Αγαπητέ Πρόεδρε

Γράφει ο Βασίλης Χασιώτης

Επιτρέψτε μου να κάνω κάποιες τοποθετήσεις στην εξαγγελία του κυβερνητικού σας προγράμματος για την έξοδο από τη Κρίση που κωδικοποιήθηκε ως «Ζάππειο 2».
 
Ορθώς θυμίσατε ότι ο χώρος που μιλήσατε είναι ο χώρος όπου 32 χρόνια πριν υπογράφονταν η «εκκίνηση» της Ευρωπαϊκής Πορείας της χώρας. Τότε, ήμουν κι εγώ, παρ’ ότι μη ψηφοφόρος της Νέας Δημοκρατίας που πράγματι επένδυα πολλά στη πολιτική διάσταση του ευρωπαϊκού εγχειρήματος. Τότε ήταν η «Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα». Μια κοινή αγορά, ήταν βέβαια κάτι το σημαντικό, αλλά γνωρίζετε ότι η φιλοσοφία του ευρωπαϊκού εγχειρήματος ήταν βαθιά πολιτική, στόχευε σε μια πολιτικά ενωμένη Ευρώπη. Η ενοποίηση των αγορών (που αργότερα ολοκληρώθηκε με τη νομισματική ενοποίηση) δεν ήταν παρά το προοίμιο της πολιτικής ένωσης, χωρίς την οποία η «κοινή» αγορά προοπτικά, δεν θα είχε και δεν έχει καμία ελπίδα. Αγαπητέ πρόεδρε, σήμερα πού.......
βρισκόμαστε; Πού βρίσκετε το ζήτημα της «Ευρωπαϊκής Πορείας»; Και ποια είναι σήμερα αυτή η «Ευρωπαϊκή Πορεία»; Μήπως οδεύουμε ολοταχώς προς μια αποσύνθεση εκείνων των αρχικών πολιτικών οραμάτων; Μήπως σήμερα αυτή η «Ευρωπαϊκή Πορεία», δεν είναι παρά η μετάλλαξη ενός μεγάλου πολιτικού οράματος σε ένα ευτελές αγοραίο ζήτημα, σε μια οικονομίστικη προσέγγιση; Αγαπητέ πρόεδρε, τα Μεγάλα Ζητήματα είναι πάντα πολιτικά, και έχουν το κακό συνήθειο να απαιτούν την ύπαρξη Μεγάλων Ηγετών προκειμένου να υλοποιηθούν, προκειμένου απλώς να μη λιμνάζουν και επομένως να μη μεταβάλλονται από λίμνη με πόσιμο νερό σε νερολακκούβες που όποιος πιει από εκεί κινδυνεύει σοβαρά η υγεία του.

Ορθώς ξεκινήσατε την ομιλία σας με την προ 32ετίας «εκκίνηση» της «Ευρωπαϊκής Πορείας» της χώρας. Για τη σημερινή μας κρίση, δεν φταίει βεβαίως η τότε ένταξή μας στην Ευρωπαϊκή Οικογένεια. Τότε… Διότι σήμερα, ένα μεγάλο ή σημαντικό έστω μέρος της δικής μας κρίσης, μπορεί να αποδοθεί χωρίς καμία αμφιβολία και στο πώς λειτουργεί σήμερα η Ευρώπη, μπορεί να αποδοθεί και στην γενικότερη αναποτελεσματικότητα της διαχείρισης των ευρωπαϊκών υποθέσεων στο μέτρο και το βαθμό που σχετίζονται με το κάθε κράτος μέλος, που κατ’ ουσίαν έχουν ανατεθεί εν λευκώ σε τεχνοκράτες, με τις πολιτικές ηγεσίες να έχουν μεταβληθεί σε όργανα τούτων των πολιτικά και κοινωνικά ανομιμοποίητων οργάνων.

