Νέα Υόρκη. Μία πόλη, ένας κόσμος.

Γράφει ο Γιώργος Σωτηρόπουλος

Πριν από περίπου ένα χρόνο πακέταρα τα πράγματά μου για να έρθω στην Αμερική. Σαν τον Κόλόμβο, δεν είχα ιδέα πού πήγαινα και τι επρόκειτο να ανακαλύψω. Ο βασικός λόγος του ταξιδιού ήταν οι σπουδές, μεταπτυχιακό στο τραπεζικό δίκαιο, στο πανεπιστήμιο του Φόρνταμ(Fordham)http://www.fordham.edu/http:/ H αλήθεια είναι ότι δεν ήμουν και τόσο ξετρελαμένος με την ιδέα. Είχα ήδη κουραστεί να τριγυρνάω σαν περιπλανώμενος καλόγερος ανά την Ελλάδα: 4 χρόνια στη Φλώρινα, στο Τμήμα Βαλκανικών Σπουδών, 4 χρόνια Νομική Κομοτηνής, 1 χρόνος στρατός. Τη βόρεια Ελλάδα δεν την ήξερα ούτε στο χάρτη. Μετά το 1998 την έφαγα με το κουτάλι και ηρέμησα. Τι καλύτερος τρόπος για να κλείσει η δεκαετία των περιπλανήσεων με ένα ταξίδι στην Αμερική. Σε όσους έλεγα ότι φεύγω με ρωτούσαν « Τι πας να κάνεις;», ξέρω γω να πλύνω πιάτα σε κανά ελληνικό εστιατόριο σκεφτόμουν ειρωνικά.

Είναι περίεργο όταν φεύγεις από κάπου, ξεβολεύεσαι, σε πιάνει το άγχος της απομάκρυνσης των αγαπημένων προσώπων, οι καταστάσεις που δε θα συνεχίσεις να ζεις μαζί τους, αλλά θα τις μαθαίνεις σαν μία είδηση στην εφημερίδα, έτσι αποκομμένα και ψυχρά.

Φεύγοντας από το αεροδρόμιο αισθανόμουν περίεργα. Φεύγω για πάντα ή για λίγο, πού πάω τώρα να μείνω και ........
γιατί ακριβώς φεύγω, καλά δεν είμαι και εδώ; Η αλήθεια να λέγεται: ούτε ξενιτεύτηκα με τη βία ούτε έφυγα για να βρω δουλειά. Για σκέψου πώς είναι να φεύγεις πρόσφυγας με το όνειρο για μια καλύτερη ζωή και εκείνο το περίεργο αίσθημα ότι θα επιστρέψω κάποτε και θα είμαι νικητής. Γιατί δε φεύγεις για το χειρότερο αλλά για το καλύτερο.


Οι Έλληνες ξέρουμε από προσφυγιά http://www.unhcr.gr/basics.htm, την έχουμε στο αίμα μας. Άλλοτε γιατί ήμασταν κατατρεγμένοι και άλλοτε γιατί τα πράγματα στην Έλλαδα δεν πήγαιναν καλά φεύγαμε. «Να φεύγεις, να φεύγεις, να φεύγεις, να βρίσκεις τις φοινικιές» λέει ο Παπακωνσταντίνου σε ένα τραγούδι του και εμείς αυτό το κάναμε πράξη. Άραγε πώς μπορεί να ήταν στη δεκαετία του 50 στον Πειραιά, όταν τα καράβια έφευγαν για μία χώρα μακρυνή, όπου τα κτίρια φτάνουν στον ουρανό και τα αυτοκίνητα είναι ίσαμε εκεί πέρα; Πώς μπορεί να ήταν ακόμα νωρίτερα όταν στις αρχές του 19ου αιώνα το καράβι δεν έκανε 10 μέρες αλλά ένα μήνα και βάλε; Αν κάτι μάθαμε να κάνουμε καλά οι Έλληνες είναι να κουνάμε το μαντήλι.


