Τελικά, συμφωνήσαμε για διάλογο με την Τουρκία;...

Διάλογος με την Τουρκία δεν υφίσταται, αλλά από τα… συμφραζόμενα κυβερνητικών πηγών υφίσταται μια ανοιχτή διαδικασία «τεχνικών συζητήσεων» στο ΝΑΤΟ που πιθανώς θα διεξαχθούν αύριο στην έδρα της συμμαχίας. 

Και, σε κάθε περίπτωση, η...

«πολιτική συζήτηση» που ζήτησε η Ελλάδα και θα γίνει σήμερα στο ΝΑΤΟ σε επίπεδο πρέσβεων για να καταδειχθεί η τουρκική επιθετικότητα, θα προηγηθεί «των όποιων παραμέτρων της όποιας συζήτησης σε τεχνικό επίπεδο». Και εν τέλει, πάντοτε κατά τις ίδιες πηγές και κατά τις διαρροές του Μαξίμου, ο «τεχνικός διάλογος» μπορεί να μην είναι… προφορικός αλλά γραπτός, καθώς η κυβέρνηση εξετάζει και το ενδεχόμενο να απαντήσει εγγράφως στο «τεχνικό» κείμενο που έχει θέσει υπ’ όψιν και των δύο πλευρών ο γραμματέας του ΝΑΤΟ Γιενς Στόλτενμπεργκ.

Εάν δεν είναι ο ορισμός του ερασιτεχνισμού, μάλλον δεν είναι και ο πιο σοβαρός τρόπος άσκησης της εξωτερικής πολιτικής στην πιο κρίσιμη φάση των σχέσεων με την Τουρκία μετά το 1974. Είναι όμως σίγουρα ο τρόπος που επέλεξε η ελληνική κυβέρνηση για να διαχειριστεί επικοινωνιακά – για μια ακόμη φορά – την ασφυκτική πίεση που δέχεται από Βερολίνο, ΝΑΤΟ και Βρυξέλλες για άμεσες συνομιλίες με την Αγκυρα με στόχο την δημιουργία μηχανισμών εκτόνωσης της έντασης και αποκλιμάκωσης της κατάστασης στην ανατολική Μεσόγειο.

Πρόκειται, ουσιαστικά, για το πρώτο στάδιο του διαλόγου τον οποίο προωθεί συντονισμένα ο διεθνής παράγοντας – ένα στάδιο, το οποίο προανήγγειλε την περασμένη εβδομάδα ο γραμματέας του ΝΑΤΟ Γιενς Στόλτενμπεργκ προκαλώντας θύελλα αντιδράσεων από την Αθήνα

Το θέμα επανήλθε στην πρώτη γραμμή χθες μετά από τηλεγράφημα του τουρκικού πρακτορείου ειδήσεων Anadolu το οποίο μετέδωσε ότι η συνάντηση των τουρκικών και ελληνικών στρατιωτικών αντιπροσωπειών στα κεντρικά γραφεία του ΝΑΤΟ που ήταν προγραμματισμένη για χθες, θα διεξαχθεί τελικά αύριο Πέμπτη, 10 Σεπτεμβρίου.

Το τηλεγράφημα προκάλεσε εύλογα ερωτήματα για εάν όντως υπάρχει συμφωνία για «τεχνικό διάλογο» με την Τουρκία στο ΝΑΤΟ – ερωτήματα, τα οποία συνόψισε εύγλωττα, με ανάρτησή του στο twitter, ο τομεάρχης Εξωτερικών του ΣΥΡΙΖΑ Γιώργος Κατρούγκαλος: «Τελικά», έγραψε, «συμφωνήσαμε για συνομιλίες στο ΝΑΤΟ, έστω τεχνικής φύσης; Δεν είναι πια όρος η αποχώρηση των πλοίων; Και, είναι πλέον έθιμο ; Οτιδήποτε σχετικό με ελληνοτουρκικό διάλογο θα το μαθαίνουμε από την τουρκική πλευρά και τα διεθνή ΜΜΕ;»

Απάντηση επί της ουσίας δεν δόθηκε, και ακολούθησε μόνον μία διαρροή από πηγές του Μαξίμου, σύμφωνα με τις οποίες «η Ελλάδα ζήτησε και κατάφερε να πραγματοποιηθεί αύριο (σ.σ. σήμερα, Τετάρη) πολιτική συζήτηση για την τουρκική επιθετικότητα αύριο στο Βορειοατλαντικό Συμβούλιο του ΝΑΤΟ. Οι ίδιες πηγές ανέφεραν ότι «η πολιτική συζήτηση προηγείται των όποιων παραμέτρων της όποιας συζήτησης σε τεχνικό επίπεδο» και πρόσθεσαν πως σε ό,τι αφορά «το έγγραφο με τις προτάσεις της Γραμματείας του ΝΑΤΟ, στο οποίο αναμένονται παρατηρήσεις, η ελληνική πλευρά θα υποβάλει τα σχόλιά της όταν είναι έτοιμα».