Αν η ελληνική κρίση χρειάζεται ένα (προδήλως σουμπετεριανής ερμηνείας του καπιταλιστικού συστήματος) «δημιουργικό σοκ» για ν’ αναταχθεί η οικονομία, ένα παρόμοιο και πολύ ισχυρότερο «δημιουργικό σοκ» χρειάζεται η ίδια η Ευρώπη, και μάλιστα, οι μεγάλες της οικονομικές δυνάμεις (Γερμανία, Γαλλία κ.λπ.), προκειμένου τούτο το αγοραίο εξάμβλωμα του χωρίς πλέον περιστροφές λογιστικού προσανατολισμού του δούναι και λαβείν,  ώστε η Ευρώπη να επανέλθει το ταχύτερο στα πρωταρχικά της οράματα, και χωρίς άλλη καθυστέρηση, ν’ αποφασίσει αν πρόκειται να ολοκληρωθεί σε μια ενιαία πολιτική οντότητα ή θα παραμείνει ένας αγοραίος μηχανισμός, μιας κατ’ επίφαση ενιαίας οικονομίας και αγοράς, αλλά που ουσιαστικά, όλοι «καλού – κακού» δουλεύουν στη λογική των εθνικών ωφελημάτων.

Όχι ότι εμείς δεν φταίμε. Φταίμε και μάλιστα στο μεγαλύτερο βαθμό. Όμως, δεν πρέπει να ξεχνάμε να αποδίδουμε τις ευθύνες όπου πρέπει, και της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όντως της «πρέπει» μια τέτοια αναφορά, μια τέτοια υπενθύμιση. Άλλωστε, δεν πέρασε πολύς καιρός από τότε που κορυφαίοι αξιωματούχοι της Ευρωπαϊκής Ένωσης αποκάλυψαν το πόσο «οικείο» τους ήταν το ελληνικό πρόβλημα που όδευε σε μια μεγάλη κρίση, και παρόλα αυτά σιωπούσαν. Γιατί άραγε, αυτοί λαλίστατοι παράγοντες, που δεν χάνουν ευκαιρία να νουθετούν σιωπούσαν; Δεν είναι του παρόντος ν΄ ασχοληθώ με το ερώτημα…

Αγαπητέ πρόεδρε

Είπατε : «Σας κοιτώ στα μάτια και σας μιλώ με τη γλώσσα της Αλήθειας, όπως τη νιώθω. Και του Χρέους, όπως το αντιλαμβάνομαι». Θυμάμαι ότι αρκετοί πρώην πρωθυπουργοί, κυρίως όταν ήταν αρχηγοί της αξιωματικής αντιπολίτευσης, τούτο το θάρρος να μας κοιτάνε στα μάτια, το είχαν πει κι αυτοί. Και βεβαίως, στη πολιτική γλώσσα, ξέρετε πόσο υπερτονισμένα είναι τα ζητήματα της υπηρέτησης της Αλήθειας και του Χρέους.

Γενικά είμαι ένας άνθρωπος, «κατ’ αρχήν» καλόπιστος. Δεν απορρίπτω εύκολα κάποιον, αλλά όταν πεισθώ από τις πράξεις του ότι δεν αξίζει τη στήριξή μου, τότε κανένα πολιτικό ή άλλο «κώλυμα» δεν είναι ικανό από το να με αποτρέψει να τον απορρίψω έγκαιρα. Μάλιστα θεωρώ, πως το γεγονός ότι πολιτικά και κομματικά «κωλύματα» και κυρίως καθυστερημένες απορρίψεις, αποτελούν μερικές από τις σοβαρές αιτίες που αποτρέπουν από το να περιοριστεί έγκαιρα ένα πρόβλημα, και επομένως έγκαιρα να αντιμετωπιστεί. Ούτε έχω κωλύματα με τις κομματικές ταυτότητες και τις ιδεολογικές τοποθετήσεις. Διαβάζω και διάβασα χωρίς κανένα πρόβλημα το ίδιο τον Μαρξ και τον Άνταμ Σμιθ ή τον Κέυνς, βιβλία του Ανδρέα Παπανδρέου ή βιβλία του Τάκη Λαμπρία, την Αυγή και τη Καθημερινή, τον Ελεύθερο Τύπο και τον Ριζοσπάστη. Πρόβλημα έχω με τις «αγκυλώσεις». Για παράδειγμα, ποτέ μου δεν κατάλαβα γιατί ορισμένοι αναφερόμενοι π.χ. στη κομματική τους ταυτότητα και τις ιδεολογικοπολιτικές τους προτιμήσεις αναφέρουν ως θετικό το γεγονός ότι «από τη κούνια» τους ανήκουν εκεί που ανήκουν. Ειλικρινά, δεν ξέρουν πόσο θαυμαστός είναι ο κόσμος της ιδεολογικής περιπλάνησης. Ένα ταξίδι, μια Οδύσσεια, που μονάχα σαν το κάνεις θα μπορέσεις να καταλάβεις γιατί την αλήθεια, γιατί τη προσέγγιση στα πράγματα, μπορείς να την απεικονίσεις χρησιμοποιώντας όλα τα χρώματα της ίριδας, στη σωστή αναλογία κάθε φορά…

