Την έπεσαν στον Παύλο Ψωμιάδη στα δικαστήρια

Την οργή των χαμένων επενδυτών που εμπιστεύτηκαν τα χρήματά τους στην εταιρεία ΑΣΠΙΣ ΚΑΠΙΤΑΛ του Παύλου Ψωμιάδη και ζητούν την παραδειγματική του τιμωρία, συνάντησε ο κατηγορούμενος επιχειρηματίας πριν ακόμη η δικαιοσύνη αποφασίσει για την ποινική του μεταχείριση.

«Απατεώνα», «Γιατί μας κατέστρεψες;», «Βάλτε τους κλέφτες στη φυλακή», άρχισαν να φωνάζουν περισσότεροι από πενήντα άνθρωποι που είχαν επενδύσει τα χρήματά τους στην εταιρεία συμφερόντων του κ. Π. Ψωμιάδη και έχασαν τις περιουσίες τους.

Μόλις ο κατηγορούμενος προσήχθη στα δικαστήρια της πρώην Σχολής Ευελπίδων οι σγκεντρωμένοι επιτέθηκαν σε βάρος του και........... οι ελάχιστοι αστυνομικοί που ήταν παρόντες δεν κατάφεραν να συγκρατήσουν την οργή και την αγανάκτηση του πλήθους.

Μπουκάλια με νερό, πλαστικά κυπελάκια με καφέ, ακόμα και νεράντζια από τα δέντρα στον προαύλιο χώρο της Ευελπίδων χρησιμοποίησαν οι επενδυτές με στόχο τον αντίδικό τους.

Κάθε φορά που ο κατηγορούμενος εμφανιζόταν στο οπτικό τους πεδίο, πάντοτε συνοδεία αστυνομικών, οι σκηνές επαναλαμβάνονταν, ενώ υπήρξαν και στιγμές που λίγο έλειψε να τον λιντζάρουν.

Ο κατηγορούμενος μάλιστα επέστρεψε τις ύβρεις, κάνοντας χειρονομίες προς το συγκεντρωμένο πλήθος, γεγονός που εξόργισε ακόμα περισσότερο τους επενδυτές που περιμένουν την ετυμηγορία της δικαιοσύνης για τον κατηγορούμενο, τον οποίο θεωρούν υπαίτιο για την οικονομική τους κατασταροφή.

Οι επενδυτές εξάλλου καθιστούσαν σαφή την παρουσία τους στα δικαστήρια, καθώς είχαν αναρτήσει στην κεντρική είσοδο των δικαστηρίων πανό και είχαν «καρφώσει» στα κάγκελα της πύλης μαύρες σημαίες.

«Το σύστημα φτιάχνει τους Ψωμιάδηδες και το κράτος τους συντηρεί», έγραφε χαρακτηριστικά ένα πανό που υπέγραφε ο Σύλλογος Ζημιωθέντων Ασφαλισμένων της εταιρείας ΑΣΠΙΣ.

Οι σκηνές που κάθε άλλο παρά συνηθισμένες ήταν για τα δικαστήρια σε υποθέσεις οικονομικού εγκλήματος, είχαν σαν αποτέλεσμα ο Π. Ψωμιάδης κυριολεκτικά να φυγαδευτεί από την Ευελπίδων, χωρίς όμως και πάλι να καταφέρει να γλιτώσει από την οργή των επενδυτών του.

Ωστόσο,το νέο ραντεβού του κατηγορούμενου με τον 6ο τακτικό ανακριτή ενώπιον του οποίου θα απολογηθεί για τα κακουργήματα της απάτης και της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες (ξέπλυμα βρώμικου χρήματος), επιχειρείται να κρατηθεί ως... επτασφράγιστο μυστικό, ώστε να μην επαναληφθούν οι ίδιες σκηνές κατά την προσαγωγή του.

Σε κάθε περρίπτωση πάντως,όπως εκτιμούν και νομικοί, με βάση το γεγονός ότι το ένταλμα συλληψης του επιχειρηματια εκδόθηκε την περασμένη Τρίτη και πρέπει –εκ του νόμου– να έχει απολογηθεί εντός πενθημέρου, υπολογίζεται ότι μέσα στο Σαββατοκύριακο θα βρεθεί ξανά τετ-α- τετ με τον ανακριτή.

Η μοναδική περίπτωση να μεταφερθεί η πιθανή απολογία του την επόμενη εβδομάδα είναι να συναινέσει ο ίδιος ο κατηγορούμενος στην παράταση της κράτησής του, μέχρις ότου ανακριτή και εισαγγελέας αποφασίσουν μετά την απολογία του για το αν αφεθεί ελεύθερος ή κριθεί προφυλακιστέος και οδηγηθεί στις φυλακές του Κορυδαλλού.

Πριν την απολογία του ο Π. Ψωμιάδης, επιχειρώντας να υπερασπίσει τον εαυτό του, πρότεινε και εξετάστηκαν ως μάρτυρες δύο συνεργάτες του.

Κάποια στιγμή όταν άνοιξε η πόρτα του ανακριτικού γραφείου και βγήκε ένας άνδρας από μέσα, οι συγκεντρωμένοι επενδυτές θεωρώντας ότι αυτός ήταν ο συνεργάτης του Π. Ψωμιάδη επιτέθηκαν φραστικά εναντίον του και κινήθηκαν απειλητικά προς την πλευρά του.

Μόνο που ο... στόχος τους αποδειχθηκε λανθασμένος, καθώς μπέρδεψαν τον ανακριτή με τον μάρτυρα υπεράσπισης του κατηγορούμενου.

Ο δικαστικός λειτουργός ζήτησε να κρατηθεί μέχρι το μεσημέρι ο άνδρας που του επιτέθηκε, ενώ για τη διασφάλιση της τάξης και της δίκαιης μεταχείρισης του κατηγορούμενου,όπως επιτάσσει ο νόμος και η δικονομία, ζήτησε από τη φρουρά να απομακρύνει από τον όροφο που στεγάζονται τα ανακριτικά γραφεία το συγκεντρωμένο πλήθος.

Από το στόχαστρό τους, πάντως, δεν ξέφυγε ούτε ο πραγματικός μάρτυρας υπεράσπισης, ο οποίος έφυγε κυνηγημένος από τα δικαστήρια υπό τις αποδοκιμασίες των επενδυτών, οι οποίοι έχουν δηλώσει παράσταση πολιτικής αγωγής μέσω των δικηγόρων τους, κ.κ. Γιάννη και Μιχάλη Μαρκουλάκου.