Θέλω δουλειά. Δε ζητάω τίποτα άλλο. Μόνο μια Δουλειά!!


Γράφει ο Αλέξανδρος Πιστοφίδης


«Ενας εργάτης ρωτήθηκε από το δικαστήριο αν ήθελε να χρησιμοποιήσει κοσμικό ή θρησκευτικό όρκο και απάντησε “ είμαι άνεργος” . Στη θέση που βρισκόταν τέτοιες ερωτήσεις δεν είχαν κανένα νόημα. Ισως και ολόκληρη η δίκη.»
                   (από “ιστορίες του κυρίου” Κ. του Μπρεχτ)



Πάνω από ένα χρόνο είχα ν’ ακούσω κάτι από εκείνον. Την τελευταία φορά που τον είχα δει, αποχωριστήκαμε ψιλοτσακωμένοι. Αιτία, ή καλύτερα, αφορμή στάθηκε μια συζήτηση γύρω από την ανεργία, και συγκεκριμένα, ένα απόσπασμα από ένα άρθρο του Α. Ανδριανόπουλου, που έγραφε:
«Η ταυτότητα της εποχής μας σημαδεύεται από την κυρίαρχη παρουσία του ρίσκου σε κάθε φάση της ζωής. Η αβεβαιότητα είναι η μόνη βεβαιότητα και οι πιθανότητες της επόμενης στιγμής είναι ένα παιχνίδι ρώσικης ρουλέτας. …Εφόσον λοιπόν αυτό θα είναι το μέλλον, καλό είναι να συνηθίσουμε να βλέπουμε την αβεβαιότητα σαν μια καθημερινή πλέον ρουτίνα .».  Η παραπάνω εκτίμηση-θέση του Α. Ανδριανόπουλου, εκ πρώτης όψεως δε φαίνεται και τόσο άσχημη, με την προϋπόθεση βέβαια ότι είσαι βολεμένος ή έχεις τη δυνατότητα  πολλαπλών εναλλακτικών επιλογών και.........
ο φίλος μου την είχε. Μέχρι τότε τουλάχιστον.
 Θυμάμαι πως του είχα πει, περίπου, πως «Οποιος δεν έχει νιώσει κάποια στιγμή στη ζωή του την αδυναμία…να μπορεί να πει  μ’ εμπιστοσύνη στον εαυτό του και στο παιδί του, τα κατάφερα, δεν μπορεί ποτέ να καταλάβει την απόγνωση του μακροχρόνια άνεργου πενηντάρη, που η μοναδική ιδιοκτησία του είναι τα χέρια του και το μυαλό του και ο οποίος διαισθάνεται πως δεν τα χρειάζεται κανείς πλέον». Ο φίλος εξακολουθούσε να αναμασάει τις γνωστές αερολογίες των βολεμένων, πως δηλαδή «όποιος θέλει δουλειά βρίσκει, δε βρίσκουν μόνο οι τεμπέληδες». Προσπάθησα να του εξηγήσω κάποια πράγματα. Πως,  πολλές επιχειρήσεις και κυρίως ξένες, όπως γνωστό σουπερμάρκετ  από τη Γαλλία, προσλαμβάνουν νέους με δικά μας επιδοτούμενα χρήματα του ΟΑΕΔ, για 4 ώρες την ημέρα, τους βάζουν να εργάζονται 6 και 7 ώρες με εξάμηνες συμβάσεις για να μην κατοχυρώσουν κάποια εργατικά δικαιώματα και όταν κάποιοι συνδικαλιστές τους, αξίωσαν πιο ανθρώπινες συνθήκες απολύθηκαν.  Ο φίλος εξακολουθούσε να επιμένει, πως οι εργαζόμενοι στην Ελλάδα είναι οι πιο ευνοημένοι και οι εργοδότες οι μόνοι διωκόμενοι.( Γνωστή θέση του βουλευτή του ΛΑΟΣ Α. Γεωργιάδη).
Θυμάμαι πως ανάμεσα στις τελευταίες κουβέντες που του είπα εκνευρισμένος, ήταν και τα, «αν φίλε μου, επειδή εσύ είσαι ή νοιώθεις βολεμένος, είσαι αδιάφορος για όλους αυτούς που για να επιβιώσουν παίζουν καθημερινά ρώσικη ρουλέτα, τότε θα αναγκαστείς κι εσύ να ζεις καθημερινά στην ανασφάλεια. Είναι όμως αυτή η καλύτερη λύση, για σκέψου το καλύτερα» ;
