Η άκομψη μαξιλαρο-συζήτηση...


 Αν και είναι κατανοητό το γιατί γίνεται, αυτή η συζήτηση περί του ποιος δημιούργησε το περίφημο «μαξιλάρι» των 39 δισ. ευρώ στα... δημόσια ταμεία (που τώρα θρυλείται πως είναι αισθητά μικρότερο κοντά στα 30 δις) είναι επιεικώς άκομψη. Πρόκειται για μία αντιπαράθεση ανάμεσα στην Νέα Δημοκρατία και τον ΣΥΡΙΖΑ, που μαίνεται τα τελευταία δύο χρόνια.

Από τότε που ο Κυριάκος Μητσοτάκης επιχείρησε να οικειοποιηθεί, την μέθοδο που χρησιμοποίησε η προηγούμενη κυβέρνηση προκειμένου να κερδίσει την «εμπιστοσύνη» των δανειστών της χώρας. Την «εμπιστοσύνη» που ο σημερινός πρωθυπουργός θεωρεί (δικαίως μάλλον) ότι έχει διασφαλίσει με την πολιτική του. Μια και αυτή συμπίπτει με τις πλέον νεοφιλελεύθερες αντιλήψεις στην Ευρωπαϊκή Ένωση.

Η αντιπαράθεση αναζωπυρώθηκε μετά από την πρόσφατη ανάρτηση του Ευκλείδη Τσακαλώτου, που επανέφερε το ερώτημα. Αναρωτώμενος τι εννοεί ο Κυριάκος Μητσοτάκης όταν μιλά για «το μαξιλάρι που εμείς χτίσαμε».

Στο θέμα επανήλθε και χθες στην Βουλή ο πρώην αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών του ΣΥΡΙΖΑ Τρύφωνας Αλεξιάδης, αφού στην συζήτηση του νομοσχεδίου για τον νέο Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων πίεζε τον Απόστολο Βεσυρόπουλο να δώσει μια απάντηση για το ποιος συγκέντρωσε αυτά τα δισεκατομμύρια. Έτσι για την ιστορία, ο νυν υφυπουργός Οικονομικών απέφυγε να απαντήσει στο ερώτημα.

Ο άκομψος χαρακτήρας αυτή της διελκυστίνδας, συνίσταται στο ότι το «μαξιλάρι» το «έραψε» η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ και το «πλασσάρει» σήμερα ως μέρος της … «προίκας» της η Νέα Δημοκρατίας. ‘Όμως αυτός που … «γέμισε» το μαξιλάρι, είναι ο φορολογούμενος πολίτης. Με μία πολυετή σκληρή φορολόγηση προκειμένου να καλυφθούν «μαύρες τρύπες» που δεν συνέβαλε στην δημιουργία τους. Αν δεν υπήρχε ο φορολογούμενος άπαντες θα έμεναν με την …«μαξιλαροθήκη».

Η κυρίαρχη ερμηνεία μάλιστα, θέλει το «μαξιλάρι» αυτό να δημιουργήθηκε σχεδόν κατ’ αποκλειστικότητα από την φορολογία της «μεσαίας τάξης». Ισχυρισμός που βρίσκεται μάλλον στον αέρα. Πρώτον γιατί ουδείς έχει ακόμη καταφέρει να προσδιορίσει (φορολογικά έστω) αυτή την «μεσαία τάξη».

Δεύτερον γιατί είμαστε μία συγκριτικά μικρή χώρα, με αποτέλεσμα η κοινωνική διαστρωμάτωση να μην είναι τόσο «διακριτή» όσο σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες, όπου τα ταξικά «χάσματα» είναι πολύ μεγαλύτερα. Είμαστε μια χώρα όπου τις περικοπές στις αποδοχές του συνταξιούχου, πληρώνει η «έμπορος» κόρη του, και οι εισοδηματικές απώλειες της άνεργης κόρης, καλύπτονται από το μηνιάτικο του μισθωτού πατέρα, ενώ αν χρειαστεί «τσοντάρει» κι ο ξάδερφος που έχει μια μικρή επιχείρηση με 6 εργαζόμενους.

Το τελικό συμπέρασμα είναι πως είμαστε ικανοί να συζητάμε επί μήνες και χρόνια, για πράγματα που αφορούν περισσότερο το «θεαθήναι» και λιγότερο την ουσία. Αυτό άλλωστε εκμεταλλεύεται σήμερα και η κυβέρνηση. Όταν π.χ προσπαθεί να μας πείσει ότι βάζει λιγότερους φόρους από την προηγούμενη. Αναφερόμενη μόνον στους άμεσους φόρους ενώ οι έμμεσοι (ΦΠΑ κ.λ.π) φόροι λόγω της ακρίβειας, έχουν πολλαπλασιάσει «με ένα τσάκ» τα δημόσια έσοδα, μειώνοντας αντιστοίχως τα δικά μας...

Γεράσιμος Λιβιτσάνος

news247.gr