έργο του, όταν οι μισοί παίκτες είναι κουτσοί, όταν οι άλλοι μισοί είναι υπέρβαροι, όταν σε κάθε ήτα βρίσκουμε την ευκαιρία να τον λοιδορήσουμε;
Τι μπορούν να κάνουν οι δάσκαλοι όταν το παιδί δεν έχει διάθεση να μάθει, όταν δεν θέλει να διαβάσει, όταν αδυνατεί να καταλάβει, όταν κάθε μέρα ακούει στο σπίτι αρνητικές κριτικές για το δάσκαλο από εμάς τους γονείς που νομίζουμε ότι επειδή υπήρξαμε για κάμποσα χρόνια μαθητές, μπορούμε να κρίνουμε το έργο του δάσκαλου;
Τι μπορεί να κάνει μια κυβέρνηση όταν από την μεθεπομένη των εκλογών η αντιπολίτευση ξαναζητάει εκλογές, όταν κάθε λίγο κλείνουμε το κέντρο των πόλεων με πορείες, όταν η απεργίες νεκρώνουν τα πάντα, όταν οι οικονομικές μας απαιτήσεις υπερβαίνουν τις δυνατότητες του φορέα εργασίας, όταν όλοι προσπαθούμε όχι να εργαστούμε αλλά να «βολευτούμε», όταν εθελοτυφλούμε απέναντι στη σκληρή πραγματικότητα της παγκοσμιοποίησης, όταν πιστεύουμε ότι θα βρεθούν ανόητοι που θα επενδύσουν στην Ελλάδα ενώ μπορούν να επενδύσουν αλλού με το μισό εργατικό κόστος και με πολύ πιο πειθαρχημένο εργατικό δυναμικό, όταν εμείς ως επιχειρηματίες λειτουργούμε ανθελληνικά και μεταφέρουμε τις επιχειρήσεις μας εκεί που θα βρούμε το μικρότερο εργατικό κόστος,[1] όταν εμείς ως αγρότες εγκαταλείπουμε τις καλλιέργειες, όταν εμείς ως καταναλωτές προτιμούμε τα εισαγόμενα και όχι τα ελληνικά προϊόντα, όταν αντί να κοιτάξουμε πως θα βγούμε από το βούρκο, ψάχνουμε να βρούμε κι άλλους με παρεμφερή προβλήματα για να έχουμε παρέα, όταν δεν ντρεπόμαστε για το χάλι μας που καταντήσαμε επαίτες της Ευρώπης αλλά το μόνο που μας ενδιαφέρει είναι πως θα πάρουμε «τη δόση μας». (εννοώ την 6η δόση που δεν διαφέρει όμως πολύ από άλλου είδους «δόσεις» που μας ναρκώνουν και μας αποκοιμίζουν).
Τι θα έπρεπε να κάνουμε;
Α) Να μάθουμε να ψηφίζουμε. Όσο ψηφίζουμε με γνώμονα το ιδιοτελές συμφεροντάκι μας, τέτοιες κυβερνήσεις θα εκλέγουμε.
Β) Μόλις εκλεγεί μια κυβέρνηση, οφείλουμε να τη βοηθήσουμε ΟΛΟΙ να πετύχει στο έργο της. Αν δεν μας αρέσει, δεν την ψηφίζουμε την επόμενη 4ετία. Εμείς κατά κανόνα την υποσκάπτουμε από την πρώτη μέρα.
Γ) Πριν κάνουμε κριτική στην εκάστοτε κυβέρνηση, να κάνουμε κριτική στον εαυτούλη μας. Ανταποκρινόμαστε σωστά στις υποχρεώσεις μας; Εργαζόμαστε όσο πρέπει; (και λίγο παραπάνω μια και είμαστε σ’ αυτή την κατάσταση) Έχουμε τις απαραίτητες πληροφορίες για να διατυπώσουμε άποψη; Πολύ φοβούμαι ότι σε μεγάλο ποσοστό «έχουμε γνώμη χωρίς γνώση».[2]
Αν κάναμε τα παραπάνω θα είχαμε και το ηθικό δικαίωμα στο τέλος κάθε 4ετίας να απαιτήσουμε να συγκροτείται «ειδικό δικαστήριο» που θα έκρινε τον βίο και την πολιτεία αλλά και το «πόθεν έσχες» κάθε πολιτικού.
Και βέβαια την ποινή σε περίπτωση απάδουσας συμπεριφοράς θα την αποφασίζει σώμα ακομμάτιστων ενόρκων και όχι το κόμμα. Για να μην ξανακούσουμε εκείνα τα γελοία, «Θα διαγραφεί από το κόμμα» ή «θα είναι εκτός ψηφοδελτίου».  Υπάρχουν και βαρύτερες ποινές που να εγγίζουν το ένστικτο της αυτοσυντήρησης!

  *   *   *   *   *   *   *   *   *   *   *   *        

[1]  ο πρόεδρος του συνδέσμου Γερμανών βιομηχάνων Hans Peter - Keitel  απευθυνόμενος στους Έλληνες βιομήχανους είπε:
«Κανένας ξένος επενδυτής δεν θα μπει επικεφαλής στην Ελλάδα, όταν οι Έλληνες επενδυτές, ακολουθώντας την αντίθετη κατεύθυνση, εγκαταλείπουν τη χώρα. Εμείς είμαστε έτοιμοι, αλλά ζητάμε και από τους Έλληνες συναδέλφους να συμπεριφερθούν ως πατριώτες».
(εδώ)
Μάλλον δεν ένοιωσε ντροπή η μεγαλοαστική μας τάξη από αυτό το μάθημα πατριωτισμού. Είναι γνωστό άλλωστε ότι ελάχιστοι από αυτή την τάξη έχουν εθνική συνείδηση. Μήπως λοιπόν είναι καιρός εμείς οι μικροαστοί και προλετάριοι εκτός από την ταξική συνείδηση, να ενισχύσουμε και την εθνική μας συνείδηση υπερκαλύπτοντας έτσι το έλλειμμα που υπάρχει στους παραπάνω;  Άλλωστε αν βυθιστεί το καράβι ΕΜΕΙΣ θα πνιγούμε. Αυτοί δεν έχουν ανάγκη.  

[2] Τι ήξεραν από την οικονομική κατάσταση της χώρας οι μεγαλοσυνδικαλιστάδες κάποιων ΔΕΚΟ που στο παρελθόν αξίωναν (και δυστυχώς πετύχαιναν) για τους κλάδους τους αστρονομικές αμοιβές και σήμερα υποκρίνονται τους κοινωνικά ευαίσθητους;  Αν όντως είχαν κοινωνική ευαισθησία, θα ζητούσαν από καιρό να ελαττωθούν οι δικές τους αμοιβές. Αλλιώς δεν νομιμοποιούνται να υποδύονται τον Ρομπέν των Δασών.
Ευθύλογοςvacon28@gmail.com