Έτσι λοιπόν, κι εσάς αγαπητέ πρόεδρε, σας αναγνωρίζω την καλή πρόθεση αλλά και το δικαίωμα, εφόσον έτσι θα κρίνει ο λαός, να δοκιμαστείτε. Τώρα βέβαια, κάποιος θα πει : και είναι κριτήριο η λαϊκή ψήφος, όταν με τόση μεγάλη επιμονή επιλέγει ακόμη και πρόσωπα και καταστάσεις που ο ίδιος ο λαός έχει συνδέσει με τα μεγάλα του προβλήματα; Το ερώτημα χρειάζεται τόσης μεγάλης έκτασης απάντηση που εδώ απλώς το θέτω αλλά δεν θα το απαντήσω, αν και ίσως το κάνω σε κάποιο άλλο άρθρο μου. Επίσης υπάρχει κι ένα άλλο ζήτημα : είπα το «δικαίωμά να δοκιμαστείτε» (εφόσον σας το επικυρώσει τούτο το δικαίωμα και ο λαός).  Κι αυτό είναι ένα τεράστιο ζήτημα, διότι ο λαός έχει ιδίαν πείραν από το τι σημαίνει κάποιοι να μαθαίνουν να διοικούν στου κασίδη του κεφάλι –και τελικά να αποδεικνύονται και ανεπίδεκτοι μαθήσεως, έστω κι έτσι. Πρόκειται για ιστορική παρατήρηση, χωρίς καμιά προσωπική αιχμή. Όπως ήδη είπα, εκ των προτέρων δεν απορρίπτω κανέναν, επομένως, και μέχρις ότου αποδειχτεί το αντίθετο, σας θεωρώ ικανό γι΄ αυτό που φαίνεται ότι κάποια στιγμή προορίζεστε να γίνετε : δηλαδή ο επόμενος πρωθυπουργός. Εκ των προτέρων π.χ., δεν είχα απορρίψει ούτε τον κ. Σημίτη, ούτε τον κ. Καραμανλή (τον νεώτερο), το αντίθετο μάλιστα : πίστευα (πριν γίνουν πρωθυπουργοί) ότι ίσως μπορούσαν να προσφέρουν θετική υπηρεσία στο τόπο. Όμως, και τους δύο τους απέρριψα έγκαιρα, χωρίς να περιμένω να δω τελειωμένο το κυβερνητικό τους έργο : και τούτο διότι, δεν χρειάζονταν να δω το τελικό οικοδόμημα, όταν έβλεπα ότι η βάση είχε τεθεί τελείως στραβά. Η βάση : ποια ήταν όμως αυτή η βάση στην οποία τόση σημασία έδινα; Ήταν οι άνθρωποι που έβλεπα ότι άρχισαν να συγκροτούν αυτό που λεγόταν «ομάδα διακυβέρνησης» και που επί Σημίτη ευαγγελίζονταν τον εκσυγχρονισμό και επί Καραμανλή την επανίδρυση του κράτος. Βλέποντας ποια ομάδα κατέβηκε για να αντιμετωπίσει την πανίσχυρη πρωταθλήτρια της Οπισθοδρόμησης και της Διαφθοράς, η οποία ξεκινώντας το ματς στο 10ο κι όλας λεπτό προηγούνταν 3-0 των αντιπάλων της, σηκώθηκα κι έφυγα απ’ το γήπεδο, μιας και δεν είχε νόημα να παρακολουθήσω ένα ματς με προδιαγραμμένο το αποτέλεσμα.

