Περί μιζών το ανάγνωσμα, περί των επιτυχημένων επιχειρήσεων, περί του μυστικού της επιτυχίας και περί άλλων τινών…

Γράφει ο Βασίλης Χασιώτης

Στο καφενείο του Σώτου, ο Θεόφιλος και ο Λεωνίδας πίνουν το καφέ τους.
- Ρε συ Λέων, είμαι σε βαθιά περισυλλογή.
Είπε ο Θεόφιλος και τράβηξε μια ρουφηξιά καφέ.

- Γιατί Θεόφιλε, σούπεσαν τα καράβια έξω;

- Κοντά έπεσες.

- Μη μου πεις! Διαθέτεις και σκάφος;

- Όχι, αλλά σκέπτομαι.

- Τι;

- Αυτοί που έχουν σκάφη, πώς τα κάνουνε;

- Ποια τα σκάφη;

- Όχι ρε, τα λεφτά με τα οποία αγοράσανε τα .....
σκάφη.

- Και τι σε νοιάζει εσένα; Έβαλες υποψήφιος για εφοπλιστής;

- Όχι, είναι θεωρητικό το ερώτημα.

- Α!

Τραβάει μια ρουφηξιά καφέ ακόμα ο Θεόφιλος, ανάβει και το τσιγάρο του, τραβάει κι εδώ μια βαθιά τζούρα.

- Τι έχουν ρε Λεωνίδα αυτοί που δεν έχουμε εμείς;

- Έ, δε θάχουν κάτις;

- Τι δηλαδή, αυτό ρωτάω.

- Έχουν…, κομπάζει λίγο ο Λεωνίδας, τραβάει και μια ρουφηξιά καφέ, ε, οπωσδήποτε κάτι έχουν.

- Τι ρε Λεωνίδα; Εξυπνάδα, είναι δουλευταράδες, πώς στο καλό όλοι αυτοί που έχουν λεφτά τα έκαναν;

- Τα βρήκαν απ΄ τους δικούς τους.

- Όχι δε λέω αυτή τη περίπτωση. Λέω γι’ αυτούς που τα κάνανε μόνοι τους.

- Ξέρω εγώ; Τύχη;

- Σωστός, είπε ο Θεόφιλος. Αλλά φτάνει;

- Δε φτάνει ε;

- Εμ!

Νέα περισυλλογή.

- Ούτε μόνο η πολύ δουλειά είπε ο Θεόφιλος.

- Έχεις δίκιο. Συμφωνεί ο Λέων. Γιατί από δουλειά, πια! Αν αυτό είναι το κλειδί, φίλε μου εμείς θα έπρεπε να είχαμε περιουσία όση κι ο Ωνάσης.

- Ξέρεις, θα πρέπει να είναι συνδυασμός τύχης και δουλειάς, λέει ο Θεόφιλος.

- Αυτό ναι!

Όμως, ο Λεωνίδας, δεν ήταν ευχαριστημένος ούτε μ’ αυτή την εξήγηση. Μετά από μικρή σιωπή, συνέχισε.

- Πόσοι είναι αυτοί που έκαναν χρήματα από τύχη και δουλειά μαζί;

- Δεν θάναι; Είπε ο Θεόφιλος.

- Όσοι κι αν είναι, είναι λίγοι. Οι υπόλοιποι όμως;

Νέα σιωπή, νέα περισυλλογή.

- Σκέφτομαι…, λέει ο Λεωνίδας, και τραβάει μια βαθιά ρουφηξιά απ’ το τσιγάρο του, που κόντευε να του μείνει μόνο η γόπα.

- Τι; Ρωτάει με αγωνία ο Θεόφιλος, λες και περιμένει απ’ αυτή τη κουβέντα, να του έρθει και καμιά καλή ανταλλάξιμη με χρήματα φαεινή.

- Λοιπόν, λέει με ύφος εφευρέτη ο Λεωνίδας, αυτό είναι.

- Τι; Ξαναρωτά με ακόμα μεγαλύτερη περιέργεια ο Θεόφιλος.

- Η διαπλοκή και η παρανομία.

- Καλά το πρώτο το καταλαβαίνω, όποιος είναι με τη διαπλοκή τα κονομάει. Όμως, η παρανομία πού κολλάει εδώ;

- Κολλάει, κάνει ο Λεωνίδας.

- Δηλαδή, αν από αύριο το πρωί αρχίσω τις παρανομίες τα κονόμησα κι εγώ; ρωτάει ο Θεόφιλος.

- Αν αύριο το πρωί αρχίσεις τις παρανομίες εσύ, θα πας μέσα.

- Τότε;

- Όχι ρε παράνομες παρανομίες.

- Με μπέρδεψες.

- Καθόλου. Εννοώ τις παρανομίες που έχουν τη κάλυψη του νόμου, ή το εξασφαλισμένο, ότι η δικαιοσύνη όχι μονάχα δεν είναι τυφλή, μα είναι και ανοιχτομάτα.

- Α!