Μπήκα στο αεροπλάνο και έφυγα. Αυτό ήταν και τώρα ξεκινάμε. Στις πρώτες 10 μέρες δε είχα ακόμα σπίτι και έψαχνα. Έμενα στη θεία μου. Είναι ό,τι καλύτερο να έχεις ένα δικό σου άνθρωπο στην ξενιτιά, αισθάνεσαι ότι υπάρχει ένα διακόπτης μέσα στην άβυσσο. Το σπίτι βρέθηκε: δεν το πίστευα και ακόμα που γράφω αυτές τις γραμμές δεν το πιστεύω. ΄Όχι τόσο το γεγονός ότι βρέθηκε όσο το πού είναι. Ουρανοξύστης, στον 50 όροφο με θέα το άγαλμα της Ελευθερίας. Αιώνια ευγνωμοσύνη στους γονείς μου για τη δυνατότητα που μου προσέφεραν. Οι σύγχρονοι πύργοι της Βαβέλ (Εμπάιρ Στέιτ Μπίλντινγκ- Empire State Building) υψώνονται αλλαζονικά για να διατρανώσουν το μεγαλείο της χώρας, της υπερδύναμης. Η Νέα Υόρκη έχει πολλές ομοιότητες με την αρχαία Αθήνα: λίκνο, εστία δύναμης και ακτινοβολία, κάθε καρυδιάς καρύδι. Το άγαλμα της Ελευθερίας, με το δεξί χέρι τεντωμένο, κρατώντας τον πυρσό, μοιάζει να υποδέχεται τον κόσμο στην πόλη, που ποτέ δεν κοιμάται. Η αλήθεια είναι πάντως ότι η πόλη κοιμάται κανονικά και έχει και συγκεκριμένο πρόγραμμα αφύπνισης και κατάκλισης.

Οι ρυθμοί είναι γρήγοροι, γιατί έτσι πρέπει να είναι οι ρυθμοί σε μια μεγαλούπολη. Άνθρωποι σαν τα μυρμήγκια πέρα δώθε για να βγει το προς το ζήν ή ίσως και το υπερβολικώς ζήν. Οι πρώτες εικόνες που μου έκαναν εντύπωση ήταν όταν είδα στη Ουόλ στριτ(Wall street) έναν άστεγο να κατουράει και κανείς να μην λέει τίποτα, γιατί έτσι είναι σε μια μεγαλούπολη, κανείς δε μιλά και όλοι κοιτούν τις δουλειές τους. Λίγες μέρες αργότερα, είδα δύο ομοφυλόφιλους να φιλιούνται στη μέση του δρόμου και πάλι κανείς να μη λέει τίποτα. Για πες κάτι και θα δεις για πότε θα σε κατηγορήσουν για ρατσιστή.Η μεγαλύτερη απομυθοποίηση είναι ομοφυλόφιλος και Αφροαμερικάνος: έχουμε ταυτίσει τους Αφροαμερικάνους με την αρρενωπότητα, αλλά οι μύθοι είναι για να καταρρίπτονται και όχι να διατηρούνται. Οπότε έχουν το δικαίωμα να εκφραστούν με όποιον τρόπο επιθυμούν.

Υπάρχει ρατσισμός στην Αμερική; Επιφανειακά σίγουρα όχι, είναι η γη των ίσων ευκαιριών. Αλλά τότε γιατί υπάρχουν γκέτο; Γιατί στο πανεπιστήμιο που πάω οι σκουρόχρωμοι είναι σε θέσεις όπως πορτιέρης ή στην καφετέρια και γιατί δεν έχω δει παραπάνω από δύο σκουρόχρωμους φοιτητές στο δικό μου πανεπιστήμιο;Είναι μόνο ζήτημα οικονομικό ή μήπως συμβαίνει και τίποτα άλλο; Υπάρχει ένας υφέρπων ρατσισμός, που κυριαρχεί και επηρεάζει τις σκέψεις και τις ενέργειες του καθενός. Αυτό φαίνεται και στην τηλεόραση: πώς προβάλλεται ένας λευκός και πώς ένας σκουρόχρωμος ή ένας ασιατικής καταγωγής. Υπάρχει ανοχή σε πολλά αλλά οι διακρίσεις καλά κρατούν.

