Γερμανός «σοφός»: «Το 3ο πρόγραμμα στήριξης προς την Ελλάδα θα είναι και το τελευταίο»

Σε συνέντευξή του σε εφημερίδα ο επικεφαλής του ισχυρότατου Συμβουλίου Εμπειρογνωμόνων της γερμανικής οικονομίας Κρίστοφ Σμιτ τονίζει την πεποίθησή του ότι το τρίτο πρόγραμμα στήριξης προς την Ελλάδα θα είναι και το τελευταίο, με συγκεκριμένες μόνο προϋποθέσεις που θα περιλαμβάνουν...
μεταξύ άλλων την συνεχή και στενή παρακολούθηση της εφαρμογής διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων.

Μιλώντας στον Βασίλη Δαλιάνη ο κ. Σμιτ, Πρόεδρος των αποκαλούμενων «Πέντε Σοφών της γερμανικής οικονομίας», του θεσμικού οργάνου που συμβουλεύει το Ομοσπονδιακό υπουργείο Οικονομικών, δηλώνει ότι η χώρα μας θα πρέπει να συνεχίσει να εφαρμόζει πρόσθετες διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις και να παραμείνει στην γραμμή της δημοσιονομικής πειθαρχίας, εάν επιθυμεί να αντιμετωπίσει μόνη της την επόμενη κρίση.

Απηχώντας την πάγια γερμανική θέση για την Ελλάδα η οποία δεν θα μπορεί να ζητήσει καμία περαιτέρω οικονομική βοήθεια από το Βερολίνο μετά τον Αύγουστο του 2018, ο κ. Σμιτ αναφέρεται θετικά στα μεγάλα πρωτογενή πλεονάσματα της χώρας τα οποία σχετίζει με την μείωση του χρέους, ζητεί την εφαρμογή μεταρρυθμίσεων και τη λήψη αντισταθμιστικών μέτρων, αν δεν επιτευχθούν τα επιδιωκόμενα αποτελέσματα.

Αναφορικά με τις προτάσεις του προέδρου της Γαλλίας Εμανουέλ Μακρόν για την μεταρρύθμιση της Ευρωζώνης, ο Σοφός της γερμανικής οικονομίας», εμφανίζεται συγκρατημένος για μια ταχεία συμφωνία ανάμεσα σε Παρίσι και Βερολίνο τονίζοντας ότι η θεσμική εμβάθυνση δεν είναι αυτοσκοπός αλλά ένα εργαλείο για την επίτευξη των στόχων της ΕΕ.

Αναλυτικά:

Κύριε Καθηγητά, η ελληνική κυβέρνηση ελπίζει πως τρίτο πρόγραμμα στήριξης θα είναι και το τελευταίο. Πιστεύετε ότι η Ελλάδα θα καταφέρει να σταθεί στα πόδια της μετά τον Αύγουστο ή μήπως το αφήγημα περί «καθαρής εξόδου» δεν είναι ρεαλιστικό;

Η Ελλάδα έχει σημειώσει σημαντική πρόοδο στη δημοσιονομική εξυγίανση. Η κυβέρνηση πέτυχε ένα πρωτογενές πλεόνασμα σχεδόν 4% το 2017 και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή προβλέπει για το 2018 και το 2019 περαιτέρω πλεονάσματα ακόμα και με την καταβολή των τόκων των δανειακών συμβάσεων. Ως εκ τούτου, το συνολικό δημόσιο χρέος έχει αρχίσει να μειώνεται. Εάν αυτοί οι αριθμοί διατηρηθούν, τότε φαίνεται ρεαλιστικό ότι το τρίτο πακέτο διάσωσης θα ήταν το τελευταίο, προς το παρόν. Ωστόσο, η Ελλάδα πρέπει να συνεχίσει να εφαρμόζει πρόσθετες αναγκαίες διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις και δεν μπορεί να εγκαταλείψει τη δημοσιονομική πειθαρχία, εάν προτίθεται να αντιμετωπίσει μόνη της την επόμενη κρίση.

Αν και η κυβέρνηση ψηφίζει όλα όσα ζητούν οι «Θεσμοί», υπάρχουν ανησυχίες ότι στην ουσία ελάχιστα πράγματα έχουν αλλάξει. Πως κρίνετε την λεγόμενη «αποτελεσματική εφαρμογή» των μεταρρυθμίσεων;

Πράγματι, η ελληνική κυβέρνηση κατάφερε να περάσει (από το Κοινοβούλιο) μια σειρά σημαντικών νομοσχεδίων και θεσμικών αλλαγών τα τελευταία χρόνια. Τα θετικά αποτελέσματα είναι ήδη ορατά. Για παράδειγμα η Ελλάδα επέστρεψε στην οικονομική ανάπτυξη και το ποσοστό ανεργίας βρίσκεται σε καθοδική τάση αν και αυτή δεν είναι ιδιαίτερα σημαντική. Ωστόσο, δεν έχουν εφαρμοστεί πλήρως όλες οι μεταρρυθμίσεις που έχουν υιοθετηθεί και για πολλές πρέπει να περάσει κάποιος χρόνος ώστε να φανεί ο πλήρης αντίκτυπός τους. Καθώς η οικονομική ανάκαμψη παραμένει εύθραυστη, η εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων είναι εξαιρετικά σημαντική και πρέπει να παρακολουθείται στενά, ώστε να είναι δυνατή η λήψη των αναγκαίων αντισταθμιστικών μέτρων, αν δεν επιτευχθούν τα επιδιωκόμενα αποτελέσματα.

