Φοβού τους Γερμανούς και δώρα φέροντας...

Έπειτα από μια αλληλουχία τραγικών λαθών στην εξωτερική πολιτική ήταν μοιραίο ότι ο κ. Πρωθυπουργός θα οδηγούνταν εκών άκων σε ένα...
βασικό λάθος στρατηγικής που όφειλε εξ αρχής να αποφύγει. Λίγο η ανυπαρξία τακτικής, λίγο η πρωτόγνωρη απειρία που επέδειξε η κυβέρνηση στα ελληνοτουρκικά, λίγο ο παραδοσιακός γερμανοραγιαδισμός της συντηρητικής παράταξης και ιδιαίτερα της Φαμίλιας, έφεραν τα πράγματα σε σημείο εξαιρετικά επικίνδυνο για τα εθνικά συμφέροντα Ελλάδας και Κύπρου.



Ο "διάλογος"  Ελλάδας – Τουρκίας με διαμεσολαβητή τη Γερμανία θυμίζει την περίφημη φράση του Benjamin Franklin περί δημοκρατίας: Δύο λύκοι και ένα πρόβατο ψηφίζουν τι θα φάνε για μεσημεριανό.

Αν ρωτούσαν έναν πρωτοετή των πολιτικών επιστημών ή ακόμα καλύτερα οποιονδήποτε νεοπροσληφθέντα διπλωματικό υπάλληλο, θα τους ενημέρωνε με κάθε επισημότητα ότι τα στρατηγικά συμφέροντα Γερμανίας και Τουρκίας ταυτίζονται τα τελευταία τουλάχιστον 200 χρόνια. Αν κατηγορούσαμε τους Αμερικανούς ως κυνικούς ισορροπιστές και αν ο πρόεδρος Trump μας πέφτει (δικαίως) ολίγον φιλότουρκος, τότε τι να πούμε για τους Γερμανούς. Θα πρέπει κάποιος είτε να είναι εντελώς ανιστόρητος, αμόρφωτος και αφελής, είτε να βαίνει εκβιαζόμενος, ώστε να αποδεχθεί τέτοιου είδους διαμεσολάβηση.

Ο Κάιζερ είναι γυμνός

Η Γερμανία έχει ανάγκη από μια αρκούντως ισχυρή Τουρκία η οποία όχι μόνο θα αποτελεί έναν μόνιμο μεγαλοπελάτη της βιομηχανίας της, αλλά πολύ περισσότερο θα στέκει εμπόδιο απέναντι στις στρατηγικές επιδιώξεις των δύο μεγάλων γεωπολιτικών ανταγωνιστών της, δηλαδή της Ρωσίας και της Γαλλίας.


Σήμερα όσο ποτέ άλλοτε η Τουρκία μπορεί να εγγυηθεί για τους Γερμανούς ότι η Γαλλία θα ματώσει προκειμένου να επιβάλει τη φυσιολογική επιρροή που ασκούσε διαχρονικά στη Μεσόγειο. Όπως επίσης και ότι η Ρωσία θα αρκεστεί σε μικρο – εξυπηρετήσεις και ότι θα κρατάει πάντα σημαντικές δυνάμεις στα νώτα της απέναντι σε έναν απρόβλεπτο και ασταθή γείτονα.

Κάθε άλλη στρατηγική από την πλευρά των Γερμανών θα ήταν αγνή παράνοια, δεδομένου ότι θα επέφερε τη στρατηγική τους περικύκλωση. Δεν κατηγορώ τους Γερμανούς που κάνουν το αυτονόητο για να υπερασπίσουν τα συμφέροντά τους. Αδυνατώ να καταλάβω γιατί η ελληνική κυβέρνηση δεν κάνει το ίδιο.

Πριν μερικά χρόνια αυτή η συζήτηση θα ήταν διαφορετική, καθώς η οικονομία έπαιζε τον πρώτο ρόλο. Και αυτό γιατί η ασφάλεια ήταν εγγυημένη για περισσότερο από 50 χρόνια από τον παγκόσμιο χωροφύλακα. Όλα κυλούσαν ομαλά, οι Γερμανοί πλούτιζαν ανέμελοι, οι Τούρκοι καθόταν σχετικά ήσυχα ή έστω με μινιμαλιστικές επιδιώξεις επιπέδου βραχονησίδων και οι Ρώσοι πάσχιζαν να σταθούν στα πόδια τους, οικονομικά και στρατιωτικά. Με τον τρόπο αυτό η Γερμανία ξανάγινε υπερδύναμη, χωρίς μάλιστα να πληροί πολλές από τις προϋποθέσεις, δηλαδή χωρίς επαρκή στρατιωτική ισχύ, χωρίς ψήφο στο συμβούλιο ασφαλείας και χωρίς δυνατότητα πυρηνικής αποτροπής. Είχε όμως από πίσω της τον Θείο Σαμ έτοιμο να παρέμβει όχι μόνο για την άμυνά της αλλά ακόμα και για την επέκταση του ζωτικού της χώρου (διάλυση Γιουγκοσλαβίας, ανατολική διεύρυνση Ε.Ε., ουκρανικό/κριμαϊκό ζήτημα).

