Ο Ρεαλισμός δεν βλάπτει


Γράφει ο Τριαντάφυλλος Καρατράντος

Εάν κάποιος αναλυτής της εξωτερικής πολιτικής ήθελε να χρησιμοποιήσει ένα αποτυχημένο παράδειγμα για να τεκμηριώσει τη θεωρία του πιθανότατα θα έβρισκε άκρως ελκυστική την Ελλάδα. Με το μίγμα σουρεαλισμού, Ελληνικότητας, Ορθοδοξίας και εθνικισμού ως ιδεολογική βάση και με την ασυνέπεια και ασυνέχεια ως πρακτική λειτουργία η Ελλάδα έχει σπάνιες φορές καταφέρει να αξιοποιήσει τη θέση της στη διεθνή κοινότητα για να διαδραματίσει κάποιον ιδιαίτερο ρόλο στα ευρύτερα υποσυστήματα της Μέσης Ανατολής και της Ν.Α. Ευρώπης.


Τις περισσότερες φορές καταφέρνει να χάνει σημαντικές ευκαιρίες, όπως αυτή αμέσως μετά τη λήξη του Ψυχρού Πολέμου και την κατάρευση της Ε.Σ.Σ.Δ., όταν αντί να λειτουργήσει ως η ατμομηχανή εκσυγχρονισμού και εξευρωπαισμού των Βαλκανίων κατάφερε μέσα από το ζήτημα της ονομασίας της FYROM να βουτήξει βαθιά μέσα στο εκρηκτικό μίγμα των Βαλκανικών εθνικισμών. Ευτυχώς, όπως είχε τονίσει παλιότερα ο πατριάρχης των διεθνών σχέσεων στην Ελλάδα Θεόδωρος Κουλουμής που ήμασταν μέλη της Ε.Ε. και γλιτώσαμε από σημαντικότερες περιπέτειες, καθώς οι ..........
.σειρήνες του εθνικισμού για Ορθόδοξα κράτη κτλ. τραγουδούσαν πολύ ελκυστικά για άτομα που δυστυχώς βρίσκονται ακόμη και σήμερα στον στενό πυρήνα του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης.


Τα βασικά συστατικά μία εξωτερικής πολιτικής δεν μπορεί να είναι ο εθνικισμός και ο ουτοπικός ιδεαλισμός, όσο και αν δεν μας αρέσει- ειδικά εμένα- οι διεθνείς σχέσεις είναι γεμάτες από παιχνίδια εξουσίας για την προώθηση και την υπεράσπιση συμφερόντων. Σε αυτή λοιπόν την σκακιέρα δεν μπορεί ένα κράτος να λειτουργήσει ανορθολογιστικά. Είναι καταδικασμένο να μην εξιοποιήσει τις ευκαιρίες που θα μπορούσε να δημιουργήσει αν είχε μία εξωτερική πολιτική με στρατηγική, με συνέπεια, με συνέχεια, με δομές και άνοιγμα, με αξίες και με σεβασμό στο διεθνές δίκαιο, αλλά και με ρεαλιστική βάση.


Όποτε η Ελλάδα κατάφερε να λειτουργήσει σε αυτή τη βάση, κυρίως την περίοδο 1999-2003, κατάφερε να απαγκιστρωθεί από ιδεοληψίες και εθνικισμούς και μπόρεσε να πρωταγωνιστήσει στο διεθνές στερέωμα. Η εξωτερική πολιτική στην Ελλάδα έχει ένα ακόμη ιδιαίτερο χαρακτηριστικό, οι ηγέτες χρησιμοποιούν την κοινή γνώμη για να σηκώσουν συχνά σημαίες ευκαιρίας στα ζητήματα της εξωτερικής πολιτικής, τα περίφημα “εθνικά θέματα”, όπως τους αρέσει να τα λένε.


Μέσα σε αυτό το περιβάλλον, ο ρεαλισμός είναι ένα λουλούδι που δεν μπορεί να ανθίσει εύκολα. Όλο αυτό το σκηνικό ήρθε και πάλι στο προσκήνιο λόγω της προσέγγισης Ελλάδας- Ισραήλ. Να προσπαθήσει κανείς να εξηγήσει ότι με αυτό τον τρόπο γίνεται και μία προσπάθεια εξισσορόπησης της Τουρκίας, θα ήταν ολίγον τεχνικό. Το βασικό επιχείρημα, κυρίως των κομμάτων της αριστεράς, είναι ότι δεν δικαιούμαστε να μιλάμε με το Ισραήλ λόγω της Παλαιστίνης. Δεν μπορεί κανείς να αφμισβητήσει το δικαίωμα των Παλαιστινίων σε κράτος. Αλήθεια όμως πιστεύει κανείς ότι συμπεριφορές όπως της Τουρκίας μπορούν να επιλύσουν το πρόβλημα;


Συμφέρει τους Παλαιστινίους η κατάσταση πυο βρίσκονται σήμερα;


Όχι, η μεγαλύτερη βοήθεια που μπορεί κάποιος να τους προσφέρει λοιπόν είναι η μεσολάβηση για μία βιώσιμη και δίκαι και λύση. Αυτό προσπαθεί να κάνει η Ελλάδα. Μέσα από την προσέγγιση με το Ισραήλ δεν θα υπάρξουν οφέλη μόνο σε διμερές επίπεδο ή στο ρόλο της χώρας στη Μέση Ανατολή, αλλά και οφέλη για την ειρήνη και τη σταθερότητα κυρίως μέσα από μία νέα πρωτοβουλία για το Παλαιστινιακό.


Βέβαια, κάποιους και αυτοί δεν έχουν χώρα τους συμφέρει η διαώνιση των συγκρούσεων. Αυτοί δεν είχαν ποτέ σχέση με το ρεαλισμό