Θα πρέπει να απογοητεύτηκε λίγο που δεν αναγνώρισα αμέσως τη φωνή του. «Ελα ρε…..Με ξέχασες τόσο γρήγορα»; Δεν τον ξέχασα, απλώς είχε αλλοιωθεί αρκετά η φωνή του, ή καλύτερα το χρώμα και η ένταση της φωνής του. Στην άλλη πλευρά του τηλεφώνου δεν ακουγόταν εκείνη η αισιόδοξη και έντονη φωνή του επιτυχημένου επιχειρηματία. Είχα μάθει ότι δεν πήγαινε καλά η επιχείρησή του, αλλά δεν γνώριζα ότι ήταν σε τόσο άσχημη κατάσταση με χρέη στις τράπεζες και στο ΙΚΑ. «Φίλε μου ψάχνω για δουλειά, για μια οποιαδήποτε δουλειά. Εχω χωρίσει ήδη με τη γυναίκα μου………..δε χρειάζεται να σου στείλω βιογραφικό, με ξέρεις καλά. Αμα ξέρεις τίποτα πάρε με ένα τηλέφωνο. Κάνω τα πάντα». Από τον απότομο τρόπο που μου έκλεισε το τηλέφωνο κατάλαβα, ότι ήταν στο τελευταίο στάδιο της απόγνωσης, λίγο πριν την κατάθλιψη.
Δεν απαιτούνται ειδικές μελέτες για να κατανοήσει κάποιος, πως πέρα από τις τραγικές οικονομικές συνέπειες, ο άνεργος αποκόβεται μόνος του από το περιβάλλον γνωστών και φίλων, χάνει την αυτοεκτίμησή του, αρχίζει να ρέπει προς το αλκοόλ και τον τζόγο, τσακώνεται με τη γυναίκα του, αρχίζει να ντρέπεται ακόμη και μπροστά στο γεμάτο οίκτο βλέμμα των παιδιών του και το σημαντικότερο, αρχίζει να αμφιβάλει για τις ικανότητές του και να νοιώθει κοινωνικά άχρηστος. Αυτό είναι και το τελευταίο στάδιο πριν την κατάθλιψη.
Η  ανεργία και το άγχος συνθλίβουν ψυχές. Τις βάζουν στον πάγο και αυτό είναι το μεγαλύτερο πρόβλημα της σημερινής ελληνικής πτραγματικότητας. Οι άνθρωποι που έχουν τα ηνία αυτής της χώρας, εκείνοι που αποφασίζουν για το πόσοι νέοι άνθρωποι θα βρεθούν στην ίδια απεγνωσμένη θέση και μιλούν για ανέργους σαν να πρόκειται για απλά νούμερα, σκέπτονται με τον ίδιο και χειρότερο τρόπο από εκείνον του πρώην επιτυχημένου επιχειρηματία….Τέτοιες κυβερνήσεις ενεργούν κατά τέτοιον τρόπο, ώστε τίποτα να μην μπορεί να θεωρηθεί διαρκές, αξιόπιστο και προβλέψιμο, αξιόλογο και ικανό να στηριχτεί κάποιος πάνω τους. Μεταθέτουν τον τόπο λήψης των αποφάσεων εκεί όπου εκείνοι που επηρεάζονται από αυτές δεν μπορούν να τις δουν ως αποφάσεις, αλλά ως τυφλό πεπρωμένο. Παρουσιάζουν το παιχνίδι των δυνάμεων της αγοράς ως το μοναδικό πρότυπο ζωής, επειδή και η ζωή βιώνεται ως παιχνίδι, και προβάλλουν ως υπέρτατο κριτήριο ευπρέπειας το σύνθημα-Παίξτε σωστά το χαρτί σας»(όπως στο χρηματιστήριο ή πάμε στοίχημα, παίξε- κέρδισε)……Μια τέτοια ζωή, απέχει πολύ από αυτό που λέμε ευτυχισμένη ζωή. Τι να πούμε για την αβεβαιότητα, την ανασφάλεια, τη μοναξιά και το μέλλον, ακόμη κι εκείνων που έχουν δουλειά, όταν παντού φωλιάζει ο φόβος κι όχι η ελπίδα;