Αγαπητέ πρόεδρε

Δεν θα εστιάσω στα ειδικότερα μέτρα που εξαγγείλατε. Για μένα έχουν σημασία εκείνες οι δηλώσεις σας που προσδιορίζουν τη πολιτική πλευρά της κρίσης, που είναι και η καρδιά της. Έτσι λοιπόν, δήλωση που έχει μια τέτοια σημασία είναι η διαπίστωσή σας ότι «Ο λαός μας απαιτεί να δούμε την Ελλάδα από την αρχή. Απαιτεί τομές ριζοσπαστικές. Με νέο Σύνταγμα και νέους θεσμούς. Με νέο πολιτικό και δημόσιο ήθος. Απαιτεί να ξεκολλήσουμε, επιτέλους, απ’ αυτήν την εικόνα μιας τραυματισμένης Ελλάδας, μιας Ελλάδας της ανασφάλειας και του πανικού.»

Βεβαίως και συμφωνώ, αλλά πρέπει να ξεκαθαρίσουμε τι εννοούμε «απ’ την αρχή», τι εννοούμε «ριζοσπαστικό», «νέο πολιτικό και δημόσιο ήθος» (και «ύφος» θα πρόσθετα).

Ποια μπορεί να είναι αυτή η «αρχή» και μάλιστα «ριζοσπαστική», και μάλιστα δηλωτική της έλευσης ενός νέου «ήθους»; Ποιο μέτρο κυβερνητικής πολιτικής θα μπορούσε να αποτελέσει μια ένδειξη ότι χτίζουμε την Ελλάδα απ’ την αρχή;

Αγαπητέ πρόεδρε

Διάβασα με όση προσοχή μπορώ να διαθέτω, ολόκληρο το κείμενό σας. Έχοντας κάνει τόσο σοβαρές εξαγγελίες όπως οι αμέσως παραπάνω, έψαξα να βρω εκείνες τις τοποθετήσεις σας, που θα περιέγραφαν τις στρατηγικές και πολιτικές εκείνες που θα καθιστούσαν σαφείς τις παραπάνω θεμελιώδεις στρατηγικές στοχεύσεις : μια νέα αρχή που δηλώνει εξ ορισμού μια μεγάλη αλλαγή, ριζοσπαστισμός, ήθος. Ίσως να φταίει η εμβέλεια της αντίληψής μου, όμως, τέτοιες ad hoc προγραμματικού προσανατολισμού τοποθετήσεις δεν βρήκα.

