Το σκάσιμο μιας πομφόλυγας

Γράφει ο Βασίλης Χασιώτης

Έχουμε σαράντα εκατομμύρια λόγους ν’ αποτύχουμε, αλλά ούτε μια δικαιολογία. Rudyard Kipling


Το 2004, ο Κώστας Καραμανλής, ένας νέος άνθρωπος, ήταν εκείνος που έβγαλε απ’ το μακρύ χειμώνα τη Νέα Δημοκρατία, ξαναφέρνοντάς την στην εξουσία. Βέβαια, για να είμαστε δίκαιοι απέναντι στην Ιστορία, η Νέα Δημοκρατία που ως τότε απλώς ακολουθούσε την στρατηγική του «ώριμου φρούτου» περιμένοντας πότε το τότε ΠαΣοΚ θα κατέρρεε υπό το βάρος της διαφθοράς που είχε συσσωρευθεί στον ουρανό της χώρας, πράγματι ανταμείφθηκε γι΄ αυτή την επιμονή της.

Από την άλλη, η Νέα Δημοκρατία του Κώστα Καραμανλή, ήρθε στην εξουσία αναπετάσσοντας τη δίχρωμη σημαία «της σεμνότητας και ταπεινότητας» και του ανοίγματος στο «μεσαίο χώρο». Και το μεν χρώμα της «σεμνότητας και ταπεινότητας» κεφαλαιοποιούσε μια γενικευμένη δυσαρέσκεια της κοινωνίας προς μια εξίσου γενικευμένη διαφθορά στο πολιτικό βίο, και από την άλλη, γνωρίζοντας ότι απευθύνονταν σε μια κοινωνία που πλειοψηφικά τείνει προς αυτό που αποκαλούμε κεντροαριστερά, έπρεπε να τη καθησυχάσει ότι η Νέα Δημοκρατία δεν ήταν ο δεξιός «μπαμπούλας» που φοβάται. Και στα δυο πέτυχε. Σε ό,τι αφορά τώρα την ουσία του κυβερνητικού της προγράμματος, ε, αυτό, από τη μια κανένας δεν το διάβασε, αλλά κι αν το διάβαζε, κανείς δεν θα το απέρριπτε με τα δεδομένα εκείνης της περιόδου, και στο κάτω της γραφής, κανένα κυβερνητικό πρόγραμμα κανενός κόμματος εξουσίας δεν στερείται της ικανότητας να κρύβει τις «μύχιες προθέσεις», αφού μοιάζουν περισσότερο προς νομικά κείμενα, όπου οι διατυπώσεις είναι έτσι καμωμένες, ώστε σε μια δικαστική διαμάχη, να αφήνουν περιθώρια ελιγμών στο ζήτημα της ερμηνείας. Ένα «αλλά», ένα «και», ένα «υπό την προϋπόθεση», σ’ ένα κείμενο 100 ή 200 σελίδων, μπορεί να ανατρέψει όλη τη λογική του όταν θα έρθει η στιγμή για τη συνολική του ερμηνεία.

Έτσι λοιπόν, κομίζοντας τέτοιες ελπίδες ο Κώστας Καραμανλής, ήρθε με μια εικόνα που ήταν η αντεστραμμένη εικόνα του αμέσως προηγούμενου πρωθυπουργού που ο ...........
ίδιος είχε αποκαλέσει «αρχιερέα της διαπλοκής» : την εικόνα του αρχάγγελου της ηθικής εξυγίανσης του πολιτικού τοπίου. Μάλιστα ο ίδιος έλεγε, ότι από την διαφθορά θα εξοικονομούσε 10 δις ευρώ, ποσό ιλιγγιώδες αν σκεφτεί κανείς ότι στην πορεία γονάτισε τον κόσμο με την νεοφιλελεύθερη οικονομική του πολιτική, απλά και μόνο για να μαζεύει 300 ευρώ από εδώ, 500 από εκεί, 1 δις από εκεί.

