Χέρι - χέρι τα ΜΜΕ και η κυβέρνηση...


Σκληρή μάχη έδωσαν από κοινού τις προηγούμενες είκοσι μέρες η κυβέρνηση Μητσοτάκη μαζί με τα φίλια ΜΜΕ, προκειμένου να συγκαλύψουν το σκάνδαλο βιασμών και παιδεραστίας του Δ. Λιγνάδη, μέχρι πρότινος αγαπημένου παιδιού του Εθνικού Θεάτρου και λαμπρού εκπροσώπου της εθνικόφρονος συντηρητικής διανόησης της... χώρας. Αυτά μέχρις ότου έγινε φανερό ότι η υπόθεση δεν σώζεται με τίποτα και, αφού κινδυνεύει να μας καταπιεί όλους, τον «δίνουμε». Οπότε ο Λιγνάδης έγινε «επικίνδυνος».

Επί δύο εβδομάδες τουλάχιστον οι εφημερίδες, οι τηλεοράσεις και οι ιστοσελίδες αρνούνταν και να αναφέρουν το όνομά του αποκαλώντας τον «γνωστό ηθοποιό - σκηνοθέτη», όταν σε άλλες περιπτώσεις είναι γνωστό με τι ευκολία αναφέρουν και ονόματα και ιστορικό και κρεμάνε ανθρώπους στα μανταλάκια.

Εδώ όμως ήταν άλλη περίπτωση.  Έτσι ο διευθυντής του Εθνικού Θεάτρου παραιτήθηκε για «προσωπικούς λόγους», σύμφωνα με τον κυβερνητικό εκπρόσωπο, αλλά λίγες ημέρες μετά η υπουργός Πολιτισμού τον χαρακτήρισε «επικίνδυνο». Πράγμα που σηματοδότησε και την επερχόμενη σύλληψή του την επόμενη μέρα.

Στο ενδιάμεσο η κυβέρνηση και τα ΜΜΕ έδωσαν έναν ωραίο αγώνα ξεπλύματος, αλλά χωρίς αποτέλεσμα. Το πιο χαρακτηριστικό ήταν εκείνο του Star: «Γνωστός σκηνοθέτης στο μάτι του κυκλώνα για το τίποτα». Μετά την κατακραυγή από παντού, την επόμενη ημέρα το μαζέψανε, ζήτησαν και συγγνώμη.

Όμως στο μεταξύ επιχειρήθηκε να αναπτυχθεί ένας ηθικολογικός πανικός, που στρεφόταν γύρω από μια ανησυχία ότι «θα γίνουμε ζούγκλα», ότι «κινδυνεύουμε τώρα όλοι να βγαίνουν να κατηγορούν γιατί έχουν απωθημένα», ότι «να προσέξουμε να μην πληγεί το θέατρο» και άλλα παρεμφερή καθωσπρέπει.

Η Ναταλί Χατζηαντωνίου, που πρώτη πήρε συνέντευξη από θύμα του Λιγνάδη, επιχειρήθηκε να δυσφημιστεί. Και βεβαίως να πεταχτεί η μπάλα στην εξέδρα για να θολώσουν τα νερά: η Κονιόρδου έκανε παράσταση μαζί με τον Λιγνάδη. Η Ακρίτα έγραψε κάποτε καλή κριτική. Ο πρέσβης της Βενεζουέλας...

Το περασμένο σαββατοκύριακο ο Λιγνάδης όχι μόνο ονοματίστηκε από τα ΜΜΕ, αλλά έγινε και "επικίνδυνος". Η προσπάθεια υποβάθμισης μετατράπηκε σε στρατηγική της κλειδαρότρυπας, με στόχο να ξεπλύνει τις κυβερνητικές ευθύνες. Τα «ρεπορτάζ» από τη γειτονιά όπου ζούσε ο Λιγνάδης, με αγνώστους ανθρώπους να λένε το μακρύ και το κοντό τους, ήταν η ένδειξη ότι η τηλεόραση έπιασε δουλειά.

Κατηγορούν τα θύματα για ό,τι υπέστησαν

Μία από τις πιο χαρακτηριστικές περιπτώσεις ηθικολογικού πανικού και διαστρέβλωσης της πραγματικότητας, κάνοντας το θύμα θύτη, είναι ο σχολιασμός της Ιωάννας Μάνδρου στον ΣΚΑΪ: «Τα παιδιά αυτά που βρισκόντουσαν σε ένα σπίτι και ξενυχτάγανε και υφίσταντο αυτά που υφίσταντο μάνα και πατέρα δεν είχανε;».

Αυτή η αντίληψη δείχνει πώς το βαθύ κατεστημένο, όπως εκφράζεται στα τηλεοπτικά παράθυρα, δεν αναζητεί την ευθύνη στους φορείς της εξουσίας, στους βιαστές, στις δομές που τους ανέχτηκαν, στην κυβέρνηση και το υπουργείο που τους έθεσαν σε περίοπτη θέση χωρίς καμία διαγωνιστική διαδικασία. Αντιθέτως στρέφονται για να βρουν υπεύθυνους πάντα προς τα κάτω, προς τα θύματα.

Είναι η μέθοδος του “victim blaming”, του να κατηγορείς το θύμα γι' αυτό που του συνέβη. Στις περιπτώσεις βιασμού ενηλίκων, γυναικών, φταίνε οι ίδιες οι γυναίκες, διότι «τι δουλειά είχαν εκεί;» ή «γιατί φορούσαν κοντή φούστα που προκαλεί;» ή «γιατί γυρνούσαν έξω τέτοια ώρα;».

Στην περίπτωση των ανθρώπων που καταγγέλλουν τον βιασμό που υπέστησαν ως ανήλικοι φταίνε, σύμφωνα με τη λογική Μάνδρου, οι γονείς των ανηλίκων, όχι ο θύτης, όχι όσοι τον ανέχονταν επί χρόνια. Οι γονείς, που, σύμφωνα με τη λογική αυτή, «πρέπει να ασκούν με επιμέλεια την επιμέλεια των παιδιών τους γιατί δεν μπορεί το παιδί 14 χρονών να κοιμάται έξω από το σπίτι και να μην ξέρει η μάνα κι ο πατέρας αν είναι σε κανενός αλλουνού το σπίτι ή αν είναι πουθενά αλλού».

Το να κατηγορείς το θύμα γι' αυτό που έχει υποστεί είναι ο βασικός λόγος που τα θύματα προτιμούν να μην μιλήσουν για την κακοποίησή τους, προτιμούν να κρατήσουν σιωπή γνωρίζοντας ότι θα κατηγορηθούν τα ίδια για τη βία που υπέστησαν και θα κληθούν να απολογηθούν...

Αγγέλα Νταρζάνου

ΑΥΓΗ