Το φαινόμενο τούτο δεν είναι πρωτόγνωρο. Επικαλούμενος τη προσωπική επαγγελματική πείρα του καθενός που έχει στοιχειώδη επαφή μ’ αυτό που λέμε «προγραμματισμός» (στις ποικίλες του μορφές), μπορούμε να βεβαιώσουμε το πόσο συχνά, παράμετροι (κατά κανόνα ποιοτικοί και θεωρούμενοι –πολλές φορές λάθος- μη μετρήσιμοι) τέτοιοι όπως : το όραμα, η κουλτούρα, οι αξίες, η ηγεσία κ.λπ., αφού η σημασία τους εξαρθεί, πολύ γρήγορα μπαίνουν στην άκρη (ως δήθεν αυτονόητες καταστάσεις), χωρίς να καθορισθεί κανένα τακτικό και στρατηγικό πλάνο εξειδίκευσης, επιδίωξης και εφαρμογής τους, και από εκεί και πέρα αρχίζουμε να ασχολούμαστε με το σπορ της αριθμητικής ανάλυσης δεδομένων, με αποκορύφωμα το να καταλήγουμε σε δήθεν στρατηγικά συμπεράσματα (στην ουσία είναι αριθμητικά συμπεράσματα) και δήθεν στρατηγικούς στόχους (στην ουσία είναι απλοί αριθμητικοί στόχοι) με βάση αποκλειστικά και μόνο την ανάλυση αριθμών. Κι έπειτα, αφού σε μια μεταγενέστερη περίοδο απολογισμού ξαναδιαπιστώσουμε ότι δεν είχαμε όραμα, δεν είχαμε το κατάλληλο «κλίμα», την κατάλληλη επιχειρησιακή κουλτούρα, κ.λπ., λες και το όραμα, η κουλτούρα, το κλίμα, η ηγεσία κ.λπ. θα προέκυπταν ως αυτόματες καταστάσεις χωρίς να απαιτείται ένα εξίσου λεπτομερές και εξειδικευμένο στρατηγικό πρόγραμμα ειδικώς γι’ αυτά τα θέματα, ξαναβουτάμε στη θάλασσα των αριθμών παίζοντας συχνά κατά τρόπο ανούσιο μαζί τους.

Και φυσικά, πάντα αυτός ο πολυδιαφημισμένος «ανθρώπινος παράγων», το «ανθρωποκεντρικό μάνατζμεντ» (δεν γνωρίζουν οι δυστυχείς ότι υπάρχει ανθρωποκεντρική ηγεσία πρωτίστως και όχι ανθρωποκεντρικό μάνατζμεντ : υπάρχει σημαντική διαφορά), για το οποίο πολλοί μιλάνε αλλά πολλοί λίγοι έχει αποδεχτεί στη πράξη ότι είναι σε θέση να το εφαρμόσουν, ενώ αυτοί που σκοτώνουν τούτο τον «ανθρωποκεντρικό παράγοντα» είναι πολλοί περισσότεροι : τόσο σε επίπεδο μιας επιχείρησης όσο και σε επίπεδο ενός κράτους και μιας εθνικής οικονομίας.

Αγαπητέ πρόεδρε

Τα αμέσως παραπάνω, θέτουν το αμείλικτο ερώτημα με ποιους θα κυβερνήσετε. Δεν θέλω να μάθω ονόματα αν και το δικαιούμαι. Θέλω να μάθω ποια θα είναι τα κριτήρια με τα οποία θα στελεχώστε όχι μόνο τη κυβέρνησή σας μα και τον ευρύτερο δημόσιο τομέα, στο επίπεδο των διοικήσεών τους. διότι εδώ έχουμε ένα δεδομένο. Ότι σχεδόν στο σύνολό του το πολιτικό προσωπικό από το οποίο αντλούνται τα παραπάνω στελέχη, και ιδίως το αντίστοιχο κομματικό, στη συνείδηση του κόσμου είναι απαξιωμένο, κυρίως δε όσοι ήδη διαθέτουν προηγούμενη κυβερνητική θητεία και θητεία σε διοικήσεις του ευρύτερου δημόσιου τομέα. Έχω ξανατονίσει σε άρθρα μου, ότι είναι μεν άδικη η γενίκευση, αλλά πλέον ο κόσμος έχοντας τη διάθεση να συνταξιοδοτήσει στο σύνολό του το υπάρχον πολιτικό σύστημα, δεν λεπτολογεί προσπαθώντας να ξεχωρίσει ποιοι εκ των ασκησάντων ήδη διοίκηση, δεν έχουν ευθύνη για το σημερινό κατάντημα, εξόν κι αν αυτό πρόδηλα έχει χαραχθεί στη συνείδησή του από παλιά. Είναι ένα ζήτημα που είτε το θέτετε ως πρόβλημα είτε όχι, το πρόβλημα αυτό θα έρθει κάποια στιγμή να σας συναντήσει από μόνο του.