Σήμερα τα δεδομένα έχουν αλλάξει ριζικά και αυτό δεν είναι η γνώμη κάποιου Λόππα, αλλά η επίσημη οπτική του κυρίαρχου γεωπολιτικού συστήματος όπως εκφράζεται μέσα από τις δηλώσεις των πρωταγωνιστών του και τις αναλύσεις όλων των ειδικών. Οι ΗΠΑ έχουν αποσυρθεί από το προσκήνιο και κανένας πλέον δεν εγγυάται την παγκόσμια ασφάλεια. Έτσι η οικονομία έχει εκτοπιστεί και στον πρώτο ρόλο έχει επανέλθει η ισχύς. Μπορεί να πάρει κάποια χρόνια προσαρμογής, όμως πρόκειται για μια οδυνηρή πραγματικότητα η οποία φέρνει σε ιδιαίτερα δυσχερή θέση τη Γερμανία.

Η κατάσταση στην Ε.Ε. αλλάζει ραγδαία μέρα με την ημέρα και δύο άλλο αστάθμητοι παράγοντες, το Brexit και η Covid, επιταχύνουν τις εξελίξεις. Η επόμενη μέρα που ξημερώνει στην Ευρώπη έχει για αφεντικό τη Γαλλία (όχι βέβαια χωρίς περιορισμούς). Μετά την αποχώρηση του Ηνωμένου Βασιλείου από το μπλοκ και τη δηλωμένη απροθυμία των ΗΠΑ να εμπλακούν σε οποιεσδήποτε περιπέτειες στην Ευρώπη και αλλού, η Γαλλία απομένει η μοναδική τοπική υπερδύναμη, η οποία μάλιστα τυγχάνει να πληροί και όλες ανεξαιρέτως τις προϋποθέσεις, δηλαδή υγιή οικονομία, σαρωτική στρατιωτική ισχύ σε όλα τα επίπεδα, πολιτική βούληση κυριαρχίας, πυρηνική αποτροπή και ψήφο στο Συμβούλιο Ασφαλείας. Η δε σύγκριση με τις υπόλοιπες δυνάμεις που θα ήθελαν να σταθούν εμπόδιο στα σχέδια των Γάλλων σε τοπικό επίπεδο, προκαλεί αισθήματα συγκατάβασης.

Αυτή η απλή και ρεαλιστική ανάγνωση της πραγματικότητας προκαλεί στους Γερμανούς την άμεση ανάγκη προσαρμογής τους στα νέα γεωπολιτικά δεδομένα που ακόμα βρίσκονται σε εξέλιξη. Πριν λίγα χρόνια θα ήταν αδιανόητο για τους Γερμανούς να συναινέσουν σε κοινό χρέος. Ακόμα και σήμερα θα πρέπει επειγόντως να βρούνε έναν εύσχημο τρόπο να παρακάμψουν τις βέβαιες αντιδράσεις του ομοσπονδιακού συνταγματικού δικαστηρίου. Γνωρίζουν όμως καλύτερα από τον καθένα ότι κάτω από αυτές τις συνθήκες η μετεξέλιξη της Ε.Ε, γίνεται για αυτούς θέμα επιβίωσης. Ακόμα και η διάθεση διαμεσολάβησης ανάμεσα σε Ελλάδα και Τουρκία πηγάζει ακριβώς από την ίδια πηγή κινήτρων. Πριν λίγα χρόνια απλώς θα προμοτάριζαν τις τουρκικές επιδιώξεις (το έπραξαν στο ακέραιο). Σήμερα ψάχνουν τρόπο να συμβιβάσουν τα ασυμβίβαστα ξέροντας μάλιστα ότι οι Γάλλοι τους περιμένουν στη γωνία ζεσταίνοντας τις μηχανές (το μήνυμα του προέδρου Macron σε άπταιστα ελληνικά υποδήλωνε ακριβώς αυτό).

