Δεν είμαι “Charlie Hebdo”

  Γράφει ο Γιώργος Σωτηρόπουλος
 
Στις 7 Ιανουαρίου 2015, μία ομάδα ακραίων Μουσουλμάνων, σκότωσε εν ψυχρώ τους σκιτσογράφους του περιοδικού «Charlie Hebdo», στο Παρίσι, γιατί απεικόνισαν με σκίτσα τους το Μωάμεθ. Νωρίτερα, το 2006, στη Δανία ξέσπασαν βίαιες συγκρούσεις κατά αντίστοιχης εφημερίδας για τον ίδιο ακριβώς λόγο από φανατικούς Μουσουλμάνους. Γεννιέται,  λοιπόν, το ερώτημα: το δικαίωμα της έκφρασης και η ελευθερία του λόγου έχουν όρια;

Έτσι, πιο συγκεκριμένα, θα πρέπει να αναρωτηθούμε τι πραγματικά συνέβη. Είτε λάβουμε υπόψη μας τη Δανία ή τη Γαλλία, το κοινό σημείο και των δύο περιστατικών είναι ότι οι μη-Μουσουλμάνοι προσπάθησαν να προκαλέσουν  τη μουσουλμανική κοινότητα. Το εάν αυτοί που προκάλεσαν ήταν βαθιά θρησκευόμενοι χριστιανοί ή άθεοι ή ακροαριστεροί δε θα πρέπει να εντάσσεται σαν δομικό στοιχείο του ......προβληματισμού μας, γιατί είναι γνωστό ότι η απεικόνιση του Μωάμεθ είναι στοιχείο ταμπού, ανεξάρτητα από το εάν καταγράφεται στο Κοράνι ή όχι.

 Εφόσον, λοιπόν, είναι έτσι, τότε γιατί πρέπει οι  μη-Μουσουλμάνοι να προκαλούν με κάτι που είναι τόσο ευαίσθητο ζήτημα για τους Μουσουλμάνους; Γιατί, ας είμαστε ειλικρινείς οι υπόλοιποι. Η απεικόνιση του Μωάμεθ, μάλλον, θεωρείται φυσιολογική στους υπολοίπους μας, μη Μουσουλμάνους, και αυτό επειδή έχουμε δει και αντίστοιχες «βλάσφημες» εικόνες του Χριστού.

Ναι, αλλά οι βλάσφημες εικόνες του Χριστού έγιναν και γίνονται από Χριστιανούς ή Δυτικούς καλλιτέχνες, ενταγμένοι όλοι αυτοί σε άλλο πλαίσιο, το δυτικό, και απευθύνονται σε εμάς τους Δυτικούς, σαν μια μορφή κριτικής προς τη θρησκεία, σε επίπεδο λειτουργίας και δογματικών θέσεων.

 Αν αυτό είναι το δεδομένο μας, τότε πρέπει να συνηγορήσουμε στο ότι οι σκιτσογράφοι ήθελαν να προκαλέσουν τους Μουσουλμάνους στο ίδιο ακριβώς επίπεδο, δηλαδή ως προς το δογματισμό της Μουσουλμανικής θρησκείας; Ας είμαστε ειλικρινείς και πάλι: ήθελαν απλώς να προκαλέσουν, πιστεύοντας οι ίδιοι ότι έχουν το δικαίωμα. Το αποτέλεσμα, η δολοφονία τους ή οι βίαιες συγκρούσεις, είναι καταδικαστέες πράξεις και θα μπορούσαν οι ψευτοπερήφανοι  να διεκδικήσουν διαφορετικά το δίκιο τους.

Με λίγα λόγια, θα πρέπει να αυτολογοκρίνεται η ελευθερία της έκφρασης; Μάλλον, σε ό,τι έχει σχέση με τις άλλες θρησκείες, η απάντηση είναι θετική. Ωστόσο, θα πρέπει να προσέξουμε κάτι απλό: αυτό που έχει σχέση με τη θρησκεία και είναι δομικό συστατικό της, όπως η απεικόνιση του Μωάμεθ, θα πρέπει να προστατεύεται. Όχι, όμως, δογματικά στοιχεία, όπως  για παράδειγμα η εφαρμογή της Σαρία εντός των αλλοεθνών κοινωνιών, γιατί δεν μπορεί να λειτουργεί με τη μορφή του «κράτους εν κράτει».