Μάλιστα θα έλεγα, ότι τη πρώτη 4ετία, η κυβέρνηση Καραμανλή, σχεδόν λειτούργησε ως αντιπολίτευση του ΠαΣοΚ, χαραμίζοντας το χρόνο ακριβώς σ’ αυτή τη μικροκομματική σκοπιμότητα, και αποφεύγοντας να πάρει εκείνα τα μέτρα που πράγματι άρχισε να παίρνει μαζικά πια την διετία της επόμενης –και τελευταίας της- θητείας, ίσως διότι ήθελε να διαφυλάξει το «κεντρώο» προφίλ της. Αν θα μου έλεγε κάποιος ποιο ήταν το πιο σημαντικό έργο που έκανε η κυβέρνηση Καραμανλή τη πρώτη θητεία της, θα έλεγα ότι ήταν η επαίσχυντη «απογραφή» της οικονομίας. Και βεβαίως δεν ήταν επαίσχυντη διότι έγινε η απογραφή, αυτή όφειλε να τη κάνει, ήταν επαίσχυντη, διότι εγώ τουλάχιστον έτσι την εισέπραξα, ήταν θεμελιωμένη σε μια μικροκομματική σκοπιμότητα, που για να εξυπηρετηθεί έσπευσε να την κοινολογήσει στις Βρυξέλλες ως «το καλό παιδί» της εκεί τεχνοκρατίας. Αυτό σε ό,τι με αφορά, υπήρξε η αφορμή να αρχίσω να τοποθετούμαι πλέον αρνητικά σ΄ εκείνη τη κυβέρνηση, έστω κι αν μέχρι τότε είχα κάποιες θετικές τοποθετήσεις απέναντι σ’ ένα νέο άνθρωπο, που ήλπιζα ότι έως ότου κι αυτός φθαρεί από την εξουσία, εν πάσει περιπτώσει , θα προλάβαινε να προσφέρει μια ουσιαστική υπηρεσία στο τόπο. Παράλληλα, βλέποντας από την άλλη, απ’ όσα άκουγα, διάβαζα, αλλά και από προσωπικές μου εμπειρίες, ότι τη «σεμνότητα και ταπεινότητα», πήγαινε να την καταστήσει μέτρο της πολιτικής του με ανθρώπους που κάθε άλλο πρόβαλαν ως τα κατάλληλα πρόσωπα για την εφαρμογή μιας τέτοιας προσπάθειας, εκεί, πείσθηκα πλέον, ότι το «παιχνίδι» ήταν σικέ. Και όταν βέβαια στη συνέχεια, άρχισε να ξεδιπλώνεται η οικονομική και ιδίως η κοινωνική πολιτική (ασφαλιστικό, εργασιακές σχέσεις, κ.λπ.), εκεί, πήγε περίπατο και ο άλλος πόλος που ήταν το «κεντρώο» προφίλ που ήθελε να περάσει. Εκεί φάνηκε ξεκάθαρα το νεοφιλελεύθερο προσωπείο κι εκεί, άρχισε να μετρά αντίστροφα και το μέλλον της κυβέρνησης και του ίδιου του πρωθυπουργού. Η πομφόλυγα είχε σπάσει! Στη προεκλογική περίοδο, ο Κώστας Καραμανλής, προσπάθησε να ταυτίσει την πολιτική αξιοπιστία με τη νεοφιλελεύθερη λογική των «θυσιών» των μη εχόντων και μη κατεχόντων, προκειμένου να υπάρχει πάντα ένα ευημερόν μεγάλο κεφάλαιο, αφού αυτό και μόνο αυτό κατά τη νεοφιλελεύθερη άποψη μπορεί να παράγει θέσεις εργασίας, και πλούτο από τον οποίο όλοι στο τέλος θα ωφεληθούν. Και βεβαίως, αυτές οι απόψεις δεν είναι απλά ιδεολογήματα, είναι και αρρωστημένα ιδεολογήματα, όταν δεν είναι απόψεις εκπροσώπων τούτου ακριβώς του κεφαλαίου. Και για να μη παρερμηνευτεί η θέση μου. Ούτε από την άλλη, ταυτίζομαι με την άλλη ακραία θέση, που χειροκροτούσε στο παρελθόν το κλείσιμο μεγάλων ξένων εταιριών, εν ονόματι μιας άλλης ιδεοληψίας. Δεν είναι ανάγκη να ψάχνουμε τις λύσεις στα άκρα, σε μια χώρα, όπου μαζί με άλλες πανανθρώπινες αξίες και ιδέες, γεννήθηκε από τα πιο έγκυρα μυαλά, η έννοια του μέσου.

Ο Κώστας Καραμανλής, έχασε μια ιστορική ευκαιρία για τον ίδιο, να συνέδεε το όνομά του με τις καλύτερες προσπάθειες τούτου του λαού, τούτης της χώρας. Επένδυσε όμως περισσότερο σε επικοινωνιακές λογικές, παρά σε ουσία πολιτικής : αλλά κανείς ηγέτης δεν έγινε τελικά ηγέτης από τους επικοινωνιολόγους, και πάντως μια τέτοια ηγετική εικόνα που δεν είναι «γνήσια» αλλά προϊόν επικοινωνιακών χειρισμών, είναι καταδικασμένη κάποια στιγμή να ξεθωριάσει.