Η στρατιωτική ανυπαρξία των Γερμανών σε συνδυασμό με το άδειασμα από τους Αμερικανούς, τους έχει σπρώξει ανάμεσα σε μια γεωπολιτική τανάλια, η οποία απειλεί να συνθλίψει τις στρατηγικές επιτυχίες που κατάφεραν τα προηγούμενα χρόνια: Από τη μια έχουν να αντιμετωπίζουν μια θρασύτατη Ρωσία που δεν διστάζει πλέον να κινηθεί ακόμα και απροκάλυπτα στρατιωτικά προκειμένου να προασπίσει αυτό που θεωρεί ως »ζώνη επιρροής κληρονομικού δικαίου» και από την άλλη μια Γαλλία που ως έτοιμη από καιρό καταλαμβάνει με ορμή χειμάρρου το κενό που αφήνουν οι ΗΠΑ.

Ο Erdogan δεν είναι άτρωτος

Η απόφαση του Σουλτάνου να αναπτύξει επιδεικτικά το στόλο σε Αιγαίο και Μεσόγειο ενείχε τρομακτικό στρατηγικό ρίσκο. Πριν μερικούς μήνες είχαμε αναλύσει την περίπτωση η Τουρκία να επιχειρήσει γεωτρήσεις και μάλιστα είχαμε αποκλείει τους τότε τουρκικούς κομπασμούς περί γεωτρήσεων ανοιχτά της Κρήτης. Είχαμε σαφώς επιδείξει ως πιθανότερο μέρος της τουρκικής επιθετικότητας την περιοχή του Καστελόριζου και αυτό γιατί η ανάπτυξη του τουρκικού στόλου πλησίον της Κρήτης θα ήταν καθαρή αυτοκτονία. Αντίθετα η επιλογή του Καστελόριζου περιορίζει κατά πολύ το ρίσκο, αλλά επουδενί δεν το εκμηδενίζει.

Η Γερμανική παρέμβαση κατά τον απόπλου του Orus Reic δεν ήταν δώρο προς τους Έλληνες, αλλά προσπάθεια διάσωσης των Τούρκων. Οι Γερμανοί επιτελείς γνώριζαν πολύ καλά αυτό που όλοι γνωρίζουν στο ΝΑΤΟ, ότι δηλαδή οι εμφανείς αδυναμίες των Τούρκων σήμερα συνδυαστικά σε οικονομία, πολιτική κατάσταση και στράτευμα θα οδηγούσαν εκτός σοβαρού απροόπτου σε ολική κατάρρευση του υπάρχοντος status quo σε περίπτωση δυναμικής ελληνικής απάντησης, πράγμα που όπως λέγεται, χωρίς να έχει διαψευστεί, κατέστη σαφέστατο από ελληνική πλευράς.

Το μάθημα των Ιμίων

Πολλές φορές έχουμε κατηγορήσει την ενδοτικότητα της κυβέρνησης Σιμήτη και τον κυνισμό του ανεκδιήγητου υπουργού του των εξωτερικών, όμως, άσχετα με τους λάθος χειρισμούς τους και τα φοβικά τους σύνδρομα, είχαν ένα σοβαρό ελαφρυντικό: Τη νύχτα των Ιμίων οι Έλληνες επιτελείς πιάστηκαν στον ύπνο και ενώ βέβαια είχαν τη δυνατότητα να υποστηρίξουν με σχετική επιτυχία επιχειρήσεις σε τοπικό επίπεδο, ήταν παντελώς απροετοίμαστοι για το ενδεχόμενο γενικής σύρραξης. Σκεφτείτε μόνο ότι το ελληνικό σχέδιο της εποχής εκείνης για την αντιμετώπιση του τουρκικού στόλου ήταν η εφόρμηση κάποιων απαρχαιωμένων Α7 Corsair με βόμβες ελεύθερης πτώσης, κάτι δηλαδή σαν τις αεροναυμαχίες του Ειρηνικού στον Β’ΠΠ.

