Αριστεία ή επιτελικό φιάσκο στην Παιδεία;...

Την περασμένη Παρασκευή ανακοινώθηκαν οι βάσεις εισαγωγής των υποψηφίων με συντριπτική επιτυχία (77%) στα δημόσια ΑΕΙ της Ελλάδας.

Πανηγύρια, χαρές, γέλια και συγκίνηση συνέθεσαν το σκηνικό μετά την ανακοίνωση των μορίων εισαγωγής στα...

πανεπιστήμια.

Οι βάσεις κινήθηκαν σε ιστορικό χαμηλό, γεγονός που σηματοδότησε την εισαγωγή φοιτητή από Επάλ με 625 μόρια σε ΑΕΙ της επαρχίας.

Όχι βέβαια πως στα Γέλ δεν υπήρξαν ανάλογα ευτράπελα...

Είδαμε, βαθμολογία υποψηφίου με 3.000 μόρια να μπαίνει στο Μαθηματικό της Σάμου.

Είδαμε, Φιλολόγους στην Κομοτηνή και την Καλαμάτα με λιγότερο από 9.000 μόρια.

Είδαμε, δασκάλους με αντίστοιχες βαθμολογίες να μπαίνουν παραδόξως σε σχολές της επαρχίας πχ. Αλεξανδρούπολη.

Πράγματι, άξιζαν τα πανηγύρια διότι με τέτοιες βαθμολογίες υπό άλλες συνθήκες, δεν θα έπιαναν ούτε στη Θεολογία (με όλο τον σεβασμό μου προς την σχολή) εις ότι αφορά τους μαθητές της θεωρητικής.

Με βάση όλα τα παραπάνω, εύλογα θα αναρωτηθεί κανείς το εξής:

Οι σημερινοί επιτυχόντες είναι σε θέση να διδάξουν μελλοντικά στα σχολεία έχοντας βαθμολογίες κάτω του 10;

Η απάντηση είναι προφανώς όχι!

Διότι δεν έχουν ούτε τη στοιχειώδη υποδομή για να μεταλαμπαδεύσουν βασικές γνώσεις στους μαθητές.

Για να γράψει κανείς 3.000 και 4.000 μόρια σημαίνει αυτομάτως ότι διάβασε λίγες μέρες πριν από τις πανελλήνιες κι αυτή είναι μια ζοφερή πραγματικότητα όπου καλούνται να αντιμετωπίσουν οι ακαδημαϊκοί στις περισσότερες σχολές που θα υποδεχτούν τους φετινούς πρωτοετείς από τον ερχόμενο Σεπτέμβριο, κατέχοντες τις παραπάνω βαθμολογίες.

Υπήρχε τελικά ουσιαστικό σχέδιο της Κυβέρνησης για τα ΑΕΙ;

Η αλήθεια είναι ότι η σημερινή Κυβέρνηση ενδιαφερόταν μόνο για το πώς θα εξισώσει τα ιδιωτικά κολλέγια με τα δημόσια ΑΕΙ προκειμένου να δουλέψουν οι φίλοι τους, κολλεγιάρχες.

Καμία μέριμνα εκ μέρους τους προκειμένου να αποφευχθεί η φετινή κατάντια των σχολών.

Καμία στρατηγική σύνδεσης των Πανεπιστημίων με την αγορά εργασίας για να μην έχουμε στρατιές ανέργων στον ΟΑΕΔ όπως σήμερα.

Αναμφίβολα, μετά την ανακοίνωση των βάσεων υπήρξαν και ισχυρές αντιδράσεις από αποφοίτους ιστορικών τμημάτων οι οποίοι βλέπουν τον εαυτό τους για δεκαετίες στο παιδικό δωμάτιο, ακριβώς επειδή δεν καταφέρνουν να σταθούν επι σειρά ετών αξιοπρεπώς στα πόδια τους, με τις καλά αμειβόμενες θέσεις εργασίας να εκλείπουν οριστικά.

