Οι φόβοι για ευρωπαϊκή και διεθνή ύφεση “κοκκίνησαν” τα ευρωπαϊκά χρηματιστήρια


Με απώλειες έκλεισαν τα ευρωπαϊκά χρηματιστήρια την Πέμπτη, σε μια συνεδρίαση που χαρακτηρίστηκε από έντονη μεταβλητότητα εν μέσω του sell-off που έχουν προκαλέσει οι εντεινόμενοι φόβοι για επικείμενη ύφεση της παγκόσμιας οικονομίας αλλά και οι ανησυχίες για την πορεία της ευρωπαϊκής, μετά τα ανησυχητικά στοιχεία για τη Γερμανία.
Έτσι, ο πανευρωπαϊκός δείκτης Stoxx 600 ολοκλήρωσε τη συνεδρίαση 0,33% χαμηλότερα στις 364,94, με τον κλάδο των αυτοκινήτων να καταγράφει τις υψηλότερες απώλειες και τους περισσότερους κλάδους να κλείνουν με αρνητικό πρόσημο...

Ο γερμανικός δείκτης DAX τερμάτισε τη σημερινή συνεδρίαση με πτώση 0,70% στις 11.412,67μονάδες, ενώ ο CAC 40 στο Παρίσι υποχώρησε κατά 0,27%, στις 5.236,93 μονάδες. Υψηλότερες οι απώλειες για το Λονδίνο, με τον FTSE 100 να κλείνει στις 7.067,01 μονάδες, 1,13% χαμηλότερα.
Στην περιφέρεια, ο ισπανικός δείκτης IBEX 35 έκλεισε με οριακή υποχώρηση 0,04%, στις 8.519μονάδες, ενώ ο πορτογαλικός PSI τερμάτισε 0,68% χαμηλότερα, στις 4.718,29 μονάδες.
Το κλίμα και σήμερα καθόρισαν οι εξελίξεις στις αγορές ομολόγων, καθώς η αντιστροφή της καμπύλης αποδόσεων στα ομόλογα των ΗΠΑ, συγκεκριμένα η υποχώρηση της απόδοσης του 10ετούς τίτλου κάτω από εκείνη του 2ετούς, έχει πυροδοτήσει από εχθές φόβους για την αμερικανική αλλά και για την παγκόσμια οικονομία. Κι αυτό γιατί, το φαινόμενο αυτό θεωρείται από τους αναλυτές ως δείκτης επερχόμενης οικονομικής ύφεσης.
Αρνητικά ήταν εξάλλου και τα χθεσινά στοιχεία για την οικονομία της Ευρωζώνης και ειδικότερα τη γερμανική, που είναι και η “ατμομηχανή” του μπλοκ, κάτι που ενισχύει τους παραπάνω φόβους. Υπενθυμίζεται ότι σύμφωνα με τα στοιχεία που ανακοινώθηκαν η γερμανική οικονομία συρρικνώθηκε το β΄ τρίμηνο κατά 0,1%, με τους αναλυτές να κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου για ενδεχόμενη διολίσθηση σε ύφεση το επόμενο τρίμηνο.
Εν μέσω αυτού του κλίματος, μόνο θετικά δεν εξέλαβαν οι επενδυτές την ανακοίνωση του Πεκίνου ότι θα λάβει τα “απαραίτητα αντιμέτρα” ως αντίποινα στην περίπτωση που η Ουάσιγκτον υλοποιήσει τον σχεδιασμό της και θέσει σε ισχύ από την 1η Σεπτεμβρίου δασμούς σε πρόσθετα προϊόντα, αξίας 300 δισ. δολαρίων, που εισάγει από την Κίνα.
Το ενδεχόμενο εξάλλου μιας κλιμάκωσης του εμπορικού πολέμου μεταξύ των δύο μεγαλύτερων οικονομιών του κόσμου, είναι κάτι που φοβούνται ιδιαίτερα οι επενδυτές καθώς εκτιμούν ότι θα πλήξει ακόμα περισσότερο τον ρυθμός ανάπτυξης της παγκόσμιαςοικονομίας, που δείχνει να επιβραδύνεται.
Επιφυλακτικές κινήσεις στη Wall Street εν μέσω φόβων για ύφεση
Επιφυλακτικές είναι οι κινήσεις των επενδυτών στη Wall Street, μετά τη χθεσινή βουτιά που στοίχισε στον Dow Jones 800 μονάδες εν μέσω των αναδυόμενων φόβων για επερχόμενη επιβράδυνση, ακόμα και ενδεχόμενη ύφεση της αμερικανικής αλλά και της παγκόσμιαςοικονομίας.
Το χθεσινό sell off τροφοδότησε το σπάνιο φαινόμενο της υποχώρησης της απόδοσης του 10ετούς αμερικανικού κρατικού ομολόγου, που αποτελεί σημείο αναφοράς για την αγορά ομολόγων, κάτω από την αντίστοιχη του 2ετούς τίτλου, κάτι που θεωρείται από τους αναλυτές ως δείκτης επερχόμενης οικονομικής ύφεσης.
Είναι ενδεικτικό ότι από το 1978, η καμπύλη αποδόσεων των 2ετών και 10ετών αμερικανικών κρατικών ομολόγων έχει αντιστραφεί πέντε φορές και σε όλες τις περιπτώσεις η αντιστροφή αυτή αποτέλεσε προάγγελο ύφεσης.
