Μήπως είμαστε προνομιούχοι και δεν το καταλάβαμε;

Μήπως έχουμε . . . 52 φορές το χρόνο διακοπές!!!

Γράφει ο Ευθύλογος

Φίλοι γεια σας.

Θυμάστε τις ευχές που ανταλλάξαμε την προηγούμενη εβδομάδα, τα όνειρα για το πώς θα περάσουμε τις διακοπές, τη στεναχώρια κάποιων για τον . . . πολυήμερο χωρισμό κλπ.
Δεν ξέρω τι έφταιξε, η γκρίνια του Καφετζή, ο καιρός, ο Μητσοτάκης, η οικονομική κατάσταση, το επίδομα άδειας που μου χρωστάει ακόμη ο «φορέας εργασίας» μπορεί όλα κι από λίγο, εγώ πάντως είμαι πάλι εδώ.
Να το πω «διακοπές» αυτό το Σαββατοκύριακο, να μην το πω μπερδεμένα τα έχω.
Κι όταν με ρώτησε σαρκαστικά ο Καφετζής χωρίς να πάρει τα μάτια του από το μπρίκι που έβραζε, «Πήγες διακοπές Ευθύλογε;» δεν ήξερα τι να απαντήσω. Ναι ή όχι.
Το έπαθα σαν ο Γιωρίκας που όταν τον ρώτησαν αν είναι καλή γυναίκα του η Σιμέλα στις ιδιαίτερες στιγμές τους,
(Αυτό δεν είναι απλή ευγένεια, είναι . . . τακτ! Δεν λέμε στο γ_ _ _ _ ι, ούτε στο sex, ούτε καν στο κρεββάτι) απάντησε: - Δεν ξέρω τι να σας πω. Άλλοι λένε είναι καλή, άλλοι λένε δεν είναι. Μπερδεύτηκα κι εγώ!
Και πώς να μη μπερδευτούμε αφού φτάνοντας στο νησί - χωρίς να περάσουμε θάλασσα, πρώτο μπέρδεμα αυτό - βρήκαμε τους πρώτους γνωστούς από προηγούμενα χρόνια
.[1]
Μετά τις χειραψίες και τα σχετικά σταυροφιλήματα των γυναικών, άρχισε ο κλασσικός διάλογος
- Πάλι εδώ διακοπές έ;
- Ναι βέβαια. . . Συνηθίσαμε τώρα, μας αρέσει.
- Θα μείνετε μέρες;
- Μπα! Δεν αντέχει η τσέπη για πολλές μέρες. Σπαστές διακοπές, δυο - τρία
Σαββατοκύριακα και θα ρθούμε και τον Δεκαπενταύγουστο.
- Δε βαριέσαι
. . . καλά είναι κι έτσι. Τι δυο μέρες τι 15, διακοπές είναι. Άλλοι δεν κάνουν ούτε τόσο.
- Πάντως εδώ είναι σχετικά φτηνά και δεν πληρώνεις και καράβι ρε αδερφέ. Τρία ευρώ έχει η υποθαλάσσια γέφυρα.
- Να περάσετε καλά. Θα βρεθούμε έτσι;
- Εξάπαντος, καλές διακοπές.
Χωρίσαμε και ενώ σκεφτόμουν «αφού Τι δυο μέρες τι 15, διακοπές είναι», γιατί τα προηγούμενα χρόνια καταξοδεύονταν οι άνθρωποι να κάνουν 20 μέρες διακοπές.
Δεν το είχαν καταλάβει φαίνεται πως είναι το ίδιο!» βρήκαμε την επόμενη γνωστή τετράδα από τα παλιά. Μετά τα ματς – μουτς το γνωστό τροπάρι.
- Που μένετε;
- Ά Ά βρήκαμε δυο δωμάτια . . . θαύμα. Βέβαια δεν είναι ξενοδοχείο αλλά που φτάνεται το ξενοδοχείο! Τόσα που γυρεύουν!
- Εν τάξει δεν έχει και τόσο καλό περιβάλλον αλλά βολεύεσαι. Κι έπειτα οι άνθρωποι αποτελούν το περιβάλλον. Δεν έχει σημασία ο χώρος.
- Σωστά – σωστά. Άλλωστε για δυο τρεις μέρες που θα μείνουμε, που να ψάχνεις τώρα. Για παραπάνω δεν αντέχουμε. Θα πάμε και μέσα στον Αύγουστο άλλες τρεις μέρες κάπου και μετά
. . . του χρόνου
- Θα τα ξαναπούμε, καλές διακοπές.
Κι εκεί που σκέφτομαι ότι «οι άνθρωποι αποτελούν το περιβάλλον. Δεν έχει σημασία ο χώρος.» άρα γιατί να μετακινούμαστε και να μην καθόμαστε στο σπίτι μας, και σε συνδυασμό με το «Τι δυο μέρες τι 15, διακοπές είναι», άρα 52 σαββατοκύριακα που έχει η χρονιά, ο Έλληνας είναι προνομιούχος και δεν το ξέρει, αφού μπορεί να κάνει 52 φορές το χρόνο διακοπές στο σπίτι του, να και το .. . . τρίτο καρρέ.
Μόνο που τούτοι ήταν στο . . .πιο αλλέγκρο.
- Διακοπούλες, διακοπούλες;
- Τι διακοπούλες ρε Ευθύλογε μας δουλεύεις; Ένα σαββατοκύριακο είπαμε να ξεφύγουμε, όχι και διακοπές αυτή η κατάντια!
- Να μην κοροϊδεύουμε τον εαυτό μας τώρα. Διακοπές είναι αυτές; Διακοπές κάνουν αυτοί! Όχι εμείς! Πετάχτηκε ο άλλος.
Και με μια κίνηση του χεριού έδειξε ένα τεράστιο γιωτ που λικνίζονταν στο γαλάζιο του Ιονίου.
- Έλα τώρα, καλά περνάς και συ, προσπάθησα να τον παρηγορήσω ενώ κατά βάθος τούδινα δίκιο.
Το ψυλλιάστηκε φαίνεται και … τα πήρε στο κρανίο.
- Μη με δουλεύεις εμένα ακόμα δεν ήρθες. Εσύ έλεγες πάντα ότι πραγματικές διακοπές κάνεις μόνο αν έχεις σκάφος. Έ εμείς δεν έχουμε σκάφος, έχουμε κάτι άλλο που αρχίζει από σκα , καταλαβαίνεις Ευθύλογε;
Και τώρα δεν έχουμε προκοπή να ξεφύγουμε ούτε για 10 – 15 μέρες. Εκεί μας κατάντησαν. Ξέρεις πόσα θέλω για 20 μέρες διακοπές τώρα; Όσα ήθελα παλιά για όλο το χρόνο. Που θα τα βρω; . . . Τους μασκαράδες!
- Στέγνωσε η αγορά, κρίση παντού, ευτυχώς εδώ το κατάλαβαν και κράτησαν τις τιμές.
- Υπομονή, μπόρα είναι θα περάσει, είπε ο . . . μετεωρολόγος της παρέας.
Κοιταχτήκαμε γιατί κανένας μας δεν κατάλαβε αν με τη λέξη «μπόρα» εννοούσε την οικονομική κρίση, τους αρμόδιους για την κατάντια μασκαράδες, ή το επερχόμενο μπουρίνι που προμηνύονταν από τα μαύρα σύννεφα που σκέπαζαν γρήγορα τον ουρανό και από τον δυνατό αέρα που έφερνε σταγόνες και μόνο από τη γεύση τους καταλάβαινες αν ήταν θάλασσα ή βροχή.
Κι εγώ σκεφτόμουν . . . και μπερδευόμουν . . .

