Σε κενό αέρος ο εναέριος χώρος...

 
Στο κενό και χωρίς εφεδρείες βρέθηκαν από ξαφνική βλάβη τα συστήματα ραντάρ που παρακολουθούν ολόκληρο τον εναέριο χώρο της Ελλάδας για 90 λεπτά χθες το μεσημέρι, σημάδι και αυτό μιας... κατάστασης που ισορροπεί οριακά από καιρό και με τους εργαζομένους της Υπηρεσίας Πολιτικής Αεροπορίας (ΥΠΑ) να προειδοποιούν για καλοκαίρι γεμάτο καθυστερήσεις.

Η βλάβη συνδέεται με εργασίες συντήρησης και αναβάθμισης στις διατάξεις αδιάλειπτης παροχής ενέργειας (UPS) που υποστηρίζουν το κεντρικό σύστημα Pallas. Το Pallas συνδυάζει πληροφορίες που έρχονται από ένα πλήθος ραντάρ ανά την Ελλάδα και προσφέρει στις οθόνες των ελεγκτών εναέριας κυκλοφορίας μια καθαρή εικόνα για το πού ακριβώς βρίσκεται κάθε αεροσκάφος στο FIR Αθηνών....

Αυτές ακριβώς οι οθόνες έγιναν ξαφνικά «λευκές» χθες στις 11.42, την ώρα που στα υπόγεια του κτιρίου του Κέντρου Ελέγχου Περιοχής Αθηνών-Μακεδονίας, στο πρώην αεροδρόμιο Ελληνικού, γίνονταν εργασίες στο UPS από εξωτερικό εργολάβο. Ολες οι οθόνες έσβησαν, όπως και το κεντρικό κοντρόλ του προϊσταμένου που τμηματοποιεί τον εναέριο χώρο και μοιράζει αρμοδιότητες.

Επικράτησε σύγχυση, που θα ήταν πολύ μεγαλύτερη εάν συνέβαινε καλοκαίρι με πολύ εντονότερη εναέρια κυκλοφορία ή νύχτα με πολύ λιγότερο προσωπικό να βρίσκεται διαθέσιμο στην Υπηρεσία. Δόθηκε αμέσως η εντολή «zero rate», που σημαίνει ότι ο εναέριος χώρος κλείνει ολοκληρωτικά για νέες προσγειώσεις και απογειώσεις. Αυτό συνέβη διότι δεν μπόρεσαν να λειτουργήσουν εφεδρικά συστήματα, τα οποία έχουν δημιουργηθεί για να δίνουν εικόνα όταν «πέφτει» το κεντρικό.

Στις αρχές του ’80

Ο μόνος τρόπος που απέμεινε ενεργός ήταν κάποια παλιότερα ραδιοβοηθήματα και οι επικοινωνίες με τα πληρώματα των αεροσκαφών που πραγματοποιούσαν υπερπτήσεις πάνω από την Ελλάδα, μέχρι που αποχώρησαν και αυτά. Με άλλα λόγια, ο έλεγχος της εναέριας κυκλοφορίας επέστρεψε κάπου στις αρχές της δεκαετίας του ’80...

Από την άλλη πλευρά, υπήρξαν και κάποιοι που έφθασαν στο σημείο να αναζητούν το στίγμα των αεροσκαφών μέσα από εφαρμογές κοινής χρήσεως στα κινητά τηλέφωνα (π.χ. Flight Radar), που δεν εξασφαλίζουν όμως αξιοπιστία για τόσο σοβαρές διαδικασίες.

Το συμβάν προκάλεσε ταλαιπωρία για πολλούς επιβάτες πτήσεων, οι οποίες ετοιμάζονταν εκείνη τη στιγμή να απογειωθούν από κάποιο ελληνικό αεροδρόμιο, είχαν ξεκινήσει και βρίσκονταν καθ’ οδόν να προσγειωθούν στην Ελλάδα ή δεν είχαν καν απογειωθεί προς τη χώρα μας από κάποιο αεροδρόμιο του εξωτερικού.

