Η Αξιολόγηση!




Γράφει ο Αλέξανδρος Πιστοφίδης


Τρίτη πρωί στις 16 του Σεπτέμβρη, καθώς κάνω το καθημερινό μου βάδην στο πάρκο Τρίτση, γίνομαι μάρτυρας μιας σκηνής λογικού παραλογισμού. Μια υδροφόρος του Δήμου Ιλίου ποτίζει τα δενδρύλλια του πάρκου και ένας λογικός αλλά αφελής ποδηλάτης σταματά και τους επιπλήττει έκπληκτος λέγοντάς τους «μα καλά δεν βλέπετε ότι παντού έχει λάσπη, αφού εδώ και δυο μέρες βρέχει συνεχώς και ήδη η μετεωρολογική υπηρεσία προανήγγειλε βροχές και γα σήμερα το μεσημέρι; Είστε καλά στα μυαλά»;
Οι τρεις υπάλληλοι του δήμου Ιλίου, ο ένας που πότιζε , ο οδηγός που κάπνιζε και ο τρίτος, προφανώς ο «προϊστάμενος» που κρατούσε κάτι χαρτιά στα χέρια του, εικάζω, το οργανόγραμμα και το ......
σχεδιάγραμμα, γνωρίζοντας προφανώς, ότι ο ποδηλάτης είχε δίκαιο αλλά ήταν άσχετος με το θέμα, δεν του έδωσαν καν σημασία, αλλά συνέχισαν το πότισμα σε λακκούβες που ήταν ήδη ξεχειλισμένες.
Ηταν οφθαλμοφανές ότι ο λογικός αλλά αφελής ποδηλάτης ήταν άσχετος με τη γραφειοκρατία του ελληνικού δημοσίου.
Όχι μόνο αγνοούσε, το τι σημαίνει γραφειοκρατικός μοντέρνος τρόπος διαχείρισης έργου, όπου απαιτείται καταμερισμός ικανοτήτων και εργασίας πολλών ανθρώπων, όπου ο καθένας επιτελεί ένα μέρος αλλά δε πρέπει να γνωρίζει σε τι συνίσταται το όλο έργο για να επιτευχθεί ο στόχος, αλλά αγνοούσε ακόμη και το ότι αυτό είναι δουλειά λίγων «ειδικών» που είναι στην κορυφή της ιεραρχίας.
Ηταν ολοφάνερο, ότι ο λογικός αλλά αφελής ποδηλάτης αγνοούσε, πως η χώρα αυτή, πέρασε από την απόλυτη αναρχία στην πιο άκαμπτη γραφειοκρατία που θα τη ζήλευε ακόμα και ένας πρώσος δημόσιος υπάλληλος την εποχή του Μπίσμαρκ και πως η δουλειά στο «σύγχρονο» ελληνικό δημόσιο καθορίζεται πλέον από μια κωδικοποιημένη κανονιστική λογική παραλογισμού, που μπορεί να περιγραφεί μόνο με τον όρο «διαδικαστικός ορθολογισμός του παραλογισμού».
Ο λογικός αλλά αφελής ποδηλάτης αγνοούσε ότι αυτό που προείχε για τους τρεις υπαλλήλους του δήμου, ήταν η τήρηση της διαδικασίας κατά γράμμα. Αγνοούσε ότι είχαν στα χέρια τους ένα σχεδιάγραμμα και ένα οργανόγραμμα που έπρεπε να υλοποιηθεί ακόμη και μετά από ένα σεισμό 10 της κλίμακας ρίχτερ, πόσο μάλλον μετά από μια βροχή και ότι η παράκαμψη της διαδικασίας στο ελληνικό δημόσιο τιμωρείται περισσότερο από οτιδήποτε άλλο. Εκείνος που τους έδωσε το οργανόγραμμα και την εντολή είναι εκείνος που θα τους αξιολογήσει και το ΥΠΕΡΚΡΙΤΗΡΙΟ ΟΛΩΝ ΤΩΝ ΚΡΙΤΗΡΙΩΝ είναι ένα:«πιστή εκτέλεση των εντολών των προϊσταμένων σου δίχως ίχνος αμφιβολίας της ορθότητας της σκέψης τους». Εκείνοι ξέρουν.
