«Δογματικώς προβληματικό» το νομοσχέδιο Τσιάρα...

0

 
Άντα Ψαρρά

Ακόμα ένα δυνατό χαστούκι στις δρομολογούμενες από την κυβέρνηση Μητσοτάκη αλλαγές στον νέο Ποινικό Κώδικα, αυτή τη φορά από την Ενωση Ελλήνων Ποινικολόγων (ΕΕΠ). Ομως, όπως και στις προηγούμενες σφοδρές αντιδράσεις (κομμάτων, φορέων ανθρωπίνων δικαιωμάτων, πανεπιστημιακών, δικηγόρων και δικαστικών λειτουργών), ο υπουργός Δικαιοσύνης δεν αντέδρασε, ούτε και κάποιος από το νομικό επιτελείο του υπουργού, για να δείξει έστω ότι σέβεται τις απόψεις των καθ’ ύλην αρμοδίων.
Για τις αλλαγές ειδικά στον Ποινικό Κώδικα, η ΕΕΠ διαπιστώνει ότι... «το τμήμα του νομοσχεδίου που αφορά τον Ποινικό Κώδικα (άρθρα 1 έως 93) είναι, συνολικώς αποτιμώμενο, δογματικώς προβληματικό και εγκληματοπολιτικώς άστοχο». Είναι χαρακτηριστικό ότι στις παρατηρήσεις τους για κάθε ξεχωριστό άρθρο που θέλει να αλλάξει ο κ. Τσιάρας, πέραν κάποιων λεκτικών βελτιώσεων, οι ποινικολόγοι ζητούν να παραμείνει ως έχει. Μιλούν ανοιχτά για ένα επικοινωνιακό τέχνασμα της κυβέρνησης με πρόσχημα την ασφάλεια των πολιτών, σημειώνοντας ότι οι αποσπασματικές παρεμβάσεις διασπούν τη συνοχή του Π.Κ., αποσυντονίζουν τις ρυθμίσεις του και υπονομεύουν τον εξορθολογισμό και εκσυγχρονισμό του συστήματος των κυρώσεων.

Η ΕΕΠ δεν μασάει τα λόγια της: άστοχες έως χονδροειδείς οι παρεμβάσεις για την αυστηροποίηση των ποινών, την αποδυνάμωση της χρηματικής ποινής, τη συρρίκνωση της κοινωφελούς εργασίας που έτσι κι αλλιώς η κυβέρνηση Μητσοτάκη κατάργησε μόλις ανέλαβε. Η δε επαναφορά της βαριάς ποινής στην απρόσφορη (αποτυχημένη) απόπειρα «έχει ελάχιστη πρακτική σημασία, σύμφωνα με την εμπειρία υπό τον προϊσχύσαντα Π.Κ.» («Ιχνηλατώντας τον Ποινικό Κώδικα Τσιάρα - Μητσοτάκη», «Εφ.Συν.», 27.9.2021).

«Το νομοσχέδιο εκδηλώνει αδικαιολόγητη δυσπιστία προς τους δικαστές, επιλέγοντας τον υπέρμετρο περιορισμό τής -αυτονόητης σε ένα σύγχρονο, φιλελεύθερο ποινικό δίκαιο- δυνατότητάς τους να εξατομικεύουν την ποινική μεταχείριση. Εδώ ανήκει η κατάργηση της διαζευκτικής πρόβλεψης ισόβιας και πρόσκαιρης κάθειρξης ή φυλάκισης και χρηματικής ποινής και ο αποκλεισμός τής κατ’ οίκον έκτισης του υπολοίπου της ποινής για ορισμένες κατηγορίες εγκλημάτων.

Ο νομοθέτης φαίνεται έτσι να σφετερίζεται αρμοδιότητες που δεν του ανήκουν, διακατεχόμενος από τον στερούμενο πραγματικού ερείσματος φόβο ότι οι επιφορτισμένοι με την εφαρμογή του Π.Κ. δεν θα είναι αρκούντως “αυστηροί” και αναπαράγοντας επικίνδυνα στερεότυπα περί “επιεικούς” μεταχείρισης των παραβατών από τα δικαστήρια», σημειώνει η ΕΕΠ.

Χαμηλές ποινές

Σε ό,τι αφορά δε την επιχειρούμενη «ελάφρυνση» των χαμηλών ποινών και τη δυνατότητα απευθείας μετατροπής τους, παρατηρεί: «Η επιχείρηση δημιουργίας (ψευδ)αίσθησης ασφάλειας στους πολίτες με τη συμβολική απειλή σκληρών ποινών υπονομεύεται με τη χαλάρωση της αντιμετώπισης της μικρής και μεσαίας εγκληματικότητας, του βασικού, δηλαδή, παράγοντος ασφάλειας στην καθημερινότητα των πολιτών.