Πισω από αυτή την διατύπωση – υπεκφυγή, έγκυρες πληροφορίες περιγράφουν το σκηνικό ως εξής: Στο ΝΑΤΟ έχει όντως δρομολογηθεί συνάντηση σε επίπεδο στρατιωτικών ακολούθων Ελλάδας – Τουρκίας για την δυνατότητα συγκρότησης του λεγόμενου «μηχανισμού αποτροπής συγκρούσεων» (deconfliction mechanism), όπως είχε πει την περασμένη Παρασκευή ο Γιενς Στόλτενμπργκ. Υπό το βάρος των αντιδράσεων στην Αθήνα όμως, η κυβέρνηση πίεσε, και πέτυχε, να προηγηθεί σήμερα πολιτική συζήτηση στο Βορειοταλαντικό Συμβούλιο για την τουρκική επιθετικότητα και για να τεθεί, όπως διέρρεαν χθες το βράδυ, πηγές του Μαξίμου το αίτημα για αποχώρηση του Oruc Reis και των πολεμικών πλοίων που το συνοδεύουν από την ελληνική υφαλοκρηπίδα.

Παρά την σύγκληση του Συμβουλίου όμως, η διαδικασία του «τεχνικού διαλόγου» για τον μηχανισμό αποτροπής φαίνεται να παραμένει ανοιχτή, όπως ουσιαστικά επιβεβαίωσε και ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Στέλιος Πέτσας μιλώντας χθες το βράδυ στον Alpha: «Είναι άλλο», είπε, «το επίπεδο των πολιτικών ενεργειών που αναλαμβάνει η Ελλάδα -όπως αυτή του North Atlantic meeting, και οι πρωτοβουλίες στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, και του ΟΗΕ- και είναι άλλο το επίπεδο των τεχνικών συζητήσεων σε στρατιωτικό σκέλος, προκειμένου να υπάρξει απόσυρση των ναυτικών δυνάμεων από την περιοχή».

Και πρόσθεσε ότι υπάρχει ένα έγγραφο στο τραπέζι από τη γραμματεία του ΝΑΤΟ το οποίο επιδέχεται παρατηρήσεων των πλευρών. «Θα δούμε πως θα εξελιχθεί και αν αυτές οι παρατηρήσεις θα είναι γραπτές ή αν θα είναι άλλου τύπου».

Κατόπιν αυτών, και ανεξαρτήτως του εάν εξελίσσεται ή επίκειται… γραπτός ή προφορικός διάλογος, διπλωματικές πηγές θέτουν εύλογα ερωτήματα:

Τι ακριβώς θα περιλαμβάνουν αυτές οι «τεχνικές συνομιλίες» τις οποίες μέχρι χθες αποκήρυττε η Αθήνα; Τι σημαίνει «μηχανισμός αποτροπής και αποκλιμάκωσης», και ποια άλλη αποκλιμάκωση μπορεί να υπάρξει πέραν της απόσυρσης του Oruc Reis από την ελληνική υφαλοκρηπίδα; Από την στιγμή που το αίτημα απόσυρσης του Oruc Reis έχει ήδη τεθεί στα διεθνή φόρα και θα τεθεί και σήμερα, σε «πολιτικό επίπεδο» στο ΝΑΤΟ, τι περισσότερο θα ζητηθεί και από ποια πλευρά στις «τεχνικές συνομιλίες»;

Και – κυρίως – υπάρχει αίτημα και προς την ελληνική πλευρά να προβεί σε κινήσεις που δείχνουν πρόθεση αποφυγής της έντασης; Και ποιες κινήσεις μπορεί να είναι αυτές – μήπως περιλαμβάνουν κάποιο αμφίδρομο «μορατόριουμ» στο Αιγαίο, ή σιωπηλή απόσυρση και των ελληνικών πλοίων από την περιοχή της υφαλοκρηπίδας που αμφισβητεί η Τουρκία;

Οι απαντήσεις από την κυβέρνηση αναμένονται με ιδιαίτερο ενδιαφέρον, πριν απαντηθεί βεβαίως – προφορικώς ή… γραπτώς – το κείμενο που έχει θέσει προς συζήτηση ο Γενικός Γραμματέας του ΝΑΤΟ...

Μαρίνα Αλεξανδρή

tvxs.gr