Υπάρχει καλύτερο ίδρυμα και το θέλουμε...


 Κάθε φορά που αποκαλύπτεται ένα σκάνδαλο κακοποιήσεων σε ιδιωτικές δομές ξεσπά αμέσως ιερή αγανάκτηση: η φροντίδα και η πρόνοια δεν πρέπει να αφήνονται στους ιδιώτες, δεν πρέπει να ασκούνται με όρους φιλανθρωπίας που δημιουργεί αναπόφευκτα άνισες σχέσεις εξάρτησης. 

Να τις αναλάβει το κράτος με... τους ειδικούς και τους επιστήμονές του, την άρτια οργάνωση και τις αυστηρές διαδικασίες του. Το ίδιο κράτος που δεν περνάει μέρα χωρίς να αποκαλυφθεί μία τουλάχιστον περίπτωση κακοποίησης, ή παραμέλησης σε ιδρύματά του. 
Λόγω αδιαφορίας ή και ενεργής συμμετοχής των ίδιων των ειδικών, των οποίων χάρη στην πεφωτισμένη επιστημονική γνώση, εφαρμοσμένη σε δομές με εξίσου επιστημονική οργάνωση, έλεγχο και λογοδοσία, τέτοια φαινόμενα θα έπρεπε να έχουν εκλείψει. 
Αλλά οι εκκλήσεις αφορούν ένα ιδεατό κράτος που υπερίπταται των κοινωνικών/πολιτισμικών ανταγωνισμών και εμφανίζεται σαν από μηχανής Θεός για να τις επιλύσει, αποφασιστικά και δίκαια.
Όταν βέβαια το πρόβλημα αγγίζει τις κρατικές δομές τότε η αγανάκτηση απαιτεί την αποϊδρυματοποίηση και τον έλεγχο από την αφηρημένη κοινωνία των πολιτών. 
Για να ξεσπάσει λίγο μετά κάποιο άλλο σκάνδαλο, οικογενειακής κακοποίησης ετούτη τη φορά, οπότε η οργή κατευθύνεται στην αγία ελληνική οικογένεια, αυτόν τον αντιδραστικό θεσμό που καταπιέζει τα μέλη του και τα γεμίζει με τραύματα και νευρώσεις αλλά και στην κοινωνία που αδιαφορεί μπροστά στη φρίκη. 
Τότε οι εκκλήσεις επιστρέφουν στο κράτος, αφενός να αναλάβει τη φροντίδα των ευάλωτων με τους επιστήμονες και τους ειδικούς του, αφετέρου να πατάξει τους κακοποιητές με τις (όλο και πιο) αυστηρές ποινές του.
Κάπως έτσι η όλη συζήτηση ανακυκλώνεται ανάμεσα στα ευχολόγια, την ηθικολογία και την τελετουργική αγανάκτηση και η πολιτική έχει εκπέσει σε ένα ατελείωτο θέαμα, μια διαστροφική κλειδαρότρυπα επαναλαμβανόμενων σκανδάλων με ηδονοβλεπτικούς θεατές όλους και όλες εμάς. 
Και όλα αυτά τη στιγμή που η επιτήρηση και οι πειθαρχικές/κατασταλτικές πρακτικές των κλειστών δομών, μαζί με τους ηθικοκανονιστικούς λόγους που τις πλαισιώνουν, εκρέουν συστηματικά από το κράτος στην (υποτιθέμενα) ανοικτή κοινωνία, με αποτέλεσμα τα όρια ανάμεσα στο ίδρυμα και την αποϊδρυματοποίηση να γίνονται όλο και πιο δυσδιάκριτα. Όχι μόνο για τις «παθολογικές» περιπτώσεις, «επιστημονικά» διαγνωσμένες φυσικά, αλλά για τους πάντες. 
Σε σημείο να μη μπορείς να ξεχωρίσεις το «μέσα» από το «έξω» και το συλλογικό φαντασιακό να ξεπέφτει στο… υπάρχει καλύτερο ίδρυμα και το θέλουμε.