Το επεισόδιο εκείνο μπορεί να είχε ιδιαίτερα δυσμενείς επιπτώσεις στη διεθνή θέση της χώρας και να οδήγησε στην ταπεινωτική συμφωνία της Μαδρίτης, πλην όμως ξύπνησε τα αντανακλαστικά και κατηύθυνε τους μετέπειτα εξοπλισμούς κάτω από το πρίσμα ενός περισσότερο επιθετικού δόγματος. Έτσι, και παρά τις εξωφρενικές μίζες και τη φυλάκιση δύο πρώην υπουργών άμυνας, η Ελλάδα απέκτησε ένα δίκτυο αεράμυνας που θεωρείται από τα αποτελεσματικότερα του ΝΑΤΟ (σε αντίθεση με το ανύπαρκτο της Τουρκίας), αόρατα υποβρύχια (διαμαγνητική επίστρωση χάλυβα) που μπορούν να σκορπίσουν τον όλεθρο σε οποιοδήποτε μέρος της Μεσογείου ή του Αιγαίου και το κυριότερο αγόρασε τα Mirage 2000-5 mk2, ώστε να είναι σε θέση να πλήξει αφενός τον τουρκικό στόλο από απόσταση ασφαλείας με αναβαθμισμένους πυραύλους Exocet και αφετέρου στρατηγικούς στόχους υψηλής αξίας (οικονομικής και στρατιωτικής) βαθιά μέσα στην τουρκική ενδοχώρα με τους πυραύλους πλεύσης Scalp (ένα πρωτοφανές δώρο υψηλής τεχνολογίας των Γάλλων προς τη χώρα μας σε μια δύσκολη στιγμή που ανέτρεψε άρδην τους συσχετισμούς).

Θα έλεγε κανείς ότι οι Έλληνες επιτελείς περιμένουν τη ρεβάνς των Ιμίων υπομονετικά και κάπως χαιρέκακα και με μια δόση αυτοπεποίθησης, προσευχόμενοι (όπως ακούω) να απελευθερωθούν (επιτέλους) οι κανόνες εμπλοκής. Μαθαίνω μάλιστα πως, ακούγοντας τον κ. Erdogan να τους προκαλεί κατάμουτρα λέγοντας »ή βγείτε στο πεδίο ή διαπραγματευτείτε», η ατάκα που κυκλοφορούσε στο πεντάγωνο ήταν: »Πρόσεχε τι ζητάς, γιατί καμιά φορά οι επιθυμίες γίνονται πραγματικότητα».

Το ισχυρότερο όπλο όμως της Ελλάδας αυτή τη στιγμή είναι η δημοκρατία δυτικού τύπου που έχει με θυσίες εγκαθιδρύσει μετά την ήττα στην Κύπρο. Γιατί αν η χώρα μας σήμερα υποστεί ένα μεγάλο πλήγμα, στην Αθήνα δεν θα ανοίξει ρουθούνι. Ούτε τανκς θα βγουν στους δρόμους, ούτε θα αλληλοπυροβολούνται οι Εύζωνοι με την ομάδα ΔΙΑΣ. Το πολύ – πολύ να σχηματιστεί μια κυβέρνηση εθνικής ενότητας ή να αντικατασταθεί η στρατιωτική ηγεσία από τους επιλαχόντες. Και τότε η χώρα θα ανασυνταχθεί και θα επιχειρήσει την αντεπίθεσή της. Αυτή η παραδοχή, συγκρινόμενη με την πολιτική παρακμή και τον εκφασισμό της Τουρκίας, συνιστά πυρηνικό όπλο.

Γιατί αν μια παρόμοια καταστροφή υποστεί η Τουρκία (πράγμα παραπάνω από βέβαιο σύμφωνα με έγκυρους αμυντικούς αναλυτές λόγω του συγκεκριμένου ελληνικού οπλοστασίου), η ηγεσία θα καταρρεύσει σε ώρες, κεμαλικοί πυρήνες θα επιχειρούν πραξικόπημα, Κούρδοι θα εξεγείρονται μαζικά στα ανατολικά και Γιανταρμάδες του καθεστώτος θα επιδίδονται σε λεηλασίες και μάχες free for all. Κανείς δεν μπορεί τότε να στοιχηματίσει ούτε για το κεφάλι του Σουλτάνου, ούτε για αυτό του λαλίστατου κ. Akar (ο οποίος παρεμπιπτόντως έχει και μια σχετική εμπειρία).