Αγαπητέ πρόεδρε

Θα ήθελα για το ζήτημα του «δημιουργικού σοκ» να πω δυο ακόμα κουβέντες. Είπατε στο λόγο σας : «Τι σημαίνει «Επανεκκίνηση»; Σημαίνει ότι η Ανάκαμψη δεν μπορεί να γίνει μόνη της, αυτόματα. Χρειάζεται ένα σοκ. Αυτό είναι η Επανεκκίνηση: Ένα δημιουργικό σοκ!» Και ακολούθως, αναπτύσσετε τα εφτά μέτρα πολιτικής σας τα οποία κατά την εκτίμησή σας, θα βοηθήσουν στην επανεκκίνηση.

Δεν θα τα επαναλάβω. Άλλωστε, χωρίς να διαφωνώ με ό,τι προτείνετε, θα μπορούσα να προσθέσω ακόμα μερικά μέτρα πολιτικής, αλλά, αυτά τα μέτρα, μπορείτε να τα χαρακτηρίσετε θετικά, σημαντικά, απαραίτητα, «δημιουργικά», αλλά μέτρα «σοκ» δεν είναι και πολύ περισσότερο δεν προσδιορίζουν ένα «σοκ δημιουργικό» (διότι λείπει, πολύ απλά, το ίδιο το «σοκ»).

Αγαπητέ πρόεδρε

Ο καιρός είναι μπροστά, και έχετε ίσως τον καιρό να προσθέσετε και το «σοκ» στα μέτρα που προτείνατε.

Τέτοια μέτρα «σοκ», που θα ήταν και δημιουργικά ταυτόχρονα διότι εκτός των όποιων οικονομικών τους ωφελειών θα πρόσφεραν στην επιδίωξη μιας νέας πολιτικής και οικονομικής κουλτούρας, θα μπορούσαν ενδεικτικά να είναι :

Το να θέσετε ως αδιαπραγμάτευτο στόχο κυβερνητικής πολιτικής ότι θα επανεξεταστούν σύμβαση προς σύμβαση όλα τα μεγάλα δημόσια έργα από τη μεταπολίτευση και δώθε, και για κάθε δραχμή, κάθε ευρώ που υπεξαιρέθηκε, κλάπηκε, ή όπως αλλιώς θέλετε πέστε το, θα απαιτηθεί και με κάθε τρόπο επιδιωχθεί η επιστροφή του εντόκως από κάθε εμπλεκόμενο ανεξαρτήτως του ποιος είναι και τι εκπροσωπεί (π.χ. όχι μόνο πολιτικοί).

Το να θέσετε ως αδιαπραγμάτευτο στόχο κυβερνητικής πολιτικής ότι θα επανεξεταστούν κονδύλι προς κονδύλι όλες οι εισροές κοινοτικών πόρων προς τη Χώρα από της εντάξεώς μας στην ΕΟΚ, και θα απαιτηθεί και με κάθε τρόπο επιδιωχθεί η επιστροφή εντόκως κάθε δόλιας διαχείρισης που θα εντοπισθεί από κάθε εμπλεκόμενο ανεξαρτήτως του ποιος είναι και τι εκπροσωπεί.

Το να θέσετε ως αδιαπραγμάτευτο στόχο κυβερνητικής πολιτικής ότι θα αξιώστε από την Ευρωπαϊκή Ένωση να αναγνωρίσει τα ελληνικά σύνορα ως σύνορα της Ευρώπης και να αναλάβει κατά την αναλογία που αρμόζει το κόστος της διαφύλαξης των συνόρων έναντι κρατών που δεν ανήκουν στην Ευρωπαϊκή Ένωση ή που απειλούν τα σύνορα αυτά.

Το να θέσετε ως αδιαπραγμάτευτο στόχο κυβερνητικής πολιτικής ότι θα αξιώστε από την Ευρωπαϊκή Ένωση να μειώσει το μη ιδιωτικό χρέος της χώρας, και αναλάβει την εξυπηρέτησή του έναντι των μη ιδιωτών δανειστών μας, κατά ένα εύλογο τμήμα που αντιστοιχεί στις δικές της βαριές αμέλειες σε ό,τι αφορά την υποχρέωση που είχε να παρακολουθεί τη πορεία του ελλείμματος και του χρέους, κάνοντας τους αναγκαίους ελέγχους, πολύ δε περισσότερο, όταν αποδεικνύεται ότι γνώριζε το πρόβλημα πολύ νωρίτερα από τότε που επισήμως «έσκασε» ως τέτοιο.

