Τι δεν ξέρουμε για τους Κινέζους

Ανώνυμος

 


Η Δύση δεν καταλαβαίνει, αλλά η συγγραφέας Τζιν Κεγιού ερμηνεύει τις αντιφάσεις του σύγχρονου κινεζικού πολιτισμού

Η Τζιν Κεγιού μιλάει άπταιστα αγγλικά και γαλλικά, σπούδασε στο Χάρβαρντ και διδάσκει στο LSE του Λονδίνου. Παρά ταύτα, παραμένει υπερήφανα Κινέζα. Πολλοί Ευρωπαίοι και Αμερικανοί εκπλήσσονται όταν Κινέζοι, που έχουν γευθεί ό,τι καλύτερο έχει να προσφέρει η Δύση, συνεχίζουν να προτιμούν τη γενέτειρά τους.

Μα πώς μπορούν να αγνοούν την καταπίεση των Ουιγούρων και των Θιβετιανών; Τη ρύπανση; Τις απειλές κατά της Ταϊβάν; αναρωτιούνται δυτικοί παρατηρητές. Η Τζιν, που εξέδωσε πρόσφατα βιβλίο για τη σύγχρονη Κίνα, δεν αγνοεί τα προβλήματα της χώρας της, επιλέγοντας να τα εξετάσει υπό νέο πρίσμα, απαλλαγμένο από δυτικές προκαταλήψεις. Οι Κινέζοι σε ποσοστό 95% δηλώνουν ότι εμπιστεύονται την κυβέρνησή τους, παρότι συνειδητοποιούν ότι το πολίτευμα της χώρας τους δεν είναι δημοκρατικό.

Μόλις το 33% των Αμερικανών εμπιστεύεται την κυβέρνηση της χώρας του. «Οι Κινέζοι θέλουν η κυβέρνηση να παρεμβαίνει σε κοινωνικά και οικονομικά θέματα και δεν θεωρούν ότι αυτό παραβιάζει τα ατομικά τους δικαιώματα», γράφει η Τζιν. Η Τζιν περιγράφει στο βιβλίο της το κινεζικό οικονομικό θαύμα, υπογραμμίζοντας ότι η κινεζική ηγεσία «επιθυμεί ένθερμα» να εμποδίσει τη διεύρυνση του εισοδηματικού χάσματος, αίτιο καχυποψίας και εξτρεμισμού. Η Κίνα απαιτεί από τις επιχειρήσεις της να είναι «χέφα, χελί και χετζίνγκ» (νόμιμες, λογικές και να έχουν ενσυναίσθηση).

Σε συνέντευξη που μου παραχώρησε την περασμένη εβδομάδα η Τζιν τη ρώτησα αν συγκρατήθηκε στην πρόζα της, προκειμένου να μη θίξει την κινεζική ηγεσία. «Δεν αναφέρομαι σε πολιτικά ζητήματα. Η έμφασή μου είναι στην οικονομία. Ισως θα έπρεπε να επισημάνω ότι στην Κίνα τα προβλήματα που απασχολούν κατά προτεραιότητα την κοινωνία έχουν τοπικό χαρακτήρα. Οι Κινέζοι δεν σκέφτονται και τόσο πολύ την Αμερική», λέει η συγγραφέας.

Ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχει η περιγραφή της Τζιν για τη «δημοτική οικονομία» και τη σημασία των τοπικών αρχών. Η Κίνα προσπαθεί να εξασφαλίσει την αξιοκρατία στους γραφειοκρατικούς θεσμούς της (παρότι κρούσματα διαφθοράς παραμένουν). Δημόσιοι υπάλληλοι, οι οποίοι αριστεύουν, μετατάσσονται για να ενισχύσουν την πείρα τους.

Τα εκλεγμένα στελέχη της τοπικής αυτοδιοίκησης συνήθιζαν να ασχολούνται με την παραγωγικότητα, ωθώντας κρατικές επιχειρήσεις να αυξήσουν την παραγωγή ατσαλιού, τσιμέντου κ.λπ. Σήμερα, σύμφωνα με την Τζιν, οι δήμαρχοι αφιερώθηκαν στην ανάδειξη της δημιουργικότητας του ιδιωτικού τομέα.

Οταν ρώτησα την Τζιν αν ο πρόεδρος Σι Τζινπίνγκ προσπαθεί να ανακτήσει τον έλεγχο της οικονομίας για λογαριασμό του κράτους, μου σύστησε να μη στέκομαι στις μεγαλόσχημες κυβερνητικές ανακοινώσεις. «Ο πιο αξιόπιστος δείκτης της κινεζικής οικονομίας ήταν η αγωνιωδώς αργή ανάκαμψη της εθνικής οικονομίας από την κρίση της πανδημίας. Η κυβερνητική καχυποψία απέναντι στον ιδιωτικό τομέα ευθύνεται γι’ αυτή την καθυστέρηση», λέει η Τζιν.

Παρότι πολλοί στη Δύση σχολιάζουν τη νέα τάση της κινεζικής νεολαίας που αμφισβητεί τα παραδοσιακά πρότυπα προσωπικής και επαγγελματικής επιτυχίας, η Τζιν επιμένει ότι η νεολαία στην Κίνα παραμένει κοινωνικά και πολιτικά ενεργή. «Οι νέοι στην Κίνα είναι ανοιχτοί, κοινωνικά συνειδητοποιημένοι, πιο ανεκτικοί και πρόθυμοι να αποδεχθούν τη διαφορετικότητα. Αυτό, όμως, δεν τους κάνει φιλοαμερικανούς. Τους αρέσουν το Χόλιγουντ, το ΝΒΑ και τα ταξίδια στη Δύση, αλλά αυτό δεν αναιρεί τον σεβασμό και την αγάπη τους για τον κινεζικό πολιτισμό. Κύριος στόχος τους είναι να αποφύγουν έναν καπιταλισμό αμερικανικού τύπου. Θα ήθελαν να γίνουν μια μεγαλύτερη και εξυπνότερη Γερμανία με ελεγχόμενο καπιταλισμό», λέει η συγγραφέας.

in.gr