Κάνουν ότι δεν ξέρουν για τις παρακολουθήσεις...


 Παγιδευμένο στην αντιφατική ρητορική του για το σκάνδαλο των υποκλοπών βρίσκεται το μέγαρο Μαξίμου που επιμένει στη θεωρία ότι ο πρωθυπουργός δεν ήξερε για την παρακολούθηση Ανδρουλάκη και που τώρα, προσπαθώντας να οχυρωθεί, απέναντι σε νέες αποκαλύψεις, πίσω από τη σαθρή υπερασπιστική γραμμή της «άγνοιας», μας λέει ότι «δεν είναι σε γνώση» του κ. Μητσοτάκη παρακολουθήσεις άλλων πολιτικών προσώπων, χωρίς... να αποκλείει έτσι την ύπαρξή τους, την οποία αφήνει ορθάνοιχτη.

Ειδικότερα, θέσαμε χθες στον κυβερνητικό εκπρόσωπο, κατά την ενημέρωση των πολιτικών συντακτών, το εξής ερώτημα: «Με δεδομένη την τοποθέτηση του πρωθυπουργού ότι αν τη γνώριζε δεν θα επέτρεπε την παρακολούθηση του κ. Ανδρουλάκη από την ΕΥΠ, επειδή ήταν “τυπικά νόμιμη αλλά πολιτικά λάθος”, γεννιέται το ερώτημα αν ο κ. Μητσοτάκης μπορεί να διαβεβαιώσει ότι δεν υπάρχει άλλο τέτοιο “πολιτικό λάθος” στις 15.000 “νόμιμες επισυνδέσεις” του έτους 2021. Τις έλεγξε προσωπικά μετά την αποκάλυψη του “λάθους” σε βάρος του κ. Ανδρουλάκη; ‘Η αρκέστηκε στις διαβεβαιώσεις των στενών συνεργατών του που έχει ήδη αποπέμψει; Και πρόκειται στο εξής να τις ελέγχει ο ίδιος “πολιτικά”;».

Ο κυβερνητικός εκπρόσωπος λοιπόν απάντησε ότι «δεν είναι σε γνώση του πρωθυπουργού ή της κυβέρνησης καμία άλλη νόμιμη επισύνδεση πολιτικού προσώπου» και κατόπιν θέλησε να πετάξει την μπάλα στην εξέδρα, λέγοντας ότι «θέλουμε να βρούμε περισσότερα φίλτρα και έναν τρόπο καλύτερης θεσμικής λειτουργίας των υπηρεσιών ασφαλείας της χώρας, των μυστικών υπηρεσιών, για να αποφύγουμε στο μέλλον τέτοιου είδους ζητήματα».

Με άλλα λόγια, όπως προκύπτει από την απάντηση του κ. Οικονόμου, ο Κυριάκος Μητσοτάκης δεν διαβεβαιώνει ότι δεν υπάρχει άλλη παρακολούθηση πολιτικού προσώπου. Υποστηρίζει μόνο ότι «δεν είναι σε γνώση του» τέτοια παρακολούθηση. Δηλαδή ο πρωθυπουργός ήλεγξε τις «επισυνδέσεις» και «δεν είναι σε γνώση του» ή «δεν είναι σε γνώση του» γιατί δεν έμαθε; Αλλά εφόσον υποστηρίζει ότι δεν ήξερε, γιατί δεν θέλησε να μάθει; Και αν δεν μπορεί να μάθει τώρα, τότε πώς μας είπε –στο χωρίς πειστικές απαντήσεις σχετικό τηλεοπτικό του μήνυμα– ότι εάν είχε μάθει για τη «νόμιμη επισύνδεση» Ανδρουλάκη δεν θα την είχε επιτρέψει;

Είναι σαφές ότι η κυβέρνηση και ο πρωθυπουργός πνίγονται σήμερα στους καθόλου πειστικούς ισχυρισμούς που χρησιμοποίησαν εξαρχής σε μια προσπάθεια συγκάλυψης των τόσο σοβαρών ευθυνών τους. Και αυτή η τόσο δύσκολη θέση στην οποία βρίσκεται το μέγαρο Μαξίμου φάνηκε από το σύνολο των χθεσινών απαντήσεων του κυβερνητικού εκπροσώπου. Είναι χαρακτηριστικό ότι ρωτήθηκε για τις δημόσιες επικριτικές προς την κυβέρνηση τοποθετήσεις συνταγματολόγων, όπως ο Π. Παυλόπουλος, ο Γ. Σωτηρέλης, ο Ν. Αλιβιζάτος και ο Ευάγγ. Βενιζέλος, και για θέσεις όπως ότι την πολιτική ευθύνη για το σκάνδαλο των υποκλοπών έχει ο πρωθυπουργός ή ότι δεν είναι «νόμιμες» οι παρακολουθήσεις βουλευτών, με τον κ. Οικονόμου, αντί ουσιαστικής απάντησης στο τελευταίο, να παραπέμπει όσους διαφωνούν με το Μαξίμου στη... Δικαιοσύνη.

