Σφιχτή θηλιά στον λαιμό της κοινωνίας...

 
Σφιχτή θηλιά στον λαιμό της ελληνικής οικονομίας και κοινωνίας ετοιμάζεται να… περάσει η κυβέρνηση της Ν.Δ. Το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης ετοιμάζεται να καταθέσει το... Μεσοπρόθεσμο Πλαίσιο Δημοσιονομικής Στρατηγικής, όπου θα περιλαμβάνονται οι στόχοι πρωτογενών πλεονασμάτων για τα επόμενα χρόνια.

Αυξημένο πρωτογενές έλλειμμα 2% αναμένεται για φέτος λόγω της ενεργειακής κρίσης και της ακρίβειας, ενώ κανείς δεν μπορεί να αποκλείσει ακόμη ένα μεγαλύτερο μέγεθος...

Επιστροφή στα πρωτογενή πλεονάσματα με ρυθμό 0,8% από το 2023 θα προβλέπει το αναθεωρημένο Μεσοπρόθεσμο Σχέδιο Δημοσιονομικής Προσαρμογής που κατατίθεται στις 30 Απριλίου στις Βρυξέλλες.

Για το 2023 οι Ευρωπαίοι εταίροι ήδη ενημερώθηκαν για την πρόθεση της κυβέρνησης να εμφανίσει πρωτογενή πλεονάσματα τα οποία θα είναι οριακά χαμηλότερα από το 1% του ΑΕΠ, ήτοι κοντά στα 2 δισ. ευρώ. Το μεσοπρόθεσμο αναμένεται να βάλει τον πήχη στην περιοχή του 0,8%, κάτι που σημαίνει ότι μέχρι του χρόνου θα χρειαστεί δημοσιονομική προσαρμογή της τάξης των 5 δισ. ευρώ και πλέον.

Τα εφιαλτικά σενάρια και το... κενό των 5 δισ.

Για την τριετία 2024-2026 η κυβέρνηση ισχυρίζεται πως η Ελλάδα θα επιδιώξει να παράγει πρωτογενή πλεονάσματα που θα καλύπτουν τη συνολική δαπάνη των τόκων εξυπηρέτησης του χρέους. Αυτό συνεπάγεται ένα ποσό της τάξεως των 5,5 δισ. ευρώ ετησίως, το οποίο μεταφράζεται σε ένα ποσοστό της τάξεως του 2%-2,5% του ΑΕΠ ανάλογα με την πορεία του ΑΕΠ. Με την πάροδο των ετών και την ανάπτυξη της οικονομίας, η αναλογία θα γίνεται ολοένα και μικρότερη σύμφωνα με όσα υποστηρίζουν κυβερνητικά στελέχη.

Στο τραπέζι της Κομισιόν βρίσκεται και ένα πιο προχωρημένο σενάριο για 3% του ΑΕΠ πλεόνασμα τα πρώτα χρόνια, με αισθητή αποκλιμάκωση στη συνέχεια, ώστε να αποκατασταθεί η δημοσιονομική ισορροπία, κάτι το οποίο ενδέχεται να οδηγήσει σε ένα ακόμη πιο ασφυκτικό πλαίσιο την κοινωνία, που έχει ανάγκη μέτρων στήριξης, τα οποία δεν λαμβάνει.

Από κει και πέρα, η κυβέρνηση στοχεύει στη μείωση της αναλογίας του χρέους ως προς το ΑΕΠ στο 183% στο τέλος του 2022 (από περίπου 193% στο τέλος του 2021) και στην περιοχή του 150% μέχρι το τέλος του 2026. Σ’ αυτό αναμένεται να συνδράμει και ο πληθωρισμός. Για το 2022, το ΑΕΠ αναμένεται να έχει επίπτωση του πληθωρισμού με ποσοστό άνω του 5%, ενώ σε συνδυασμό με τον αναθεωρημένο προς τα κάτω πραγματικό ρυθμό ανάπτυξης (της τάξης του 3%), υπό την προϋπόθεση ότι δεν θα χειροτερεύσει η κατάσταση στην οικονομία (κάτι το οποίο θεωρείται δύσκολο), θα φτάσει στα 197 δισ. ευρώ. Ωστόσο, αξίζει να σημειωθεί ότι υπάρχει εκτίμηση για ανάπτυξη κοντά στην περιοχή του 1% από τη Moody's αλλά και ακόμη χειρότερα σενάρια, όπως αυτό της Εθνικής Τράπεζας, που «βλέπει» ανάπτυξη ακόμη και 0,2% για φέτος.

Χειρότερα κι από την περίοδο των Μνημονίων

Την ίδια ώρα, «συναγερμός» έχει σημάνει στο οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης εξαιτίας της εκτόξευσης των ληξιπρόθεσμων χρεών προς την εφορία. Είναι ενδεικτικό ότι από περίπου 800 εκατ. ευρώ, που ήταν στα τέλη Ιανουαρίου, έφθασαν τα 2,5 δισ. ευρώ στο πρώτο δίμηνο του έτους, ήτοι αυξήθηκαν κατά 1,7 δισ. ευρώ σε έναν μήνα. Κάτι τέτοιο είχε να συμβεί από την περίοδο των Μνημονίων, κάτι το οποίο προκαλεί ανησυχία εξαιτίας και της όξυνσης της κατάστασης με την ακρίβεια, η οποία αφανίζει τα εισοδήματα των πολιτών.

Σύμφωνα με τα στοιχεία της ΑΑΔΕ, τα χρέη κατέγραψαν αύξηση 211% τον Φεβρουάριο σε σύγκριση με τον αμέσως προηγούμενο μήνα, καθώς οι φορολογούμενοι άφησαν απλήρωτους φόρους ύψους 1,733 δισ. ευρώ (έναντι 974 εκατ. ευρώ που ήταν τα ληξιπρόθεσμα φορολογικά χρέη τον Φεβρουάριο του 2021), με αποτέλεσμα το συνολικό ποσό να εκτιναχθεί στα 113,040 δισ. ευρώ.

Το σύνολο των φορολογούμενων με ληξιπρόθεσμα χρέη στην εφορία διαμορφώθηκε σε 4.087.432 άτομα. Από τους οφειλέτες, 2.020.892 είναι ανοιχτοί σε κατασχέσεις και δεσμεύσεις τραπεζικών λογαριασμών και περιουσιακών στοιχείων. Φαίνεται λοιπόν πως επιχειρήσεις και νοικοκυριά άφησαν απλήρωτες τις φορολογικές τους υποχρεώσεις προκειμένου να βρεθούν σε θέση να αντιμετωπίσουν τους φουσκωμένους λογαριασμούς ρεύματος αλλά και την αγορά βασικών προϊόντων διατροφής...

Γιάννης Αγουρίδης

Η ΑΥΓΗ