- Βέβαια! Πώς γίνεται ρε Θεόφιλε κι όλοι αυτοί να βουλιάζουν καράβια και εισπράττουν αποζημιώσεις, πώς γίνεται οι βιομήχανοι και εισπράττουν επιδοτήσεις για να κάνουν δουλειές εδώ κι αυτοί τη κοπανάνε στο εξωτερικό παίρνοντας μαζί τους και τις επιδοτήσεις, πώς γίνεται κι όλοι αυτοί που φάγανε τον αγλέουρα στο Χρηματιστήριο να μην έπαθε κανείς τίποτα, πώς γίνεται όλοι αυτοί που καταβροχθίσανε κοινοτικές επιδοτήσεις που πήγαιναν γι’ αλλού και βρέθηκαν αλλού, α μη παθαίνουν ποτέ τίποτα; Μπορείς να μου πεις;

- Α, αυτές τις παρανομίες εννοείς, είπε ο Θεόφιλος.

- Αμ τι. Να πας να κρύψεις 500 ευρώ εισόδημα απ’ την εφορία και να σε χώσουν μέσα ως κοροΐδο; Διότι τις μαρίδες κυνηγάνε εδώ. Όχι σε ρωτάω ρε Θεόφιλε. Πες μου σε παρακαλώ.

- Τι;

- Σε ρωτάω. Πλούτισε κανένας με βάση το νόμιμο ποσοστό κέρδος; Όχι πες μου αν πλούτισε κανείς με βάση τα ποσοστά κέρδους που ο νόμος σου αναγνωρίζει για να μη σε στείλει στον εισαγγελέα για αισχροκέρδεια.

- Σιγά μη πλούτισαν έτσι.

- Να ρε ποιο είναι το κλειδί.

- Ποιο;

- Αυτοί τολμάνε κάτι που οι περισσότεροι από μας δεν τολμάνε. Να παρανομούν χοντρά. Αν όλοι είχαν το θάρρος να παρανομούν και να εκμεταλλεύονται ασύστολα την εργασία των άλλων ανθρώπων, τότε, όλοι θα ήταν ένα σκαλί ψηλότερα στη κλίμακα της επιτυχίας που μετριέται με το κέρδος

Ο Θεόφιλος κούνησε μελαγχολικά το κεφάλι του, και μουρμούρισε.

- Άσε, σ’ αυτά υπάρχουν πιο τεχνίτες από μας.

- Όχι πιο τεχνίτες, Θεόφιλε, είπε ο Λεωνίδας που άκουσε το τι μουρμούρισε ο Θεόφιλος. Πιο αδίστακτοι. Είναι ένα προσόν, που ποτέ δεν πρόκειται οι καθηγητάδες να το πουν στα μαθήματά τους, όπως δεν λένε και πολλά άλλα απ’ όσα διδάσκει η πραγματική ζωή.

- Συμφωνώ, είπε ο Θεόφιλος.

Ακολούθησε νέα μακρά περισυλλογή, έως ότου, στη TV άρχισε το δελτίο ειδήσεων. Πρώτη είδηση οι μίζες μιας μεγάλης πολυεθνικής προς πολιτικούς. Ο Λεωνίδας, κλείνει το μάτι στο Θεόφιλο και του λέει :

- Θεόφιλε, άνοιξε τ’ αυτιά και τα μάτια σου, να πάρεις μαθήματα από το πώς χτίζεται η επιτυχία.

- Ναι, μα εδώ, υπάρχει και φυλάκα. Δε βλέπεις που τον έναν τον μπουζουριάσανε, όπως και μερικούς απ’ τους άλλους; Ρώτηξε ο Θεόφιλος.

- Το βλέπω. Και τι μ’ αυτό;

- Πώς; Δε σημαίνει αυτό κάτι;

- Και συ δε βλέπεις πως το πολιτικό σύστημα που τα’ άρπαξε βγήκε λάδι και πιάσανε δυο-τρεις μονάχα απ’ αυτούς που τα δίνανε;

- Και τι σημαίνει αυτό;

Ο Λεωνίδας σώπασε. Ο Μήτσος ο συνταξιούχος δάσκαλος που καθότανε εκεί δίπλα κι όλη αυτή την ώρα άκουγε το διάλογο αλλά δεν παρενέβαινε είπε.

- Παιδιά, το σύστημα χρειάζεται κάπου-κάπου και κάποιες Ιφιγένειες. Όμως καμιά Ιφιγένεια δεν σήμανε τίποτα περισσότερο, απ’ αυτή τη θυσία.

- Δηλαδή; Ρωτάει ο Θεόφιλος.

- Δηλαδή, λέει ο δάσκαλος, το σύστημα έχει μεγαλύτερη σημασία απ’ τα πρόσωπα, κι αν είναι να θυσιαστούν ένα δυο που θα έσωναν το ίδιο, τότε είναι και μια άγια πράξη τούτη η θυσία.

- Δηλαδή τι άγια; Ρωτάει ο Λεωνίδας.

- Άγια ρε παιδί μου, πώς να στο πω; Να, τούτη η λαμογιά και η διαπλοκή, είναι ολάκερη θρησκεία για όσους τις υπηρετούν. Μεγάλα τα συμφέροντα. «Τα λεφτά είναι πολλά Άρη» που έλεγε και το έργο. Όπως σε κάθε θρησκεία είναι αναγκαίο και κάποιοι μάρτυρες, ε, τούτη η θρησκεία δε θάχει και τους δικούς της;

Εν τω μεταξύ, το δελτίο ειδήσεων στη TV είχε προχωρήσει. Δυο πολιτικοί των μεγάλων κομμάτων εξουσίας, διασταυρώνουν τα ξίφη τους, κι ο καθένας προσπαθεί να ρίξει το ανάθεμα στον άλλον.