Πόσο Λιάγκα αντέχεις;...

 
Δεν περιμένεις μεγάλα κείμενα μέσα στη φρίκη. Βασικά, δεν περιμένεις κανένα φως. Ο ταξιτζής που με μεταφέρει με υπαγορευμένη ευγένεια στο ραντεβού μου, μου λέει για τον Λιάγκα και πόσο έξαλλος είναι με αυτά που βγάζει κάθε πρωί. “Χρόνια τώρα στην Κωνσταντινουπόλεως γίνεται εμπόριο ανηλίκων. Κάποια έρχονται μόνα τους”, μου λέει, “με... τις σχολικές τσάντες ακόμα στον ώμο και από κάτω ντυμένα ο Θεός φυλάξει”. Μου τα λέει με τη σιγουριά ανθρώπου που έχει δει πολλά, αλλά και τι να τα κάνει, μου λέει.

Δεν παλεύει να ανοίξει κουβέντα, δεν κοιτάει μέσα από τον καθρέφτη να δει τι εντύπωση μου κάνουν όλα αυτά. Στον εαυτό του τα λέει κάπως απελπισμένος. Τα λέει γιατί τα πιστεύει. Σκέφτομαι, αγενώς βουβά, ότι όλοι αυτοί οι νοικοκυραίοι που μέρες τώρα πέφτουν από τα σύννεφα, μια χαρά γνώριζαν και μια χαρά είχαν δει, απλώς η φασαρία με την υπόθεση της 12χρονης τους τράβηξε μια κουρτίνα που έριξε φως στο πόσο περιφρονούν (ή δεν κατάλαβαν ποτέ) το τι σημαίνει να είσαι παιδί στο έλεος ενός αρπακτικού. Κορίτσι, αλλά παιδί.

Και η μαύρη αλήθεια είναι πόσο Λιάγκα να αντέξεις; Δεν είναι προσωπικό το ζήτημα, εδώ δεν γίνεται καμία ανασκόπηση του πρότερου δείγματος γραφής του παρουσιαστή, δεν έχει να κάνει καν με την (όποια) αισθητική της εκπομπής που παρουσιάζει. Είναι, όμως, τόσο παράξενο ότι δεν αντιλαμβάνεται ούτε ο ίδιος ούτε κάποιος από τους συνεργάτες του, ότι απλώς δεν είναι ούτε λογικό ούτε ωφέλιμο για την υπόθεση να υπάρχει “ενημέρωση” για το παραμικρό μήνυμα της 12χρονης, για τη συμπεριφορά της τώρα στη δομή όπου διαμένει, για το τι έκαναν τα αδέλφια της όσο εκείνη βίωνε τη φρίκη που βίωνε, πώς της συμπεριφερόταν η μητέρα της (άλλη ανατριχίλα κι αυτή), οι ιατροδικαστές, οι γνωματεύσεις, τα αλισβερίσια…

Κάθε πρωί όλο και πιο μέσα στη φρίκη, όλο και περισσότερες λεπτομέρειες για την ανήλικη, όλο και πιο συγκεκριμένες οι “αποκαλύψεις”, όλο και πιο γλαφυρά τα στοιχεία από τη δικογραφία. Ένας ατέλειωτος πολτός πληροφορίας που εστιάζει στο παιδί. Στα παιδιά αυτής της οικογένειας, λες και όταν φύγουν τα φώτα από πάνω τους, αυτά δεν θα επιστρέψουν στη ζωή, δεν θα έχουν κρεμαστεί στα μανταλάκια με κάθε πιθανό τρόπο, δεν θα πρέπει να αντιμετωπίσουν και αυτή την επίθεση. Γιατί η κοινωνία ακούει ό,τι θέλει να ακούσει και συγκρατεί ό,τι υπηρετεί το δόγμα “του κουνιόταν”. Κανένα έλεος, καμία διακριτικότητα, καμία προστασία. Μόνο ιαχές και τηλεθέαση.

Για να διαβασετε ολόκληρο το κείμενο της Χριστινας Γαλανοπουλου, πατήστε ΕΔΩ...