Το μετρό είναι βρώμικο, αλλά για μισό λεπτό: όταν αυτοί είχαν μετρό η Ελλάδα ήταν ακόμα μέρος της Οθωμανικής αυτοκρατορίας. Είναι ένας κόσμος διαφορετικός όμως. Μέσα σε αυτόν ζουν άστεγοι, επαγγελματίες μουσικοί, περιπλανώμενοι ζητιάνοι, κήρυκες του Ευαγγελίου, αστυνομικοί, υπάλληλοι του μετρό και χιλιάδες επιβάτες. Μία βόλτα και τα είδες όλα.

Το πανεπιστήμιο ξεκίνησε κανονικά και σαν πρωτάκι θα πήγαινα στο πρώτο μάθημα: Κυριακή στις 11 το πρωί! Υπήρχε όμως μία διαφορά από τότε που ήμουν πρωτάκι: τώρα πια δεν έκλαιγα. Γνωρίστηκα με τα άλλα παιδάκια. Από πού είσαι; Από Βενεζουέλα, από Ταιλάνδη, Γαλλία, Γερμανία, Βραζιλία, Μεξικό, Ρωσία….Ο κόσμος όλος σε μια αίθουσα. Άνθρωποι. Με κάποιους συνδέθηκα και η σκέψη ότι μπορεί να μην τους ξαναδώ μου δημιουργεί ένα αίσθημα…περίεργο, μοιραστήκαμε τις ανασφάλειές μας στον καινούριο χώρο και τώρα κάπως πιο σοφοί φεύγουμε, γυρίζουμε. Αλλά κάθε άνθρωπος που συναντάς, κάθε τόπος που πας είναι μέρος του είναι σου, το κουβαλάς μαζί σου, ξεθωριάζει η μνήμη, αλλά δε χάνεται.


Τον πρώτο καιρό ψάχνεις να βρεις την Ελλάδα που άφησες και συγκρίνεις γιατί πιστεύεις ότι σε παίρνει να το κάνεις: να συγκρίνεις την Ελλάδα με την Αμερική, λες και έχεις το δικαίωμα.

Η σύνδεση ίντερνετ στο σπίτι μου με έκανε να αισθανθώ ότι τώρα επικοινωνώ και πάλι, ψηφιακά έστω, αλλά επικοινωνώ.

Το διάβασμα πολύ αλλά όχι αποτρεπτικό για να μη δεις την πόλη. Μπαράκια παντού, κλαμπς λιγότερα και όχι μέσα στη φιλοσοφία του μέσου Αμερικάνου, όπως σε εμάς. Οι άνθρωποι πίνουν από τις 6 το απόγευμα και γύρω στις 11 είναι ήδη λιάδα. Το κάπνισμα απαγορεύεται σε κάθε εσωτερικό χώρο. Είναι σχετικά καινούριο μέτρο, μόλις από το 2002. Ωραία εποχή διάλεξα για να έρθω, δεν μπορούσα να έρθω τότε; Μα, δεν το καταλαβαίνω όμως. Δυνητικά πότε είσαι πιο επικίνδυνος όταν μεθάς ή όταν καπνίζεις; Σε ολόκληρη τη Νέα Υόρκη υπάρχουν μόνο 10 μπαράκια που επιτρέπουν το κάπνισμα μέσα. Μία φορά πήγα σε ένα τέτοιο και ήταν σαν θάλαμος αερίων.

Οι άνθρωποι φτύνουν στο δρόμο και κορνάρουν με το παραμικρό, λες και είσαι στην Ομόνοια. Υπάρχει ένα βουητό, κόρνες, αυτοκίνητα, μουσικές, ομιλίες στο κινητό. Μεγαλούπολη.

