Η αστυνομία ζητά ιδιώνυμο!...

0
Άντα Ψαρρά

«O όρος αναφέρεται στο “ιδιώνυμο” (ειδικό) αδίκημα όπως περιγράφεται στον νόμο N.4229/1929 μετά από πρόταση της κυβέρνησης Βενιζέλου. Ο τίτλος του νόμου ήταν “Περί των μέτρων ασφαλείας του κοινωνικού καθεστώτος και προστασίας των ελευθεριών των πολιτών”. Ο στόχος του ήταν η...

ποινικοποίηση των “ανατρεπτικών” ιδεών, ιδιαίτερα η δίωξη κομμουνιστών, αναρχικών και η καταστολή των συνδικαλιστικών κινητοποιήσεων. Ιδιώνυμο στη Νομική Επιστήμη ονομάζεται το έγκλημα εκείνο για το οποίο προβλέπονται ιδιαίτερες ποινές σε σχέση με τα εγκλήματα της γενικής κατηγορίας στην οποία αυτό υπάγεται. Ο όρος από το 1929 απέκτησε πολιτική σημασία και σήμανε κάθε κατασταλτικό μέτρο που εφαρμόστηκε έως το 1974 και ποινικοποιούσε την υποστήριξη και διάδοση των κομμουνιστικών ιδεών» (πηγή: Wikipedia).

Για όσους το είχαν ξεχάσει λοιπόν δόθηκε πρόσφατα η ευκαιρία να το ξαναθυμηθούν μετά την τελευταία κίνηση αστυνομικών να υποβάλουν μήνυση και να ζητήσουν -έτσι αυθαίρετα- τη μετατροπή της κατηγορίας σε απόπειρα ανθρωποκτονίας για τους συλληφθέντες κατά τη δεύτερη αστυνομική επιχείρηση στο Κουκάκι. Την κίνηση αυτή προανήγγειλε μάλιστα ο ΣΚΑΪ (13.1.2020) «Τουλάχιστον έξι αστυνομικοί που συμμετείχαν στις επιχειρήσεις της Ματρόζου και τραυματίστηκαν, τις επόμενες μέρες (!) ή και ώρες (Τρίτη) θα υποβάλουν μήνυση σε βάρος των καταληψιών και των δραστών των επιθέσεων για απόπειρα ανθρωποκτονίας εκ προθέσεως με ενδεχόμενο δόλο».

Ο δε πρόεδρος των ειδικών φρουρών κ. Ντούμας μέμφθηκε «στον αέρα» τους εισαγγελείς για τις ελαφριές -κατά τη γνώμη του- κατηγορίες, ενώ ακολούθησε η επίσκεψη αστυνομικών στον Αρειο Πάγο. Οι αστυνομικοί ζήτησαν με υπόμνημα από τον εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, μετά και τις νομικές συμβουλές του βουλευτή Θ. Πλεύρη, την ποινική αναβάθμιση των αδικημάτων αλλά και τον πειθαρχικό έλεγχο των εισαγγελέων!

Για πρώτη φορά λοιπόν γίνεται προσπάθεια βίαιης επαναφοράς του ιδιώνυμου, δηλαδή μιας βαρύτερης ποινικής μεταχείρισης αδικημάτων που διαπράττουν όσοι ταιριάζουν στην εικόνα του αντιεξουσιαστή, του αναρχικού, του καταληψία, τουυ διαδηλωτή κ.λπ. Αν όμως μετά τις ωμές αυτές παρεμβάσεις οι εισαγγελείς προχωρήσουν σε τέτοιου είδους αποφάσεις που παραβιάζουν το ισχύον νομικό και ποινικό σύστημα, ανοίγει ένας πολύ επικίνδυνος δρόμος για τη Δικαιοσύνη. Ακόμα και σε βαρύτατους τραυματισμούς αστυνομικών σε οπαδικά επεισόδια ή σε άγριες εναντίον τους επιθέσεις κοινών εγκληματιών δεν έχει γίνει παρόμοια προσπάθεια ωμής παρέμβασης.