Τις ανησυχίες ενέτεινε η συνεχιζόμενη κλιμάκωση του εμπορικού πολέμου μεταξύ των ΗΠΑ και της Κίνας, που συνεχίζει να βρίσκεται στο μικροσκόπιο των επενδυτών που επιχειρούν να αποτιμήσουν τις επιπτώσεις που αυτός μπορεί να έχει στην πορεία της παγκόσμιας οικονομίας.
Το κλίμα στο εμπορικό μέτωπο επιδεινώθηκε ακόμα περισσότερο σήμερα, μετά την ανακοίνωση του Πεκίνου ότι θα λάβει τα “απαραίτητα αντιμέτρα”, χωρίς ωστόσο να διευκρινίζει τι είδους θα είναι αυτά, σε περίπτωση που η Ουάσιγκτον πραγματοποιήσει τον σχεδιασμό της και επιβάλλει από 1η Σεπτεμβρίου δασμούς σε πρόσθετα αγαθά αξίας 300 δισ. δολαρίων που εισάγει από την Κίνα.
Ωστόσο, η αγορά σήμερα βρίσκει κάποιες, μικρές, στηρίξεις στα ενθαρρυντικά στοιχεία που ανακοινώθηκαν νωρίτερα για την αμερικανική οικονομία, καθώς και στα εταιρικάαποτελέσματα που ανακοίνωσε η Walmart, τα οποία ξεπέρασαν τις εκτιμήσεις των αναλυτών, με την εταιρεία να αυξάνει μάλιστα και τις εκτιμήσεις της για την πορεία στο σύνολο του έτους.
Έτσι, ο βιομηχανικός Dow Jones καταγράφει μικρά κέρδη 42 μονάδων ή 0,17% στις 25.522 μονάδες, ενώ ο S&P 500 ενισχύεται κατά 0,35% στις 2.850. Αντίθετα, ο τεχνολογικός δείκτης Nasdaq συνεχίζει και σήμερα πτωτικά, καταγράφοντας απώλειες 0,32% στις 7.748 μονάδες.
Στα μάκρο της ημέρας, η αύξηση που κατέγραψαν οι λιανικές πωλήσεις στις ΗΠΑ τον Ιούλιο, δημιουργεί αισιοδοξία καθώς φαίνεται ότι οι Αμερικανοί αυξάνουν τις δαπάνες τους παρά τα ανησυχητικά σημάδια για την οικονομία της χώρας. Όπως ανακοινώθηκε, οι πωλήσειςλιανικής ενισχύθηκαν τον προηγούμενο μήνα κατά 0,7%, υπερβαίνοντας τις εκτιμήσεις των οικονομολόγων που έκαναν λόγο για αύξηση 0,3%.
Η άνοδος είναι ακόμη υψηλότερα, στο 0,9%, αν εξαιρεθούν η εμπορία αυτοκινήτων και τα καύσιμα, τομείς που μερικές φορές στρεβλώνουν την ευρύτερη τάση.
Οι λιανικές πωλήσεις μέσω διαδικτύου κατέγραψαν ακόμη υψηλότερη αύξηση, κατά 2,8%, με εταιρείες όπως η Amazon και η Best Buy να καταγράφουν τον Ιούλιο την υψηλότερη επίδοση τεσσάρων μηνών, ενώ ανοδικά κινήθηκαν και οι πωλήσεις στα πολυκαταστήματα, τα εστιατόρια και τα καταστήματα ηλεκτρονικών ειδών.
Παράλληλα, βελτίωση κατέγραψε η παραγωγικότητα της εργασίας στις ΗΠΑ το δεύτερο τρίμηνο του έτους, σύμφωνα με τα στοιχεία που ανακοίνωσε το υπουργείο Εργασίας. Πιο συγκεκριμένα, η παραγωγικότητα ενισχύθηκε κατά 2,3%, ξεπερνώντας τις προσδοκίες των οικονομολόγων που ανέμεναν αύξηση κατά 1,7%, μετά την αύξηση κατά 3,5% που σημειώθηκε τους τρεις πρώτους μήνες του έτους, σύμφωνα με τα αναθεωρημένα στοιχεία.
Θετικά επίσης είναι και τα μηνύματα από την αγορά εργασίας, όπου αν και οι νέες αιτήσεις επιδομάτων ανεργίας διαμορφώθηκαν σε υψηλό έξι εβδομάδων, παραμένοντας εντούτοις σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα.
Ειδικότερα, όπως ανακοίνωσε το υπουργείο Εργασίας, οι αρχικές αιτήσεις ανεργίας ενισχύθηκαν κατά 9.000 και ανήλθαν στις 220.000, αριθμός που διαμορφώθηκε υψηλότερα από τις προσδοκίες των οικονομολόγων που τις ανέμεναν στις 214.000.
Ο κινητός μέσος όρος των τεσσάρων εβδομάδων, ωστόσο, που θεωρείται πιο αξιόπιστο μέτρο, σημείωσε μικρότερη αύξηση, κατά 1.000 αιτήσεις, με το σύνολο να διαμορφώνεται στις 213.750.