Προς ανανέωση της κυριαρχίας του βαδίζει ο Ερντογάν...

 
Με σχεδόν το σύνολο των δημοσκοπήσεων να δίνουν πλέον άνετο προβάδισμα νίκης στον Ταγίπ Ερντογάν, οι Τούρκοι πολίτες ετοιμάζονται για τον β' γύρο των προεδρικών εκλογών στη γειτονική χώρα, που θα διεξαχθούν αυτήν την Κυριακή, 28 Μαΐου. Στον... α' γύρο, ο απερχόμενος πρόεδρος έλαβε το 49,5% των ψήφων, διαψεύδοντας τα προγνωστικά που έδειχναν νίκη του ηγέτη της αντιπολίτευσης, Κεμάλ Κιλιτσντάρογλου, ο οποίος τελικά περιορίστηκε στο 44,9%. 


Οι εκλογές αυτές αποτελούν τη μεγαλύτερη πρόκληση για τον Ερντογάν στην 20ετή κυριαρχία στην τουρκική πολιτική σκηνή. Διεξάγονται μέσα σε ένα έντονο φορτισμένο κλίμα, με καταγγελίες για υποκλοπές, μονόπλευρη προβολή κ.ά., αλλά και με αξιοσημείωτη μεταστροφή της χώρας προς τον εθνικισμό και την Ακροδεξιά. 

Πρόσφατα, ο Ερντογάν έλαβε σημαντική ώθηση μετά τη δήλωση στήριξης από τον Σινάν Ογάν, πρώην βουλευτής της άκρας δεξιάς που ήρθε τρίτος στον α΄ γύρο των προεδρικών εκλογών, συγκεντρώνοντας ποσοστό 5,2%. 


Με το βλέμμα στους ακροδεξιούς ψηφοφόρους, οι δύο «μονομάχοι» της προεδρίας προχώρησαν τα τελευταία 24ωρα σε ακραία εθνικιστικούς τόνους εν όψει του β’ γύρου. Μάλιστα ο κεμαλιστής Κιλιτσντάρογλου φλέρταρε επικίνδυνα με την εθνικιστική Ακροδεξιά, διακινδυνεύοντας να απωλέσει τους αριστερούς ψηφοφόρους του φιλοκουρδικού κόμματος HDP.

Επιδιώκοντας δηλαδή να πάρει ώθηση στον δεύτερο γύρο από εθνικιστές ψηφοφόρους, ο Κιλιτσντάρογλου όξυνε τον αντιμεταναστευτικό τόνο του και υποσχέθηκε να επαναπατρίσει μετανάστες. Πάντως το HDP, «κατανοώντας» την ανάγκη να ηττηθεί ο Ερντογάν, συνέχισε τη στήριξή του στον Κιλιτσντάρογλου.

Επίσης, τις τελευταίες ημέρες ήρθαν στο προσκήνιο καταγγελίες για παρακολούθηση Κιλιτσντάρογλου από τις τουρκικές αρχές ασφαλείας: Γερμανοί εισαγγελείς απήγγειλαν κατηγορίες εναντίον τεσσάρων ατόμων για μη εξουσιοδοτημένη πώληση λογισμικού κατασκοπείας στις τουρκικές υπηρεσίες ασφαλείας, με τον ισχυρισμό ότι λίγες μέρες πριν από τις κρίσιμες εκλογές χρησιμοποιήθηκε για την παρακολούθηση της τουρκικής αντιπολίτευσης.

Σημειώνεται ότι στις εκλογές αυτές θα κριθεί όχι μόνο το ποιος θα ηγηθεί της Τουρκίας, αλλά και το πώς θα κυβερνηθεί η χώρα, προς τα πού θα κατευθυνθεί η οικονομία της και ποια μορφή θα έχει η εξωτερική πολιτική της. 

Ο δεύτερος γύρος των εκλογών λαμβάνει χώρα τρεις μήνες μετά τους σεισμούς στη νοτιοανατολική Τουρκία που στοίχισαν τη ζωή σε περισσότερους από 50.000 ανθρώπους, ωστόσο μέχρι στιγμής δεν φαίνεται να κοστίζει στον απερχόμενο πρόεδρο.

Η κυριαρχία και η διακυβέρνηση Ερντογάν

Μακροβιότερος ηγέτης της σύγχρονης Τουρκίας, ο Ερντογάν είναι στην πατρίδα του ο πρωταθλητής της θρησκευτικής ευσέβειας και των χαμηλών τραπεζικών επιτοκίων, ενώ επιδιώκει να επιβεβαιώσει την τουρκική επιρροή στην περιφέρεια και να χαλαρώσει τις σχέσεις της χώρας του, μέλους του ΝΑΤΟ, με τη Δύση. Είναι ο πιο ισχυρός ηγέτης που είχε ποτέ η Τουρκία μετά την ίδρυση της σύγχρονης τουρκικής δημοκρατίας πριν από έναν αιώνα από τον Μουσταφά Κεμάλ και, μαζί με το κόμμα του, το AKP, έχει απομακρύνει το τουρκικό κράτος από τον κοσμικό χαρακτήρα που του είχε δώσει ο ιδρυτής του.

