«Απαράδεκτη και προσβλητική για τους νοσηλευτές η τροπολογία του Υπουργού Υγείας»

Προσφάτως ψηφίστηκε από την Βουλή των Ελλήνων σχέδιο Νόμου του Υπουργείου Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης με κύριο θέμα την δωρεά και μεταμόσχευση οργάνων.
Στις διατάξεις του ως άνω νομοσχεδίου συμπεριελήφθη και τροπολογία, αφορώσα την υπηρεσιακή κατάσταση του προσωπικού του κλάδου ΤΕ Νοσηλευτικής – Μαιευτικής του ΙΚΑ – ΕΤΑΜ. Ειδικότερα, δια της επίμαχης τροπολογίας προβλέπεται, ότι το προσωπικό του κλάδου ΤΕ Νοσηλευτικής – Μαιευτικής που μεταφέρεται κατ’εφαρμογή του Νόμου 3918/2011 στους φορείς υποδοχής δύναται να καταταγεί μετά την μεταφορά του στον κλάδο ΤΕ Νοσηλευτικής κατόπιν υποβολής αιτήσεως προτίμησης, εφόσον εργαζόταν με οποιαδήποτε σχέση εργασίας στο ΙΚΑ – ΕΤΑΜ και παρείχε νοσηλευτικές υπηρεσίες για οκτώ τουλάχιστον έτη προ της μεταφοράς του. Ενόψει της ανωτέρω τροπολογίας χωρούν οι ακόλουθες σκέψεις.
Δια των σχολιαζόμενων διατάξεων καθιερώνεται, επί της ουσίας, η δυνατότητα υπέρ μαιευτών και μαιών να μετατάσσονται στον κλάδο των νοσηλευτών χωρίς, ωστόσο, να διαθέτουν το απαιτούμενο τυπικό προσόν, ήτοι πτυχίο νοσηλευτικής. Η παρατήρηση αυτή χωρεί, διότι είναι προφανές ότι η χρησιμοποιούμενη φράση «δύναται να............
καταταγεί» υποκρύπτει, κρίνοντας εκ του αποτελέσματος της κατάταξης, την δίχως άλλο μετάταξη μαιών στον κλάδο των νοσηλευτών.
Η ρύθμιση αυτή είναι αναμφίβολα πρωτοφανής και φανερώνει την προχειρότητα και τον απερίσκεπτο τρόπο αντιμετώπισης των εργαζομένων του χώρου της υγείας, που ισοπεδώνει κάθε έννοια αξιοκρατίας και ισότητας, επιβάλλοντας με την πιο άκομψη μέθοδο την εξομοίωση υπαλλήλων διαφορετικών κλάδων, που φέρουν διαφορετικό επαγγελματικό τίτλο και έχουν διαφορετικά επαγγελματικά δικαιώματα.
Όπως είναι ήδη γνωστό, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 5§2 Α του Νόμου 1579/1985, «από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου καθιερώνεται ο επαγγελματικός τίτλος του νοσηλευτή και νοσηλεύτριας στους πτυχιούχους ή διπλωματούχους των: α) Τμημάτων νοσηλευτικής Α.Ε.Ι. β) Νοσηλευτικών τμημάτων Τ.Ε.Ι. γ) Τέως ανώτερων σχολών αδελφών νοσοκόμων επισκεπτριών αδελφών νοσοκόμων, αρμοδιότητας Υπουργείου Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων και Κ.Α.Τ.Ε.Ε. δ) Ισότιμων σχολών αλλοδαπής των αντίστοιχων σχολών α, β, γ.».
Εκ των ανωτέρω διατάξεων προκύπτει, ότι ο επαγγελματικός τίτλος του νοσηλευτή απονέμεται σε συγκεκριμένους εργαζόμενους, που είναι απόφοιτοι συγκεκριμένων και περιοριστικώς αναφερομένων σχολών. Κατά παράκαμψη των ως άνω διατάξεων αλλά και της κοινής λογικής, επιχειρείται δια της επίμαχης τροπολογίας η ένταξη στον κλάδο των νοσηλευτών υπαλλήλων, που δεν φέρουν καν τον αντίστοιχο επαγγελματικό τίτλο.
Περαιτέρω, με την ψήφιση του Νόμου 3252/2004 συστήθηκε Νομικό Πρόσωπο Δημοσίου Δικαίου με την επωνυμία «Ένωση Νοσηλευτών – Νοσηλευτριών Ελλάδος» (ΕΝΕ), που λειτουργεί ως επαγγελματικός σύλλογος των νοσηλευτών, προβλεπομένης της υποχρεωτικής εγγραφής αυτών στα μητρώα της. Ειδικότερα, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 3§2 του ως άνω Νόμου, «Τακτικά μέλη της Ε.Ν.Ε. είναι υποχρεωτικά όλοι οι νοσηλευτές που είναι απόφοιτοι: α) Τμημάτων Νοσηλευτικών A.E.I., β) Νοσηλευτικών Τμημάτων T.E.I., γ) Πρώην Ανώτερων Σχολών Αδελφών Νοσοκόμων, Επισκεπτριών Αδελφών Νοσοκόμων, αρμοδιότητας Υπουργείου Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, δ) Πρώην Νοσηλευτικών Σχολών ΚΑΤΕΕ, ε) Νοσηλευτικών Σχολών ή Τμημάτων της αλλοδαπής, των οποίων τα διπλώματα έχουν αναγνωριστεί ως ισότιμα με τα πτυχία των νοσηλευτικών σχολών της ημεδαπής από τις αρμόδιες υπηρεσίες. στ) Σχολής Αξιωματικών Νοσηλευτικής, ζ) Πρώην Σχολής Αξιωματικών Αδελφών Νοσοκόμων».