Τι μπορεί να κάνει όμως η πολιτεία για να μπει ένα τέλος στο Βατερλό των βάσεων;

Σίγουρα η μείωση των εισακτέων δεν είναι η λύση στο πρόβλημα, ούτε η μείωση του αριθμού των μετεγγραφών όπου εφάρμοσαν από φέτος αλλάζει κάτι ουσιαστικά.

Για τα θέματα λοιπόν της Παιδείας, απαιτείται μια γενικότερη εθνική στρατηγική.

Πάνω σε αυτό το κομμάτι, η θέσπιση μιας διακομματικής επιτροπής που θα παρακολουθεί τα εν λόγω ζητήματα κρίνεται απαραίτητη, αποτελώντας ασπίδα προστασίας για τα ΑΕΙ της χώρας.

Η επαναφορά ελάχιστης βάσης εισαγωγής είναι επίσης επιτακτική, προκειμένου να σταματήσει το λεγόμενο "μπάτε σκύλοι αλέστε" στα δημόσια πανεπιστήμια.

Αυτό βέβαια προϋποθέτει και την ταυτόχρονη κατάργηση των ιδιωτικών κολλεγίων (με τη παροχή χαμηλής ποιότητας γνώσεων προς τους σπουδαστές τους) κι όχι φυσικά άλλα deals συμφερόντων μεταξύ κυβερνήσεως και επιχειρηματιών στο όνομα της Παιδείας.

Υπάρχουν περίπου 450 σχολές ΑΕΙ στην Ελλάδα (υπέρ αρκετές) για να καλύπτουν "τα θέλω" των μελλοντικών φοιτητών χωρίς επιπλέον ιδιωτικές σχολές.

Για να πετύχει όμως η σύνδεση Πανεπιστημίων και αγοράς εργασίας, θα ήταν προτιμότερο από πλευράς πολιτείας η άμεση προκήρυξη 30.000 νέων μόνιμων  θέσεων εργασίας που (έτσι κι αλλιώς) έχει ανάγκη ο τόπος μας λόγω Κορωνοϊου, με νέα υγειονομικά πρωτόκολλα όπου θα περιλαμβάνονται αποστάσεις και μικρότερες λειτουργικές τάξεις σε όλες τις βαθμίδες εκπαίδευσης όπως έγινε βέβαια και σε άλλες γειτονικές χώρες του εξωτερικού.

Πρόκειται για μια ρεαλιστική πρόταση που θα αποσυμφορήσει κάπως την κατάσταση με τους ανέργους των ΑΕΙ.

Κλείνοντας με αυτές τις σκέψεις φίλες και φίλοι, η αποκατάσταση των μελλοντικών αποφοίτων αποτελεί ένα μεγάλο στοίχημα για τη χώρα μας.

Ειδικότερα τώρα, που όλα είναι ρευστά στην αγορά και η εύρεση εργασίας μετατρέπεται σε μια άλυτη εξίσωση.

Από την άλλη πλευρά, τόσα νοικοκυριά πασχίζουν να σπουδάσουν τα παιδιά τους με ένα μόνο όνειρο:

Ποιο δηλαδή;

Αυτό της επαγγελματικής αποκατάστασης των παιδιών τους πάνω στο αντικείμενο των σπουδών τους.

Είναι λοιπόν χρέος της πολιτείας να βοηθήσει τους νέους προκειμένου να σταθούν επιτέλους στα πόδια τους, με έμπρακτες επαγγελματικές διεξόδους και μακροπρόθεσμες βιώσιμες λύσεις...

Αβραάμ Θ. Λαφαζάνης (Φιλόλογος, μεταπτυχιακός φοιτητής Ειδικής Αγωγής, μέλος συντονιστικού του τμήματος Παιδείας ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτική Συμμαχία Σερρών, μέλος του κινήματος πολιτικών ακτιβιστών Roseband Socialists)

alfavita.gr