Φαινόταν ότι ο λογικός αλλά αφελής ποδηλάτης δεν θα ‘πρεπε, όχι απλώς να έχει περάσει από το ελληνικό δημόσιο, αλλά ούτε από ελληνικό σχολείο. Διαφορετικά θα ήξερε ότι η ίδια λογική διέπει και το εκπαιδευτικό μας σύστημα που στηρίζεται στην «ΑΝΩΤΑΤΗ ΑΡΧΗ ΑΜΑΘΕΙΑΣ», στον «ΚΑΝΟΝΑ ΟΛΩΝ ΤΩΝ ΚΑΝΟΝΩΝ ΑΝΤΙΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΗΣ», που ακούει στο όνομα «ΘΑ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΒΓΕΙ Η ΥΛΗ ΑΚΟΜΑ ΚΙ ΑΝ ΕΙΜΑΣΤΕ ΣΙΓΟΥΡΟΙ ΟΤΙ ΜΕΤΑ 12 ΧΡΟΝΙΑ ΣΤΑ ΘΡΑΝΙΑ ΤΟ 95% ΤΩΝ ΜΑΘΗΤΩΝ ΔΕ ΘΑ ΘΥΜΑΤΑΙ ΟΥΤΕ ΤΟ 5% ΤΩΝ ΔΙΔΑΧΘΕΝΤΩΝ» και αυτό συμβαίνει σ’ αυτή τη χώρα εδώ και δεκαετίες εν γνώσει όλων των έμμεσα ενδιαφερομένων(γονιών, δασκάλων, καθηγητών, υπουργών, κ.,λ.π. κ.λ.π.) κόντρα στους άμεσα ενδιαφερόμενους και στα συμφέροντά τους, τους μαθητές.
Πώς να εξηγήσεις στο λογικό αλλά αφελή ποδηλάτη, ότι ο νέος θεσμός της αξιολόγησης, του να αξιολογηθούν όλοι, εκτός από τους αξιολογητές, που όρισαν το «να βγει η ύλη και να τηρηθούν οι διαδικασίες», θα έχει το ίδιο αποτέλεσμα με την ιστορία «Μορφή και Περιεχόμενο» του Μ. Μπρεχτ με τον κύριο Κ(ανένα).
Ό κ. Κ. παρατηρούσε έναν πίνακα πού έδινε σε μερικά αντικείμενα μια πολύ ιδιότυπη μορφή. Κι ο κ. Κ. είπε:κάποιοι καλλιτέχνες όταν μελετούν τον κόσμο τον παριστάνουν όπως και πολλοί φιλόσοφοι. Καθώς μοχθούν για τη μορφή τούς ξεφεύγει το περιεχόμενο. Κάποτε δούλευα σ’ έναν κηπουρό. Μια μέρα μου δίνει ένα ψαλίδι και μου λέει να κλαδέψω μια δάφνη. Τη δάφνη την είχαν μέσα σε μια γλάστρα και τη δάνειζαν σε διάφορες εκδηλώσεις. Γι αυτό κι έπρεπε νάναι στρογγυλή σα σφαίρα. 'Άρχισα παρευθύς να κλαδεύω τ’ αγριόκλαδα, παιδευόμουν ώρες ολάκερες μα δεν κατάφερα τίποτα. Κάποτε κλάδευα τη μια πλευρά περισσότερο, κάποτε την άλλη. ’Όταν στο τέλος κατόρθωσα να τη στρογγυλέψω ή σφαίρα είχε γίνει μικρή σα σβώλος.
’Ο κηπουρός μου είπε Απογοητευμένος: Καλά, βλέπω τη σφαίρα, πού είναι όμως ή δάφνη;