Όπως προκύπτει εκ των ανωτέρω, μέλη της ΕΝΕ είναι αποκλειστικά και μόνον όσοι φέρουν τον επαγγελματικό τίτλο του νοσηλευτή. Δια της κατάταξης ή άλλως της εν τοις πράγμασι μετάταξης των μαιών στον κλάδο των Νοσηλευτών ΤΕ, μέσω της εφαρμογής των διατάξεων της επίμαχης τροπολογίας, οι μαίες ασφαλώς και δεν αποκτούν τον επαγγελματικό τίτλο του νοσηλευτή, εφόσον δεν διαθέτουν το εκ του Νόμου απαιτούμενο τυπικό προσόν, ήτοι το αντίστοιχο πτυχίο μιας εκ των περιοριστικώς αναφερομένων σχολών. Εντεύθεν παρατηρείται το εξής παράδοξο: Θα ενταχθούν στον κλάδο των Νοσηλευτών μαίες και μαιευτές, οι οποίοι θα ασκούν μεν τη νοσηλευτική, πλην όμως δεν θα φέρουν τον αντίστοιχο επαγγελματικό τίτλο, δεν θα είναι μέλη του αντίστοιχου επαγγελματικού συλλόγου, δηλαδή της ΕΝΕ και δεν θα διαθέτουν την αντίστοιχη άδεια ασκήσεως επαγγέλματος.
Με άλλα λόγια βαίνουμε προς την δημιουργία ενός ιδιόμορφου – ιδιότυπου  σώματος υπαλλήλων, που θα ασκούν υπηρεσιακά καθήκοντα άλλου κλάδου, χωρίς να ελέγχονται από τον οικείο επαγγελματικό σύλλογο και χωρίς να διαθέτουν την κατά νόμο απαιτούμενη άδεια ασκήσεως επαγγέλματος.
Εύλογα, δε, γεννάται εν προκειμένω το ερώτημα περί της εφαρμογής των διατάξεων του άρθρου 31§2-3, σύμφωνα με τις οποίες «όποιος ασκεί τη νοσηλευτική χωρίς να έχει άδεια άσκησης επαγγέλματος διώκεται ποινικά σύμφωνα με το άρθρο 458 του Ποινικού Κώδικα. Καταγγελία για παράνομη άσκηση του νοσηλευτικού επαγγέλματος μπορεί να κάνει οποιοσδήποτε ιδιώτης στα Περιφερειακά Συμβούλια ή στο Δ.Σ. της Ε.Ν.Ε., το οποίο στη συνέχεια υποχρεούται να γνωστοποιήσει το γεγονός στις αρμόδιες δικαστικές αρχές». Με άλλα λόγια, εφόσον αποδεδειγμένα μαίες και μαιευτές θα ασκούν το νοσηλευτικό επάγγελμα χωρίς την απαιτούμενη άδεια, η ΕΝΕ θα είναι υποχρεωμένη να τους καταγγείλει για το ποινικό αδίκημα της αντιποίησης επαγγέλματος.
Επιπλέον, μείζον ζήτημα γεννάται ως προς την υπηρεσιακή εξέλιξη των μαιευτών και μαιών, που πρόκειται να ενταχθούν στον κλάδο των Νοσηλευτών ΤΕ, εξ απόψεως, κυρίως, της συμμετοχής τους στις κρίσεις για την κατάληψη θέσεων προϊσταμένων.
Η ΕΝΕ έχει ήδη επισημάνει, ότι στα νοσοκομεία του ΕΣΥ δεν ακολουθείται η διάρθρωση των υπηρεσιών του ΙΚΑ – ΕΤΑΜ, όπου υπάρχει ενιαίος κλάδος νοσηλευτικής – μαιευτικής. Στο ΕΣΥ υπάρχει διακριτός κλάδος νοσηλευτών και διακριτός κλάδος μαιευτών.
Η σημαντικότερη πρακτική συνέπεια της ως άνω διάκρισης αφορά το καθεστώς των κρίσεων για την κατάληψη θέσεων προϊσταμένων από τους ανωτέρω κλάδους υπαλλήλων.
