Έλον Μασκ: Εξασφαλισμένη χρηματοδότηση από την Morgan Stanley για την εξαγορά του Twitter

 
«Παίζει» με την ιδέα της προσφοράς εξαγοράς μεριδίου της Twitter ο Έλον Μασκ, καθώς σε μια κατάθεση του ανέφερε πως «εξετάζει» το ζήτημα, αν και προσέθεσε ότι έχει εξασφαλίσει την χρηματοδότηση για να το πράξει.

Τις τελευταίες ημέρες τα μυστηριώδη tweets του Μασκ έχουν πυροδοτήσει πολλές συζητήσεις σχετικά με τις προθέσεις του, εν μέσω μάλιστα μιας σκληρής μάχης με την διοικητική ομάδα της εταιρείας...

Η κατάθεση της Πέμπτης επιβεβαιώνει επίσημα αυτό το ενδιαφέρον και προσφέρει νέες λεπτομέρειες σχετικά με τις δεσμεύσεις χρηματοδότησης από τη Morgan Stanley που ο Μασκ είπε ότι έχει εξασφαλίσει.

Ο Μασκ αποκάλυψε για πρώτη φορά αυτό το μήνα ότι έχει συγκεντρώσει περίπου 9% στο Twitter και αρχικά η εταιρεία σχεδίαζε να τον τοποθετήσει στο διοικητικό συμβούλιο με την προειδοποίηση ότι δεν μπορούσε να συγκεντρώσει μερίδιο πάνω από 14,9%. Αυτό το σχέδιο του διοικητικού συμβουλίου γρήγορα απέτυχε και ο Μασκ ανακοίνωσε την περασμένη εβδομάδα ότι επιδιώκει να εξαγοράσει την εταιρεία συνολικά για 54,20 δολάρια ανά μετοχή, ή περίπου 43 δισ. δολάρια.

Το Twitter μετά την αυτόκλητη προσφορά του Μασκ, επεδίωξε να εμποδίσει την εξαγορά.

«Δεδομένης της έλλειψης απάντησης από το Twitter», ο Μασκ στην κατάθεσή του είπε ότι διερευνεί την προσφορά, αν και «δεν έχει αποφασίσει εάν θα το κάνει αυτή τη στιγμή».

Η δέσμευση της Morgan Stanley

Ο Μασκ, ο οποίος προκάλεσε την οργή των ρυθμιστικών αρχών για ένα tweet του 2018 που ισχυριζόταν ότι είχε «εξασφαλίσει χρηματοδότηση» για να κάνει ιδιωτική την Tesla με 420 δολάρια ανά μετοχή, υπογράμμισε πως είναι καλύτερα εξοπλισμένος με χρηματοδότηση για αυτήν την προσφορά για το Twitter.

Ο ίδιος υπέβαλε ένα ζευγάρι επιστολές από τη Morgan Stanley που υποδεικνύουν ότι η τράπεζα είναι πρόθυμη να παράσχει χρηματοδότηση 25,5 δισ. δολαρίων συνολικά. Επιπλέον, παρείχε τη δική του επιστολή δέσμευσης, στην οποία αναφέρει ότι είναι διατεθειμένος να πληρώσει τα υπόλοιπα κεφάλαια που σχετίζονται με την προσφορά συγχώνευσης, ύψους περίπου 21 δισ. δολαρίων.