Συγκεκριμένα, αφού επέμεινε ότι «δεν υπάρχει η παραμικρή αμφιβολία» για τη «νομιμότητα της επισύνδεσης του τηλεφώνου του κ. Ανδρουλάκη», είπε ότι «οποιοσδήποτε έχει αντίθετη άποψη μπορεί να προσφύγει στη Δικαιοσύνη, που νομίζω ότι είναι αυτός ο βασικός κριτής για να κρίνει αυτό το συγκεκριμένο επίδικο. Αν, δηλαδή, η επισύνδεση ήταν νόμιμη ή όχι».

Αλλά η δύσκολη θέση της κυβέρνησης φάνηκε και από την ερώτησή μας συγκεκριμένα για την παρέμβαση του τέως ΠτΔ και προβεβλημένου στελέχους της «γαλάζιας» παράταξης, Π. Παυλόπουλου, και ειδικότερα για το γεγονός ότι ο τελευταίος απέδωσε την πολιτική ευθύνη για το σκάνδαλο των υποκλοπών στον ίδιο τον πρωθυπουργό και τον κάλεσε να την αναλάβει στο ακέραιο και να μην την μεταθέτει σε άλλους. «Η κυβέρνηση μέσα από μια σειρά θεσμικών παρεμβάσεων θα αντιμετωπίσει το ζήτημα αυτό και θα το αντιμετωπίσει σε όλο του το εύρος και σε όλο του το βάθος με σκοπό να προβούμε στις ενέργειες εκείνες που πρέπει, έτσι ώστε να μην ξαναζήσουμε στο μέλλον αντίστοιχα θέματα», ήταν η απάντηση του κυβερνητικού εκπροσώπου που απέφυγε με πολύ εμφανή τρόπο να σχολιάσει τις δηλώσεις Παυλόπουλου για την πολιτική ευθύνη.

Ούτε όμως και στο ερώτημά μας, αν θεωρεί σύμπτωση το γεγονός ότι τόσο ο Θανάσης Κουκάκης όσο και ο Νίκος Ανδρουλάκης μπήκαν στο στόχαστρο και του παράνομου λογισμικού Predator αλλά και των «νόμιμων επισυνδέσεων» της ΕΥΠ, απάντησε ο κυβερνητικός εκπρόσωπος. Περιορίστηκε μόνο να επαναλάβει τους γνωστούς κυβερνητικούς ισχυρισμούς ότι «οι κρατικές αρχές ασφαλείας στην Ελλάδα δεν έχουν και δεν χρησιμοποιούν αυτά τα παράνομα λογισμικά», λέγοντας ότι «δεν έχω να πω τίποτα για την απόπειρα υποκλοπής με βάση τα κακόβουλα λογισμικά. Το έχω ξεκαθαρίσει πάρα πολλές φορές. Είναι ένα ζητούμενο και ένα ερωτηματικό στο οποίο πρέπει να βρούμε απάντηση. Δεν νοείται εντός ελληνικής Eπικράτειας αυτά τα κακόβουλα λογισμικά στα χέρια φορέων, δεδομένου ότι κρατικές Υπηρεσίες δεν τα χρησιμοποιούν, το έχουμε επανειλημμένα πει αυτό, να απειλούν το απόρρητο των επικοινωνιών».

Και βέβαια η δύσκολη θέση στην οποία έφερε το μέγαρο Μαξίμου η τελευταία σφοδρή κριτική των New York Times για το σκάνδαλο των υποκλοπών έγινε απολύτως ορατή από την κλιμάκωση της προσπάθειας του κυβερνητικού εκπροσώπου να απαξιώσει τον συντάκτη του δημοσιεύματος Αλεξάντερ Κλαπ, μέσω μιας πρωτοφανούς λογικής της κυβέρνησης να ψάχνει να βρει τις πολιτικές πεποιθήσεις όποιου της κάνει κριτική, λέγοντας ότι ο κ. Κλαπ είναι «freelance ρεπόρτερ, που δεν ανήκει καν στο επιτελείο της εφημερίδας», ότι μελετά την ελληνική πραγματικότητα «από μια συγκεκριμένη και φορτισμένη οπτική γωνία» ή ότι «ανήκει σε μια ομάδα ανθρώπων στο εξωτερικό, οι οποίοι βλέπουν την Ελλάδα ως ένα δοκιμαστικό σωλήνα κοινωνικών και πολιτικών διεργασιών, που θα οδηγούσαν σε μια μεγάλη διεθνή ανατροπή, ιδίως μετά την επικράτηση του ΣΥΡΙΖΑ το 2015». Και όταν ρωτήθηκε για τη σειρά επικριτικών δημοσιευμάτων, πέραν των New York Times, σε διεθνή Μέσα, όπως Washington Post, Politico, Guardian, Liberation, Euractiv, ο κ. Οικονόμου αυτή τη φορά δεν επιχείρησε να απαξιώσει όλους αυτούς τους συντάκτες, αρκούμενος στο να χαρακτηρίσει «υπερβολική και άδικη» την κριτική τους.

■ «Ο κυβερνητικός εκπρόσωπος κ. Οικονόμου επιβεβαίωσε σήμερα, εμμέσως πλην σαφώς, ότι παρακολουθούνται και άλλα πολιτικά πρόσωπα», σχολίασε ο ΣΥΡΙΖΑ, με τον κυβερνητικό εκπρόσωπο να μιλά για «διαστρέβλωση».

Γιάννης Μπασκάκης

efsyn.gr