Τα μουσεία έχουν συγκεντρώσει τον πλούτο του κόσμου. Εντάξει, δεν τον συγκέντρωσαν όλον με τα πιο νόμιμα μέσα αλλά με τα χρόνια κανείς πια δεν εξεγείρεται, στο κάτω κάτω είναι Αμερική, μη λες πολλά. Πώς δηλαδή βρέθηκε η σφίγγα από το Ιράκ που κοσμεί μία αίθουσα στο Μετροπόλιταν; Έχει καμία σχέση με τον πόλεμο; Λέω εγώ τώρα. Γιατί οι ελληνικές και οι αιγυπτιακές αρχαιότητες; Όλες βρέθηκαν στην Αμερική μέσω επίσημων συμφωνιών με την ελληνική ή την αιγυπτιακή κυβέρνηση; Τέλοσπάντων. Αν είσαι από χώρα με μακραίωνη ιστορία όπως Ελλάδα, Μεξικό, Κίνα σε πιάνουν τα νεύρα σου, γιατί πληρώνεις, για να δεις τα δικά σου. Δεν μπορείς όμως να παραλείψεις και να μην αποτίσεις φόρο τιμής στο Νταλί, (Η επιμονή της μνήμης) στο γλύπτη Τζιακομέτι, (ο γάτος) στα ινδιανικά όργανα μουσικής ή στον Πικασό (Οι δεσποινίδες της Αβινιόν) στο μουσείο μοντέρνας τέχνης (Μοma). Ας είναι και χαλάλι σας.


Τα μουσεία που με άφησαν ενεό ήταν το Γκούγκενχαϊμ(Guggenheim) και το Εβραϊκής Ιστορίας. Το πρώτο γιατί ήταν ο ορισμός της Τέχνης όπως πρέπει να είναι. Ένα κτίριο 7όροφο και κυκλοειδές, που μπαίνοντας μέσα έχει μία επιγραφή στα ελληνικά από μία ρήση του Αριστοφάνη: «Ο καθένας να εξασκεί την τέχνη για την οποία είναι προορισμένος». Είναι μουσείο σύγχρονης τέχνης με 7 ορόφους, που ο τελευταίος καταλήγει σε ένα θόλο και συμβολίζει την ψυχική ανάταση που η τέχνη τεχνηέντως μπορεί να προσφέρει. Ένα πραγματικό διαμάντι. Το μουσείο Εβραϊκής ιστορίας είναι αρκετά έξυπνο. Τα εκθέματα από την αρχαιότητα μέχρι και σήμερα είναι με τέτοιο τρόπο εκτεθειμένα ώστε να γίνεσαι συνοδοιπόρος ενός λαού που και αυτός υπέφερε πολλά και ξέρει να επιζεί. Η Νέα Υόρκη είναι γεμάτη Εβραίους. Η επιρροή τους φαίνεται παντού: ακόμα και τώρα που πλησιάζουν τα Χριστούγεννα η εφτάφωτος λυχνία, που είναι κατεξοχήν εβραϊκό θρησκευτικό σύμβολο είναι το υπ’αριθμόν ένα χριστουγεννιάτικο διακοσμητικό. Μα τη δουλειά έχει αφού οι Εβραίοι δεν πιστεύουν στο Χριστό; Στο χρηματιστήριο της Νέας Υόρκης, εκεί όπου η παγκόσμια οικονομία χαροπαλεύει ή ανασταίνεται, τώρα που είναι γιορτές πάλι η εφτάφωτος λυχνία στολίζει ένα μέρος του εξωτερικού διακόσμου



Τα μασονικά σύμβολα επίσης είναι παντού στη Νέα Υόρκη. Στην είσοδο του Ροκφέλερ(Rockefeller) βρίσκεται μία απεικόνιση του Θεού με το διαβήτη, στον τάφο του Χάμιλτον ενός εκ των ιδρυτών της αμερικανικής εθνικής ιδέας, στην εκκλησία της Αγίας Τριάδας, 100 Μπροντγουέι( 100 Broadway) η πυραμίδα (ο επίσημος τουριστικός οδηγός της εν λόγω εκκλησίας κάνει λόγο για μνημείο) , για να μη μιλήσουμε για το δολάριο με την πυραμίδα και το μάτι του Θεού. Η θρησκεία γενικά και τα μεταφυσικά είναι στο φόρτε τους εδώ πέρα. Υπάρχουν πολλά μαγαζιά ειδικά στο νταουντάουν (downtown) με κάρτες ταρώ και γυάλινες μπάλες.