Το να θέσετε ως αδιαπραγμάτευτο στόχο κυβερνητικής πολιτικής ότι θα αξιώστε από την Ευρωπαϊκή Ένωση να αναλάβει μερίδιο του συνολικού κόστους που συνεπάγεται η λαθρομετανάστευση συνεπεία της αδυναμίας της Ευρώπης να φυλάσσει τα σύνορά της.

Το να θέσετε ως αδιαπραγμάτευτο στόχο κυβερνητικής πολιτικής ότι θα αξιώστε την πλήρη καταβολή των οφειλομένων πολεμικών αποζημιώσεων εντόκως από της δημιουργίας της σχετικής οφειλής.

Το να αναγγείλετε ότι θα καταργήσετε τη πολυθεσία στο Δημόσιο (στενότερο και ευρύτερο), για οποιονδήποτε λόγο (π.χ. καθηγητές ΑΕΙ και όχι μόνο), και ότι η συμμετοχή δημόσιων λειτουργών σε Επιτροπές του Δημοσίου είναι υποχρεωτική (όταν καλούνται να συμμετάσχουν) και άμισθη.

Το να εκλέγεται η ηγεσία των Ανωτάτων Δικαστηρίων της Χώρας απ’ ευθείας από τους δικαστές όλων των βαθμίδων και να μη διορίζονται απ’ τη Κυβέρνηση.

Τη συνταγματική αναθεώρηση του πολιτεύματος της Χώρας και τη μετατροπή της προεδρευομένης σε προεδρική δημοκρατία.

Την άμεση μείωση των βουλευτών από 300 σε 200 και την κατάργηση των θέσεων των αναπληρωτών υπουργών και υφυπουργών ως και της κατάληψης θέσεων γενικών γραμματέων από πολιτικά πρόσωπα (και την κατάληψή τους από εν ενεργεία ανώτατους δημόσιους υπαλλήλους).

Και φυσικά υπάρχουν κι άλλα σημαντικά θέματα που ήδη θίξατε, π.χ., το θέμα της εγκληματικότητας, αλλά, παραμένω σε ό,τι ήδη σημείωσα, μια και η έκταση που δόθηκε στο άρθρο κινδυνεύει να το καταστήσει μη αναγνώσιμο εξ αυτού και μόνο το λόγο.

Έτσι, θα κλείσω με τις δικές σας λέξεις και με κάποιες δικές μου προσθήκες :

Συμφωνώ με την κατακλείδα του λόγου σας : «Δεν υποστηρίζω ότι θα βγούμε από την κρίση χωρίς να βραχούμε. Σας υπόσχομαι, όμως ότι θα βγούμε…»

Θα συμφωνούσα όμως περισσότερο αν ήταν διατυπωμένη κάπως έτσι : «Δεν υποστηρίζω ότι θα βγούμε από την κρίση χωρίς να βραχούμε. Σας υπόσχομαι όμως, ότι θα βραχούν περισσότερο εκείνοι που έφταιξαν για τη κρίση και θα καταβάλω κάθε προσπάθεια να μη βραχεί καθόλου ή να βραχεί λιγότερο όποιος δεν έφταιξε…»

Και σε ό,τι δε αφορά την πρόσκλησή σας στο λαό : «Να είστε σίγουροι - και να μου έχετε εμπιστοσύνη!», εγώ θα την έθετα κάπως έτσι : «Να είστε σίγουροι –θα δώσω μάχη για να κατακτήσω την εμπιστοσύνη σας!»

Κατά τα λοιπά, ίσως μας δοθεί στη πορεία του χρόνου η ευκαιρία να επικοινωνήσουμε εκ νέου, όπως και σήμερα…