Ο Πρόεδρος της Γαλλίας Εμμανουέλ Μακρόν επανέλαβε τις προτάσεις του για την μεταρρύθμιση της Οικονομικής και Νομισματικής Ένωσης, ζητώντας για παράδειγμα την τραπεζική ένωση με ένα σύστημα εγγύησης καταθέσεων και δημοσιονομικό χώρο για επενδύσεις στις χώρες της Ευρωζώνης. Πιστεύετε πως θα βρεθεί ένας συμβιβασμός ανάμεσα σε Παρίσι και Βερολίνο;

Οι περαιτέρω μεταρρυθμίσεις στην Ευρωζώνη είναι απαραίτητες για να εξασφαλιστεί η ανταγωνιστικότητα των κρατών - μελών της και να ενισχυθεί η αρχιτεκτονική της. Αλλά η κοινή δράση δεν είναι επωφελής σε όλους τους τομείς. Οι εθνικές κυβερνήσεις πρέπει να διατηρούν την αποκλειστική ευθύνη για την εφαρμογή μεταρρυθμίσεων που ενισχύουν την ανάπτυξη, που καθιστούν διατηρήσιμα τα δημόσια οικονομικά και εξασφαλίζουν τη μείωση της ανεργίας. Η ενότητα της ευθύνης και ελέγχου πρέπει να βρίσκεται πάντα στο επίκεντρο των προβληματισμών, καθώς, τελικά, μόνο μια ευρωπαϊκή αρχιτεκτονική που θα βασίζεται στην συμβατότητα κινήτρων θα αποτελέσει μια βιώσιμη δύναμη ειρήνης και ευημερίας. Η θεσμική εμβάθυνση δεν είναι αυτοσκοπός. Είναι ένα εργαλείο για την επίτευξη των στόχων της ΕΕ, οι οποίες περιλαμβάνουν την αυξανόμενη ευημερία σε μια παγκοσμιοποιημένη και ψηφιακή οικονομία.

Ο Πρόεδρος του Eurogroup Μάριο Σεντένο μιλώντας για την Ευρωζώνη στο περιθώριο της Εαρινής Συνόδου του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου δήλωσε ότι «ελλιπείς θεσμοί μπορούν να οδηγήσουν μόνο σε ελλειπή αποτελέσματα». Πιστεύετε ότι υπάρχει χρόνος για να εφαρμοστούν οι μεταρρυθμίσεις στην Ευρωζώνη μέχρι τις ευρωεκλογές του 2019;

Πράγματι, το θεσμικό πλαίσιο της ΟΝΕ είναι ελλιπές. Απουσιάζουν σημαντικά θεσμικά στοιχεία. Όπως για παράδειγμα η κατάργηση των προνομίων για την έκθεση του δημοσίου τομέα στον τραπεζικό δανεισμό ή επίσης η καθιέρωση ενός μηχανισμού αναδιάρθρωσης του δημόσιου χρέους. Ωστόσο, ορισμένες από τις μεταρρυθμίσεις που συζητούνται επί του παρόντος, λόγου χάρη η καθιέρωση μιας «δημοσιονομικής ικανότητας» στην Ευρωζώνη είναι λανθασμένες. Δεν είναι σαφές εάν μπορεί να επιτευχθεί συμφωνία σχετικά με τις θεσμικές μεταρρυθμίσεις πριν από τις επόμενες ευρωπαϊκές εκλογές. Παρά ταύτα οι μεγαλόπνοες μεταρρυθμίσεις που θα εφαρμοστούν σε μεταγενέστερο χρόνο, είναι πάντα πιο αποδοτικές από τις εσφαλμένες - αν και καλοπροαίρετες - που εφαρμόζονται άμεσα. Σε κάθε περίπτωση όμως, η διαδικασία μεταρρύθμισης της Ευρωζώνης δεν μπορεί να ολοκληρωθεί μέχρι τις επόμενες εκλογές.

Το παρόν Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο έχει τους περισσότερους ευρωσκεπτικιστές στην ιστορία του. Υπάρχει περίπτωση μετά τις ευρωεκλογές του το 2019 να δούμε ακόμα περισσότερα μέλη του να εκφράζουν ευρωσκεπτικιστές απόψεις;

Μια βιαστική στρατηγική για την περαιτέρω εμβάθυνση της ΕΕ σε μια προσπάθεια να εμποδιστούν τα εευρωσκεπτικιστικά κόμματα από το να εισέλθουν στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή σε εθνικά κοινοβούλια είναι καταδικασμένη να αποτύχει. Αντίθετα, ο στόχος πρέπει να είναι η ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας, της ανθεκτικότητας και της ευημερίας της Ευρώπης. Πολλές προκλήσεις που βλέπουμε σήμερα μπορούν να αντιμετωπιστούν καλύτερα σε ευρωπαϊκό επίπεδο παρά σε εθνικό. Η κλιματική αλλαγή, η μετανάστευση και η εθνική ασφάλεια είναι μερικά καλά παραδείγματα. Αυτά θα έκαναν τα πλεονεκτήματα της συμμετοχής στην Ευρωπαϊκή Ένωση περισσότερο εμφανή στους πολίτες και, ως εκ τούτου, θα ενίσχυαν την αναγνώριση εκ μέρους τους, του ευρωπαϊκού οράματος.