Τα μουσεία είναι πολλά, τα μπαράκια πολλά, οι γκαλερί πολλές, ένας όμως χώρος πρασίνου, αλλά τι χώρος. Το σέντραλ παρκ( central park) χωρίζει την πόλη σε ανατολή- δύση, βορρά- νότο είναι από τα μεγαλύτερα πάρκα, όπου για να το διασχίσεις από τη μία άκρη στην άλλη θες πολλές ώρες, οπότε σίγουρα δεν μπορείς να πεις: πάω για μια βολτούλα στο σέντραλ παρκ, είναι αδύνατο.

Οι γυναίκες είναι όμορφες; Aυτές που είναι κάπως αξιοπρόσεκτες είναι οι Ασιάτισσες και ειδικά οι μισές- μισές, με πατέρα ή μητέρα από Ασία και μητέρα ή πατέρα από Αμερική. Είναι καλοντυμένες και προσεγμένες. Οι Αμερικάνες Αμερικάνες είναι άστα να πάνε. Είχα δει μία κυρία ντυμένη με το ταγέρ της και από κάτω αθλητικό παππούτσι! Το στυλ και η Αμερικάνα έχουν πάρει διαζύγιο. Τα κορίτσια του σεξ εντ δε σίτυ( Sex and the city) προσπάθησαν να μας πείσουν για το αντίθετο αλλά δεν μπορώ να πω ότι η πραγματικότητα τις δικαιώνει. Τελικώς οι Ευρωπαίες είναι οι καλύτερες.



Γενικά, σαν λαός είναι φιλικοί, εξυπηρετικοί, αλλά εντελώς ανίδεοι για το τι συμβαίνει στον υπόλοιπο κόσμο, και αυτό είναι κάτι που σε κάνει αυθεντικό Νεοϋρκέζο, να μην ξέρεις τι γίνεται ακόμα και στις άλλες πολιτείες, για να μην πούμε για τις υπόλοιπες χώρες. Ξέρουν να κρατούν αποστάσεις και κλείνονται στο καβούκι τους πολύ εύκολα: στο μετρό το βλέπεις αυτό. Με τα ακουστικά στα αυτιά ή με ένα βιβλίο στο χέρι, ναι διαβάζουν πολύ, αποξενώνονται και δε δίνουν σημασία τα γίνεται γύρω: ο άλλος μπορεί να ζητιανεύει ή και να τραγουδά και αυτοί…το χαβά τους. Νεοϋρκέζος επίσης είσαι όταν δε φεύγεις από το νησάκι του Μανχάτταν(Manhattan), το οποίο αγόρασαν οι πρώτοι Ολλανδοί άποικοι από τους Ινδιάνους ανταλλάζοντας κοχύλια με γούνες, για να πας στο Μπρούκλυν(Brooklyn) ή στο Κουίνς(Queens). Είσαι πολύ Νεοϋρκέζος όταν δεν μπαίνεις στο μετρό αλλά παίρνεις ταξί και φυσικά διαβάζεις το περιοδικό Νιου Γιόρκερ( New Yorker) γιατί σέβεσαι τον εαυτό σου.


Οι Έλληνες της Αμερικής; Από τότε που οι παππούδες τους έφυγαν από την Ελλάδα, κύλησε πολύ νερό στο αυλάκι. Ας είμαστε ξεκάθαροι: αυτοί οι άνθρωποι δεν είναι Έλληνες. Δεν ξέρουν καλά καλά ελληνικά. Αντιμετωπίζουν το θέμα της ελληνικότητας σαν φολκλορικό στοιχείο γιατί στην Αμερική όλοι προέρχονται από κάπου αλλού.

Οι τρίτης γενιάς Έλληνες δεν είναι ταυτισμένοι με το χώρο της Ελλάδας όπως οι γηγενείς. Αντιμετωπίζουν το ζήτημα επιδερμικά και έχουν κάθε δικαίωμα, γιατί είναι πολίτες της Αμερικής και όχι της Ελλάδας…πλέον. Οι πρώτης γενιάς αντιμετωπίζουν την Ελλάδα υποτιμητικά από τη μία, «τίποτα δε λειτουργεί» ή με νόστο για την Ελλάδα που άφησαν και την βλέπουν από την καλωδιακή τηλεόραση. Η Ελλάδα είναι κάτι μακρυνό, όμορφο αλλά η καθημερινότητα πιέζει και το παιδί πρέπει να πάει στο σχολείο, και αν έχει διάθεση να πάει στο κατηχητικό, για να του μάθει η δασκάλα, σταλμένη από το Ελληνικό Υπουργείο Παιδείας, ελληνικά, τότε εντάξει.