Ως γνωστόν, με τον Π.Κ. του 2019 καταργήθηκε ο θεσμός της μετατροπής της ποινής και πλέον είναι δυνατή η έκτιση όλης ή μέρους της ποινής φυλάκισης σε κατάστημα κράτησης. Επομένως, το ισχύον κανονιστικό πλαίσιο είναι συνεπές προς το άδικο της συμπεριφοράς και επαρκώς αποτελεσματικό». Αλλη μια απαξιωτική παρατήρηση για την ψευδέστατη δικαιολογία τής δήθεν ασφάλειας των πολιτών.

Την ίδια σφοδρή κριτική επιφυλάσσει η ΕΕΠ και για τις τιμωρητικές παρεμβάσεις στις διατάξεις για την αναστολή και την έκτιση των ποινών για κατηγορίες εγκλημάτων, που «μετατρέπουν πολύτιμους σωφρονιστικούς θεσμούς, όπως η απόλυση υφ’ όρον, σε εργαλεία τιμωρίας, εξουδετερώνοντας την ειδική πρόληψη και την κοινωνική επανένταξη των καταδικασθέντων ως πρωταρχικούς σκοπούς της έκτισης των ποινών.

Η συλλήβδην εκ των προτέρων δυσμενέστερη ποινική μεταχείριση των καταδικασθέντων για τα εν λόγω εγκλήματα είναι αυθαίρετη και άστοχη τόσο δογματικώς όσο και υπό την άποψη μιας ορθολογικής και συνεπούς αντεγκληματικής και σωφρονιστικής πολιτικής». Σύμφωνα με την ΕΕΠ, «οι προτεινόμενες ρυθμίσεις έχουν συμβολικό και, κυρίως, τιμωρητικό χαρακτήρα, παραγνωρίζοντας τη νομική φύση και την αποστολή του θεσμού τής υφ’ όρον απόλυσης και ιδίως τον σκοπό της κοινωνικής επανένταξης των καταδικασθέντων».

Σε ό,τι αφορά την επαναφορά της χουντικής διάταξης για τη διασπορά ψευδών ειδήσεων («Επανέφεραν διατύπωση της χούντας για τις επικίνδυνες ειδήσεις», «Εφ.Συν.», 29.9.2021) η ΕΕΠ παρατηρεί: «Η τιμωρητική εκτροπή του νομοσχεδίου εκδηλώνεται με ανησυχητικό τρόπο με τη δικαιοπολιτικώς επικίνδυνη διεύρυνση του αδικήματος της διασποράς ψευδών ειδήσεων που απειλεί την ελευθερία της έκφρασης. Η ρύθμιση είναι εκτεθειμένη στις ίδιες επιφυλάξεις της θεωρίας ως προς τη συμβατότητά της με την ελευθερία της πληροφόρησης, ενημέρωσης του λαού και της ελεύθερης άσκησης αντιπολιτευτικής κριτικής».

Φυσικές καταστροφές

Ανάλογη παρατήρηση επιφυλάσσουν και για τον λαϊκίστικο τρόπο αντίδρασης της κυβέρνησης στις πρόσφατες καταστροφές: «Η διάπλαση κοινώς επικινδύνων αδικημάτων (εμπρησμός κ.λπ.) ως εγκλημάτων δυνητικής (αντί της ισχύουσας συγκεκριμένης) διακινδύνευσης εγκυμονεί τον κίνδυνο “επιθετικής” διωκτικής πρακτικής εις βάρος της ασφάλειας δικαίου και της αρχής της αναλογικότητας». Η κυβερνητική αυτή παρέμβαση στο Ποινικό Δίκαιο χαρακτηρίζεται ως απόρροια εξυπηρέτησης πολιτικο-επικοινωνιακών στόχων που εμπνέονται από τις θεαματικές υποθέσεις της επικαιρότητας και τις πρόσφατες φυσικές καταστροφές.

Μάλλον και σε αυτή την περίπτωση θα είναι σχετικά δύσκολο για τον υπουργό Κώστα Τσιάρα να απαντήσει με το αγαπημένο του σλόγκαν για τους Ποινικούς Κώδικες ΣΥΡΙΖΑ. Τόσο το γεγονός ότι (και) οι ποινικολόγοι αποκρούουν με τέτοια σφοδρότητα τις αλλαγές όσο και η άρνηση του υπουργού να παραδώσει το πόρισμα Μαργαρίτη (το οποίο ο ίδιος είχε παραγγείλει) αποδεικνύουν τα πραγματικά κίνητρα της κυβέρνησης να χαϊδέψει τα αυτιά συγκεκριμένης μερίδας της κοινής γνώμης και των φανατισμένων ΜΜΕ και να αποσείσει τις ευθύνες της για όλα όσα ζοφερά συμβαίνουν τα δύο τελευταία χρόνια...

efsyn.gr

Δημοσίευση σχολίου

0Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου (0)