Εν προκειμένω εφαρμόζονται οι ειδικές διατάξεις του άρθρου 103§1 του Νόμου 2071/1992, σύμφωνα με τις οποίες «θέσεις διευθυντών, τομεαρχών, προϊσταμένων και υπευθύνων της νοσηλευτικής υπηρεσίας, νοσηλευτικών ιδρυμάτων και κέντρων υγείας, καταλαμβάνονται από νοσηλευτές ΠΕ και ΤΕ, με εξαίρεση τα μαιευτικά τμήματα και τα κοινωνικής ιατρικής στα οποία προΐσταται μαίες και επισκέπτες αντιστοίχως».
Όπως προκύπτει εκ των ανωτέρω διατάξεων, οι θέσεις ευθύνης στις νοσηλευτικές υπηρεσίες των νοσοκομείων του ΕΣΥ καταλαμβάνονται αποκλειστικά και μόνον από υπαλλήλους που φέρουν τον επαγγελματικό τίτλο του νοσηλευτή, όπως αυτός καθιερώθηκε από τις προαναφερθείσες διατάξεις του άρθρου 5§2 Α του Νόμου 1579/1985, ήτοι μόνον από νοσηλευτές ΤΕ και ΠΕ.
Οι μαιευτές και οι μαίες έχουν δικαίωμα κατάληψης θέσεων ευθύνης μόνον στα μαιευτικά τμήματα, μη δυναμένων να κριθούν ως προϊστάμενοι της διεύθυνσης ή των λοιπών τμημάτων των νοσηλευτικών υπηρεσιών.
Η ΕΝΕ θεωρεί αυτονόητη την διατήρηση σε ισχύ και τον απόλυτο σεβασμό των ανωτέρω ειδικών διατάξεων του άρθρου 103§1 του Νόμου 2071/1992 και μετά την ένταξη των νοσοκομείων του ΙΚΑ – ΕΤΑΜ στο ΕΣΥ. Με άλλα λόγια οι μαίες και οι μαιευτές του ΙΚΑ – ΕΤΑΜ, που θα ενταχθούν στο ΕΣΥ, θα δύνανται να προΐστανται μόνον σε μαιευτικά τμήματα. Οποιαδήποτε διαφορετική ρύθμιση ή πρόβλεψη θα αποτελεί αναγκαστικά ευθεία παραβίαση των προαναφερθεισών διατάξεων του Νόμου 2071/1992.
Περαιτέρω αξίζει να επισημανθεί, ότι το κριτήριο της προγενέστερης παροχής νοσηλευτικών υπηρεσιών επί οκτώ έτη είναι εντελώς ασαφές και αόριστο, δοθέντος ότι δεν διευκρινίζεται ο τρόπος απόδειξης της ως άνω υπηρεσίας, ενώ εξαιρετικό ενδιαφέρον παρουσιάζει και η ερμηνεία του όρου «νοσηλευτικές υπηρεσίες» εξ απόψεως περιεχομένου, ήτοι περιγραφής συγκεκριμένων πράξεων, οι οποίες κατά τα διδάγματα της επιστήμης, συνιστούν άσκηση της νοσηλευτικής επιστήμης και τέχνης.
Όλα τα ανωτέρω δημιουργούν ένα εξαιρετικά ασαφές πλαίσιο, που εγκυμονεί τον κίνδυνο μαζικής εισόδου στον κλάδο των νοσηλευτών υπαλλήλων, που ουδεμία σχέση έχουν με την νοσηλευτική.
Με άλλα λόγια διαρρηγνύεται η ενότητα και η απαιτούμενη ομοιομορφία ενός κλάδου εργαζομένων, επερχομένης ούτως της αναπόφευκτης σύγχυσης των επαγγελματικών δικαιωμάτων και υπηρεσιακών καθηκόντων των μελών του.
Πρόκειται, αναμφίβολα, για μια θλιβερή και συνάμα εξοργιστική εξέλιξη για την πολύπαθη νοσηλευτική, που δέχεται αλλεπάλληλα πλήγματα που την υποβαθμίζουν, αλλοιώνοντας τον χαρακτήρα των συστατικών στοιχείων ενός ολόκληρου κλάδου. Η ΕΝΕ, διαβλέποντας την ως άνω εξέλιξη μετά την ψήφιση του Νόμου 3918/2011, είχε ήδη αποστείλει προς την ηγεσία του Υπουργείου Υγείας σχετικό υπόμνημα, στο οποίο, προφανώς, δεν εδόθη η δέουσα βαρύτητα από το αρμόδιο Υπουργείο.
Η μοναδική οδός δικαίωσης για τον κλάδο και τις χιλιάδες των νοσηλευτών είναι η δικαστική οδός, στην οποία θα αναγκαστεί να προσφύγει η ΕΝΕ για την προάσπιση του αυτονόητου, ήτοι την διατήρηση του αμιγώς νοσηλευτικού χαρακτήρα του κλάδου.
Για το Διοικητικό Συμβούλιο της Ε.Ν.Ε.
Ο Πρόεδρος                                                    Ο Γεν. Γραμματέας
Δημήτρης Σκουτέλης                                              Αριστείδης Δάγλας