Με γεια σου και όπα όμως δε γίνεται εθνική πολιτική. Πού ήταν το ισχυρό ελληνικό λόμπυ όταν οι Η.Π.Α αναγνώρισαν τα Σκόπια σαν «Μακεδονία», πού είναι όταν οι Τούρκοι εγείρουν διεκδικήσεις στο Αιγαίο; Για την Κύπρο τι κάνουν; Μήπως το θέμα του λόμπυ είναι ένας μύθος πλέον ξεφτισμένος, που εξυπηρετεί τα δικά μας σύνδρομα, ότι δηλαδή έχουμε παντού τους δικούς μας ανθρώπους ακόμα και στην Αμερική; Πρέπει πολλά να γίνουν για να τονωθεί η ελληνικότητά τους, αλλά όπως όλοι οι μετανάστες έτσι και αυτοί απορροφώνται από το σύστημα, γιατί είναι μοιραίο και η ελληνικότητα είναι τότε σαν το καλό κρασί, δε θα το ανοίξεις κάθε μέρα αλλά σε συγκεκριμένες περιπτώσεις. Έτσι ναι βγήκαν στους δρόμους για τους Ολυμπιακούς της Αθήνας του 2004, διαλαλώντας « Αϊ αμ Γκρικ(I am Greek) αλλά όταν βλέπουν ειδήσεις από Ελλάδα, με ύφος περισπούδαστο λένε: «Τι τα θες; Τίποτα δε λειτουργεί». Επιλεκτικά.

Τα τσιγάρα κοστίζουν περίπου 7 ευρώ το πακέτο, αλλά σαν λαός καπνίζουν. Είναι σίγουρα λόγος για να το κόψεις, αλλά δεν μπορώ να πω ότι αποτράπηκα ιδιαίτερα. Η ώρα είναι το πιο απίθανο: όταν πέφτεις να κοιμηθείς, στην Ελλάδα ξυπνούν για να πάνε στη δουλειά. Ένα πράγμα που σίγουρα έχουμε να παινευόμαστε σαν χώρα είναι ότι το μόνο πράγμα στο οποίο είμαστε μπροστά από την Αμερική είναι η ώρα, 7 ώρες μπροστά.Δεν είναι και λίγο.

Όταν βλέπω στις ταινίες τα πρώτα πλάνα από Νέα Υόρκη με τους ουρανοξύστες, σκέφτομαι ότι σε αυτήν την πόλη έζησα, περιπλανήθηκα, περπάτησα και έφαγα για ένα χρόνο. Ο Εβραίος με το γιάρμουλκε, το καπελάκι που φορούν οι συντηρητικοί Εβραίοι, η κύρια με τη μπούργκα, ο Αφροαμερικάνος που ακούει ραπ μουσική, ο Μεξικανός που δουλεύει στην πιτσαρία και ο κουστουμαρισμένος που βγαίνει από το χρηματιστήριο είναι ένα μωσαϊκό που δημιουργεί την αίσθηση της ετερότητας, αλλά τελικώς όλοι ζουν και εργάζονται στο Μεγάλο Μήλο, αναπνέουν και αγκομαχούν για το φαινόμενο της ζωής. Και η κυρά του νησιού, το άγαλμα της Ελευθερίας, βρέξει χιονίσει κρατά ψηλά τον πυρσό, σαν λάβαρο νίκης για τη μάχη που δίνει ο καθένας μας στη ζωή του, για τη ζωή του, με τη ζωή του. Είναι μία πόλη; Είναι μία χώρα; Όχι. Είναι ένας ολόκληρος κόσμος πάνω σε ένα νησί.

Αυτή είναι η Νέα Υόρκη. Η δική μου, χωρίς εισαγωγικά, Νέα Υόρκη.


gsotiropoulos