Ο Ερντογάν συγκέντρωσε επίσης την εξουσία σε μια εκτελεστική προεδρία της Δημοκρατίας, η οποία έχει την έδρα της σ' ένα μέγαρο 1.000 δωματίων στις παρυφές της Άγκυρας και καθορίζει την πολιτική σε ό,τι αφορά την οικονομία, την ασφάλεια, τις εσωτερικές και τις διεθνείς υποθέσεις.

Οι επικριτές του Ερντογάν λένε πως η κυβέρνησή του έχει φιμώσει τους διαφωνούντες, έχει διαβρώσει τα δικαιώματα και έχει θέσει υπό τον έλεγχό της το δικαστικό σύστημα, μια κατηγορία την οποία αρνούνται αξιωματούχοι, οι οποίοι υποστηρίζουν πως η κυβέρνηση του Ερντογάν προστάτευσε τους πολίτες έναντι απειλών για την ασφάλεια, περιλαμβανομένης μιας απόπειρας πραξικοπήματος το 2016.

Οικονομολόγοι λένε πως οι εκκλήσεις του Ερντογάν για χαμηλά επιτόκια αύξησαν πέρυσι τον πληθωρισμό στο 85%, το υψηλότερο επίπεδό του εδώ και 24 χρόνια, και μείωσαν την ισοτιμία της λίρας στο ένα δέκατο της αξίας της έναντι του δολαρίου κατά την τελευταία δεκαετία.

Υπό τον Ερντογάν, η Τουρκία έχει προχωρήσει σε επίδειξη στρατιωτικής ισχύος στη Μέση Ανατολή και πέραν αυτής, εξαπολύοντας τέσσερις επιδρομές στο έδαφος της Συρίας, διεξάγοντας επίθεση εναντίον κούρδων μαχητών μέσα στο Ιράκ και στέλνοντας στρατιωτική υποστήριξη στη Λιβύη και στο Αζερμπαϊτζάν.  Η Τουρκία είχε επίσης μια σειρά διπλωματικών συγκρούσεων με περιφερειακές δυνάμεις, τη Σαουδική Αραβία, την Αίγυπτο, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και το Ισραήλ, καθώς και μια αντιπαράθεση με την Ελλάδα και την Κύπρο για την οριοθέτηση των θαλάσσιων ζωνών στην ανατολική Μεσόγειο, μέχρι που πριν από δύο χρόνια επιδίωξε να προσεγγίσει μερικούς από τους αντιπάλους της.

Η αγορά από τον Ερντογάν ρωσικών συστημάτων αντιαεροπορικής άμυνας προκάλεσε κυρώσεις από τη βιομηχανία όπλων των ΗΠΑ εναντίον της Άγκυρας, ενώ η εγγύτητά του με τον ρώσο πρόεδρο Βλαντίμιρ Πούτιν έκανε επικριτές να αμφισβητήσουν τη δέσμευση της Τουρκίας στη δυτική συμμαχία του ΝΑΤΟ. Οι αντιρρήσεις της Άγκυρας στην ένταξη της Σουηδίας και της Φινλανδίας στο ΝΑΤΟ προκάλεσαν επίσης εντάσεις.

Ωστόσο η Τουρκία μεσολάβησε επίσης για μια συμφωνία για τις εξαγωγές ουκρανικών σιτηρών, υπογραμμίζοντας τον εν δυνάμει ρόλο που διεκδικεί ο Ερντογάν στις προσπάθειες για τον τερματισμό του πολέμου στην Ουκρανία. Δεν είναι σαφές ότι ένας διάδοχος θα έχει το ίδιο προφίλ που εκείνος δημιούργησε στην παγκόσμια σκηνή, κάτι που ο Ερντογάν υπογράμμισε στη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας του.

Οι υποσχέσεις της αντιπολίτευσης

Δύο κύρια αντιπολιτευόμενα κόμματα, το κοσμικής κατεύθυνσης Ρεπουμπλικανικό Λαϊκό Κόμμα (CHP) και το κεντροδεξιό εθνικιστικό Κόμμα Ιγί, έχουν συμμαχήσει με τέσσερα μικρότερα κόμματα με βάση ένα πρόγραμμα που θα ανατρέψει πολλές από τις πολιτικές που φέρουν την υπογραφή του Ερντογάν.

Δεσμεύθηκαν να αποκαταστήσουν την ανεξαρτησία της κεντρικής τράπεζας και να αλλάξουν την ανορθόδοξη οικονομική πολιτική του Ερντογάν. Θα διαλύσουν επίσης την εκτελεστική προεδρία του επαναφέροντας το προηγούμενο κοινοβουλευτικό σύστημα και θα στείλουν τους σύρους πρόσφυγες πίσω στην πατρίδα τους. Έχουν επίσης στόχο να βελτιώσουν τις σχέσεις με τους δυτικούς συμμάχους, περιλαμβανομένων των Ηνωμένων Πολιτειών, και να επαναφέρουν την Τουρκία στο πρόγραμμα του μαχητικού αεριωθουμένου F-35, από το οποίο αποκλείσθηκε αφού αγόρασε ρωσικά πυραυλικά συστήματα αντιαεροπορικής άμυνας.

Αναλυτές πιστεύουν πως οι πολιτικές που υπόσχεται η αντιπολίτευση μπορούν να τονώσουν τις ξένες επενδύσεις.