Μπορεί ο κ. Erdogan να φαντασιώνεται μια μικρής έκτασης ναυμαχία πέριξ του Καστελόριζου και μάλιστα επιτυχή για αυτόν και στη συνέχεια τους ηγέτες της γης να συνωστίζονται στο κόκκινο τηλέφωνο του παλατιού και αυτός να κάνει τον αδιάφορο, όμως η πραγματικότητα μπορεί να αποδειχθεί λιγότερο ευγενική για αυτόν, γιατί το ελληνικό σχέδιο προβλέπει κάποιες καταλυτικές κινήσεις (πρώτο πλήγμα το ονομάζουν οι επιτελείς) και μάλιστα πριν προλάβουν να χτυπήσουν τα τηλέφωνα (first hour of war). Αυτές οι κινήσεις δεν έχουν βέβαια ανακοινωθεί, μπορούμε όμως να υποθέσουμε ότι θα βασιστούν στην ποιότητα του ελληνικού οπλοστασίου και στα σημεία εκείνα που υπερέχει σαφώς του αντίστοιχου τουρκικού, δηλαδή στην εκτεταμένη και μαζική χρήση των υποβρυχίων type 214, των πυραύλων Exocet και Scalp και του σοφιστικέ συστήματος διασυνδεδεμένης αντιαεροπορικής άμυνας που εκτός των άλλων βασίζεται σε συστήματα Patriot.

Δεν πρέπει επίσης ποτέ να ξεχνάμε ότι τυχόν απελευθέρωση κανόνων εμπλοκής, εκτός από τα σχέδια των επιτελών θα απελευθερώσει και διπλωματικά όπλα μαζικής καταστροφής, είτε αυτά είναι η επέκταση των χωρικών υδάτων στα 12 μίλια (καθώς θα έχει αναιρεθεί de facto το casus belli), είτε είναι η ενεργοποίηση συμμαχιών που με πολλές προσπάθειες κτίστηκαν όλα τα τελευταία χρόνια τόσο από την κυβέρνηση Τσίπρα όσο και παλαιότερα από την κυβέρνηση Σαμαρά (για να μην αδικούμε κανέναν). Και μπορεί βέβαια να μην έρθει κανένας Ισραηλινός, Γάλλος ή Αιγύπτιος να πολεμήσει για εμάς, αλλά να είστε σίγουροι ότι στην κρίσιμη ώρα θα παραληφθούν assets υπερπολύτιμης αξίας, όπως drones, απόθεμα πυραύλων και πυρομαχικών και βέβαια αμέριστη διπλωματική συμπαράσταση. Στον αντίποδα, η Τουρκία του καθεστώτος Erdogan μπορεί να ελπίζει μόνο στο Πακιστάν, το Αζερμπαϊτζάν και ίσως το Κατάρ, αν και για τις τελευταίες δύο χώρες διατηρώ σοβαρές αμφιβολίες.

Δεν μπορώ να γνωρίζω τι έχει στο μυαλό του ο κ. Μητσοτάκης, φαίνεται όμως ότι βαδίζει ολοταχώς προς τη Γερμανική φάκα. Οφείλουμε βέβαια να του αναγνωρίσουμε ότι δεν είναι εύκολο για κανέναν πολιτικό να αντισταθεί στις πιέσεις ενός ηγέτη με την εμβέλεια της καγκελαρίου Merkel, συνεπώς ίσως η ελληνική συμμετοχή να είναι προσχηματική ή προσπάθεια αγοράς χρόνου. Αυτό που μας κάνει περισσότερο ανήσυχους είναι το γεγονός ότι αμέσως πριν την πρωτοβουλία των Γερμανών παρουσιάστηκε εμπλοκή στο θέμα της αγοράς των Γαλλικών φρεγατών και γενικά μια εσάνς αποστασιοποίησης από τους φυσικούς μας συμμάχους. Αυτές οι θλιβερές ειδήσεις σε συνδυασμό με τους γνωστούς χέστες που κατά καιρούς έχουν εμφανισθεί στη δημοσιότητα να συμβουλεύουν τον πρωθυπουργό, δημιουργούν πολύ αρνητικούς συνειρμούς.

Η κατάσταση θυμίζει όλο και περισσότερο τις παραμονές των δύο παγκόσμιων πολέμων, όπου οι υγιείς δυνάμεις της χώρας την έσπρωχναν προς τους φυσικούς της συμμάχους, την ώρα που οι ιδεοληπτικοί της αέναης συντήρησης ονειρεύονταν προνόμια μέσω της εύνοιας των Γερμανών, ακόμα και αν αυτό θα σήμαινε τη συρρίκνωση της Ελλάδας. Και δυστυχώς η διαχρονική ταύτιση της Φαμίλιας με τα κάθε λογής γερμανικά συμφέροντα, δεν μας επιτρέπει κανέναν εφησυχασμό...
 Διογένης Λόππας
 anoixtoparathyro.gr