Οπως ήταν φυσικό, μετά από αυτό προκλήθηκε ένας έντονος διάλογος μεταξύ δικαστικών λειτουργών. Θυμίζουμε ότι οι εισαγγελικές και δικαστικές ενώσεις όλη την προηγούμενη περίοδο όρθωναν το ανάστημά τους ακόμα και σε μια απλή δήλωση ή εκτίμηση κυβερνητικού αξιωματούχου. Αντιγράφουμε από το καίριο άρθρο της αντεισαγγελέως Εφετών Αικ. Μάτση, που αναρτήθηκε στην ιστοσελίδα της Ενωσης Δικαστών και Εισαγγελέων:

«Θεμελιώδης αρχή του κράτους δικαίου και πεμπτουσία της αρχής της διάκρισης των εξουσιών είναι η αποκλειστική ανάθεση της ποινικής δίωξης και του νομικού χαρακτηρισμού μιας πράξης στον αρμόδιο Εισαγγελέα. Ενίοτε η αρχή αυτή αμφισβητείται, όταν οι επιλογές των εισαγγελικών λειτουργών προσκρούουν στην εκπεφρασμένη πολιτική βούληση. Το φαινόμενο αυτό είναι αρκετά συχνό και επαναλαμβανόμενο και θα ήταν υποκρισία να έλεγε κάποιος ότι ξαφνιάστηκε από τον τρόπο που αντιμετωπίστηκαν Εισαγγελείς που άσκησαν ποινικές διώξεις για τη γνωστή υπόθεση στο Κουκάκι.

»Η άσκηση ποινικής δίωξης σημαίνει υπαγωγή συγκεκριμένων πραγματικών περιστατικών σε συγκεκριμένο κανόνα δικαίου. Μια διαδικασία δηλαδή που προϋποθέτει ειδικές νομικές γνώσεις και δεν μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο εκλαϊκευμένων συζητήσεων μιας παρέας. Για τις λεπτές διακρίσεις μεταξύ της απλής σωματικής βλάβης, της απρόκλητης σωματικής βλάβης, της επικίνδυνης σωματικής βλάβης, της βαριάς σωματικής βλάβης, της θανατηφόρας σωματικής βλάβης και της απόπειρας ανθρωποκτονίας έχουν γραφεί πολλά επιστημονικά βιβλία και έχουν εκδοθεί χιλιάδες δικαστικές αποφάσεις.

»Ο Εισαγγελικός λειτουργός, ως νομικός επιστήμονας, γνωρίζει πολύ καλά σε ποια συγκεκριμένη διάταξη υπάγονται τα πραγματικά περιστατικά, όπως αυτά προκύπτουν από την υποβλητική αναφορά της αστυνομίας ή την έγκληση και πάντοτε σε συνάρτηση με το αποδεικτικό υλικό που έχει στα χέρια του κατά το πρώιμο στάδιο της κίνησης της ποινικής δίωξης».

Στη συνέχεια εξηγεί το πώς ειδικά σε μια αυτόφωρη διαδικασία ενδέχεται να υπάρχουν ελλείψεις στο αποδεικτικό υλικό, το οποίο συμπληρώνεται προφανώς κατά τη διεξοδική διερεύνηση της υπόθεσης. Παρατηρεί μάλιστα ότι ενώ όλοι γνωρίζουν αυτή τη διαδικασία (ασφαλιστική δικλίδα), αυτό αποσιωπήθηκε «απ’ όλους τους φερόμενους ως “αρμόδιους”, οι οποίοι, αποφαινόμενοι για τέτοιου είδους ζητήματα χωρίς να διαθέτουν την παραμικρή ειδική επιστημοσύνη, αναλώθηκαν στο να κατακρίνουν τις ενέργειες του Εισαγγελέα που κίνησε την επίμαχη ποινική δίωξη, κουνώντας επικριτικά το δάχτυλο, φτάνοντας μάλιστα στο σημείο να εξαπολύουν απειλές για άσκηση πειθαρχικών διώξεων σε βάρος του».

Κλείνοντας το άρθρο της η αντεισαγγελέας αναφέρει πως «είναι λυπηρή η διαπίστωση ότι σε ένα κράτος δικαίου συνεχίζονται να ασκούνται πιέσεις σε δικαστικούς και εισαγγελικούς λειτουργούς, όχι άμεσα αλλά έμμεσα, διά της διαρκούς αναπαραγωγής αντιεπιστημονικής κριτικής, είτε από πολιτικούς, είτε από συνδικαλιστές αστυνομικούς υπαλλήλους – ορισμένοι από τους οποίους φτάνουν σε προκλητική χυδαιότητα, αποκαλώντας τον Εισαγγελέα “κιοτή” – η οποία αναπαράγεται από συγκεκριμένα ΜΜΕ και καταλήγει στον εκχυδαϊσμό της νομικής επιστήμης. Εάν θα τελεσφορήσουν ή όχι τέτοιες πρακτικές είναι το ζητούμενο και εξαρτάται αποκλειστικά από τους ίδιους τους συναδέλφους. Το Σύνταγμα κατοχυρώνει στον ύψιστο βαθμό την προσωπική και λειτουργική μας ανεξαρτησία και είναι ο μόνος σύμμαχός μας».

Τόσο απλά και ξεκάθαρα!...

efsyn.gr

Δημοσίευση σχολίου

0Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου (0)