* * * * * *

[1] Ο πληθυντικός αφορά εμένα τη γυναίκα μου και έναν ομοιοπαθή φίλο με τη «σάρκα μία» επίσης. Μ’ αυτόν τα παλιά καλά χρόνια λέγαμε.
Θα πάρουμε και τις γυναίκες ή θα πάμε σαν άνθρωποι;
Η βασική αρχή ήταν «δεν παίρνουμε τρόφιμα και γυναίκες όταν πάμε στην εξοχή»
Θα βρούμε εκεί. Αυτά τα δυο είδη από την εξοχή έρχονται στις πόλεις. Εμείς θα τα πάμε πίσω; Κι έπειτα η ξενιτιά είναι ταλαιπωρία για τη γυναίκα.
(Είδατε φεμινιστικές ευαισθησίες ο Ευθύλογος;)
Προφανώς κάνω πλάκα. Εγώ πιστεύω οτι η γυναίκα είναι πάντα το καλλίτερο μισό του ζευγαριού και το . . . χαμηλότερο σημείο του Ουράνιου Παραδείσου. (Καφετζή σημείωσέ το αυτό, μάλλον σε . . . τάπωσα τώρα)

Τέλος 1ου μέρους

Φιλικά
Ευθύλογος

Υ.Γ. Με χαρά διαπίστωσα ότι προστέθηκαν καινούριοι φίλοι στο Καφενείο. Τους καλωσορίζω και τους εύχομαι να περάσουν καλά.
Ο καφές στους νέους φίλους από μένα καφετζή. Και τα λουλούδια στην κυρία επίσης.

Ο ίδιος