Αναγνώστης της «Εφ.Συν.» από το αεροδρόμιο της Φρανκφούρτης μάς μετέφερε ότι αναγγέλθηκε τεχνικό πρόβλημα στον εναέριο χώρο της Ελλάδας που θα μείνει κλειστός έως τις 14.00 και αναβολή της πτήσης που θα ξεκινούσε για το «Ελ.Βενιζέλος». Υπήρξαν πτήσεις που χρειάστηκε να περιμένουν έως και 2,5 ώρες καθώς, ακόμη και αν η βλάβη αποκαταστάθηκε στις 13.12, χρειάστηκε αρκετός χρόνος για να εξομαλυνθεί η κατάσταση.

Από πλευράς διοίκησης ΥΠΑ, έγινε προσπάθεια να υποβαθμιστεί η σοβαρότητα του συμβάντος και σε ανακοίνωση που εκδόθηκε 6 ώρες αργότερα γινόταν λόγος για «μερική πτώση ενός εκ των συστημάτων ελέγχου εναέριας κυκλοφορίας στο Κέντρο Ελέγχου Περιοχής Αθηνών Μακεδονίας» λόγω «αναγκαίων εργασιών συντήρησης» και «δίχως να προκύψει κανένα θέμα ασφάλειας πτήσεων στον ελληνικό εναέριο χώρο».

Ομως, σε δική της ανακοίνωση, η Ενωση Ελεγκτών Εναέριας Κυκλοφορίας Ελλάδας δήλωσε «υποχρεωμένη να εκπέμψει επείγον σήμα κινδύνου, επισημαίνοντας τη δυσχερή κατάσταση στην οποία έχει περιέλθει το σύστημα» μιλώντας για «υποβάθμισή του που φτάνει στα όρια της απαξίωσης και θα επιφέρει με βεβαιότητα ανάσχεση στην αναμενόμενη τουριστική ανάπτυξη των επομένων ετών και δεδομένη απώλεια εσόδων για τη χώρα μας».

Δεν εισακούστηκαν

Οι αεροελεγκτές καταγγέλλουν τους αρμόδιους στο υπουργείο Μεταφορών, γράφοντας ότι «παρά τις επίσημες διαβεβαιώσεις τους ότι το σύνολο των ζητημάτων θεσμικής, τεχνικής και οικονομικής φύσεως του ελέγχου εναέριας κυκλοφορίας θα διευθετηθούν και δεν υφίσταται λόγος ανησυχίας εκ μέρους μας, οι επανειλημμένες εκκλήσεις μας δεν έχουν εισακουσθεί».

Χαρακτηρίζουν «απαρχαιωμένο» το βασικό σύστημα ραντάρ του 1999, λέγοντας ότι η διεθνής πρακτική επιβάλλει την αντικατάστασή του ανά 10-12 έτη και τονίζουν ότι, ταυτόχρονα, «το προσωπικό έχει συρρικνωθεί δραματικά σε καίριες μονάδες και βρίσκεται πλέον σε ιστορικά χαμηλά των τελευταίων 20 ετών, αδυνατώντας να εξυπηρετήσει επαρκώς την εναέρια κυκλοφορία».

Καταγγέλλουν ακόμη «έλλειψη διαφάνειας στη διαχείριση των ανταποδοτικών τελών που πηγαίνουν για την εξυπηρέτηση του δημόσιου χρέους», ενώ καταβάλλονται από τους επιβάτες για να αναβαθμίζονται τα συστήματα και να υπάρχει το απαραίτητο προσωπικό. Τέλος, ζητούν από τους αρμόδιους να αναλάβουν τις ευθύνες τους για τα σημαντικά προβλήματα καθυστερήσεων που θα προκύψουν «αναπόφευκτα κατά τη θερινή περίοδο» όταν επανέλθουν συνθήκες αυξημένης κυκλοφορίας αεροσκαφών λόγω τουρισμού.

Άρης Χατζηγεωργίου

efsyn.gr