Θα πρέπει, δηλαδή, να είμαστε ιδιαίτερα προσεκτικοί στο τι θέλουμε να προστατεύσουμε και τι θα πρέπει να υπόκειται σε κριτική.  Γιατί, εάν θέλουμε στην Ευρώπη να αυτοθεωρούμαστε «πολιτισμένοι», τότε η πολιτισμική ανωτερότητα φαίνεται στο σεβασμό των δομικών στοιχείων, που απαρτίζουν την ταυτότητα του «άλλου» και όχι στη συλλήβδην πρόκλησή τους, στο όνομα της ελευθερίας του λόγου και της έκφρασης.

Ένα τέτοιο δικαίωμα, το οποίο ο καθένας λαμβάνει για τον εαυτό του με τέτοιο χοντροκομμένο τρόπο, είναι επικίνδυνο, όχι τόσο σε αυτόν στον οποίο απευθύνεται, αλλά στο τι πιστεύει ο ίδιος που το εκφράζει. Δηλαδή, η θέση «έχω τη δυνατότητα και μπορώ να σε προκαλέσω, γιατί είσαι εντός της δικής μου ελεύθερης κοινωνίας», μάλλον είναι μειωτική και υποκριτική εντός μίας Ευρώπης του Διαφωτισμού.

Είναι παλιμπαιδισμός και πισωγύρισμα για τους Ευρωπαίους πολίτες  να πιστεύουν ότι έχουν τη δυνατότητα να εκφέρουν  κριτική στα δομικά συστατικά της ταυτότητας του «άλλου», επειδή απλώς έχουν το δικαίωμα να το πράξουν, μέσα στις δικές τους κοινωνίες. Η αντίθετη θέση, ότι δηλαδή ο «άλλος» έχει κάποια ταμπού και δεν επιθυμεί να είναι αντικείμενο κριτικής από τους υπολοίπους θα πρέπει να υπερισχύσει.  Γιατί αυτή η θέση συνάδει με την Ευρώπη των αξιών, που κληροδότησε ο Ευρωπαϊκός Διαφωτισμός.

Η διάκριση, βέβαια, του τι είναι και τι δεν είναι δομικό συστατικό  δεν είναι πάντα εύκολη, αλλά από μόνη της η ερώτηση: «Αυτό που θέλω να κρίνω είναι δομικό συστατικό ή όχι;» είναι αρκετή, για να καθορίσει τα πλαίσια και εκεί φαίνεται το πώς πραγματικά λαμβάνουμε υπόψη μας τον «άλλον». Ενδεικτικά παραδείγματα θα μπορούσαν να είναι τα εξής: η απεικόνιση του Μωάμεθ σε σκίτσο ή η γελοιοποίηση του Αστέρος του Δαβίδ είναι δομικά στοιχεία, ενώ η άρνηση της Σαρία εντός αλλοεθνούς κράτους ή η άρνηση του Ολοκαυτώματος και  η πολιτική του Ισραήλ στην Παλαιστίνη δεν είναι δομικά στοιχεία της ταυτότητας του «άλλου»

Τέλος, έχει κακώς γίνει δεκτό ότι η ανοχή και η πολυπολιτισμικότητα είναι τα αδύναμα σημεία των φιλελεύθερων κοινωνιών, γιατί αναγκάζονται αυτές να κρύψουν κάτω από το χαλί ενοχλητικά στοιχεία στο όνομα μίας κατ’επίφαση ειρήνης και αρμονίας. Η απάντηση σε αυτό το επιχείρημα, τουλάχιστον όσον αφορά την Ευρώπη, μάλλον κινείται προς την πλευρά του τι θέλουμε να προασπιστούμε σοβαρά και όχι τι είναι αυτό που θέλουμε να φαίνεται προς τα έξω. Η πραγματική προάσπιση είναι η ευρωπαϊκή κουλτούρα της ανοχής, της Ευρώπης των Πολιτών της, και όχι μίας δυσαρμονικής, ιστορικά κομπλεξικής και  ιδεοληπτικής Ευρώπης των λαών της.

Πηγές
1.       https://el.wikipedia.org/wiki/%CE%95%CF%80%CE%AF%CE%B8%CE%B5%CF%83%CE%B7_%CF%83%CF%84%CE%B1_%CE%B3%CF%81%CE%B1%CF%86%CE%B5%CE%AF%CE%B1_%CF%84%CE%BF%CF%85_Charlie_Hebdo
4.       Περιοδικό «Γαλέρα» τεύχος 6, Μάρτιος 2006, σελ:10