Είμαστε μια ωραία… ατμόσφαιρα στην ΕΕ!

Του Δημήτρη Γιαννακόπουλου

Δεν ξέρω αν το έχετε συνειδητοποιήσει, αλλά στην ΕΕ είμαστε μια ωραία …ατμόσφαιρα! Από κάτω βράζει το καζάνι, αλλά στις Συνόδους Κορυφής βασιλεύει η παραπολιτική και κυριαρχεί η υποκρισία. Για όλα αυτά είναι υπεύθυνο το κεντρικό ιδεολόγημα της ΕΕ, η περίφημη «conditionality». Είναι ο μηχανισμός προσαρμογής των μικρών ή αδύνατων κρατών-μελών της Ένωσης στην βούληση των ισχυρών, μέσω της θεσμικής μεταρρύθμισης που επικεντρώνεται στα δημοσιονομικά και στην λειτουργία της κοινής αγοράς. Λίγο αυθαίρετα, λίγο καιροσκοπικά, αλλά πάντως μέσω της νομιμοποίησης που προσφέρει η αριθμητική που ορίζει το ευρωπαϊκό κεκτημένο.

Διαβάζοντας προχθές το προσχέδιο των συμπερασμάτων της Συνόδου Κορυφής των «27», συμπέρανα ότι ο μόνιμος μηχανισμός σταθερότητας προνοεί κυρίως για την υποστήριξη της Ισπανίας και της Ιταλίας. Όμως, είπα να περιμένω το τελικό κείμενο για να βεβαιωθώ πώς διαμορφώνεται η νέα  «conditionality». Δυστυχώς το σημερινό κείμενο δεν οδηγεί σε ασφαλή συμπεράσματα, ενώ φανερώνει για άλλη μια φορά ότι το διακυβερνητικό μοντέλο υπάρχει για να νομιμοποιεί αποφάσεις που λαμβάνονται αλλού. Οι ηγέτες κατέληξαν σε μια συμφωνία επί των αρχών λειτουργίας του............. μόνιμου μηχανισμού σταθερότητας που θα τεθεί σε ισχύ από την 1η Ιανουαρίου 2013, μετά από μερική τροποποίηση της (νέας) συνθήκης της Λισαβόνας, δίχως στην πραγματικότητα να γνωρίζουν την ακριβή δομή και λειτουργία του. Με εικασίες και ευχολόγια επιχειρείται να αντιμετωπισθεί η ανάγκη δημοσιονομικής απορρόφησης της χρηματοπιστωτικής κρίσης. Υπερψήφισαν δηλαδή μια γενική  ιδέα, αποσκοπούσα στην συντήρηση του συστήματος και όχι σε έναν συγκεκριμένο μηχανισμό. Με άλλα λόγια, το μάθημα από την κρίση δεν κινείται προς την προοδευτική κατεύθυνση, αλλά προς μία ακόμη συντηρητικότερη.

Και σαν να μην έφτανε αυτό, φρόντισαν τη νέα «conditionality» να την απομακρύνουν από οποιαδήποτε λαϊκή εμπλοκή, μέσω της πρόνοιας ότι κάθε επιμέρους κυβέρνηση, θα επιλέξει τον τρόπο επικύρωσης της συνθήκης, χωρίς τη διεξαγωγή δημοψηφισμάτων. Κρίμα, διότι ο Έλληνας πρωθυπουργός είχε στο μυαλό του να προσφύγει στον λαό, αν δεν ικανοποιούσε το εθνικό μας συμφέρον ο μηχανισμός, τον οποίο όμως εμείς δεν θα έχουμε ανάγκη, καθώς μέχρι τότε η χώρα θα έχει επιστρέψει στις αγορές ! (Εγώ εδώ βάζω ένα θαυμαστικό, εσείς βάλτε όσα αντέχετε). Άσε που μέχρι τότε ο κ. Παπανδρέου ελπίζει να αλλάξουν οι αντιλήψεις και να εκδοθούν ευρωομόλογα, οπότε ο μηχανισμός θα είναι μάλλον άχρηστος!

Τότε γιατί είναι ευτυχής ο κ. Παπανδρέου γι’ αυτόν τον μηχανισμό; Διότι, επιτέλους η επιθυμία του έγινε πραγματικότητα: θεσμοθετείται ένας μόνιμος ευρωπαϊκός μηχανισμός, που εάν υπήρχε από την άνοιξη, η χώρα μας δεν θα βρισκόταν όμηρος των αγορών, του ΔΝΤ και των επιμέρους κοινοβουλίων των χωρών της ευρωζώνης. Θα σωθεί το ευρώ και οι τραπεζίτες θα μπορούν να ελπίζουν σε μεγαλύτερη μετάγγιση κρατικών πόρων στα ταμεία τους για να καλύψουν τις «τρύπες τους» και τα μολυσμένα χρηματοπιστωτικά προϊόντα του χαρτοφυλακίου τους.

Είδατε τι κατάφερα ως «λαγός», μοιάζει να υπερηφανεύεται ο πρωθυπουργός. Οι εταίροι μας μελέτησαν την εφαρμογή του «ελληνικού» μηχανισμού της τρόικας, είδαν τα αδιέξοδά του και κατάλαβαν αυτό που ακόμα ο κ. Παπανδρέου ισχυρίζεται ότι δεν έχει αντιληφθεί: ότι ο «ελληνικός» μηχανισμός για τον οποίο θριαμβολόγησε, αποσταθεροποιεί μεσοπρόθεσμα το ευρώ, πέραν του ότι απορυθμίζει απολύτως την θεσμική λειτουργία του κράτους. Αναζητούν, λοιπόν, μία λύση που μέσω προγραμμάτων λιτότητας θα περιορίζει παράλληλα την διόγκωση του χρέους σε αντίθεση με το ελληνικό παράδειγμα. Έτσι ελπίζεται το συνολικό ΑΕΠ της ευρωζώνης να διατηρηθεί υψηλότερο από το συνολικό χρέος, ώστε να μην χάσει την αξία του το ευρώ. Κατάλαβαν δηλαδή ότι ο «ελληνικός» μηχανισμός δεν προστατεύει το ευρώ αν η κρίση επεκταθεί, καθώς δεν αντιμετωπίζει το πρόβλημα του χρέους και πλέον περνά η ευθύνη στις κυβερνήσεις και στους δανειστές των κρατών, ώστε με ήπια αναδιάρθρωση του χρέους και εκμηδενισμό των ελλειμμάτων να μειωθούν οι πιέσεις των αγορών και η ζήτηση δανείων εκεί όπου δεν υπάρχει παραγωγική ανάπτυξη και ανταγωνιστική οικονομία. Ουσιαστικά ο μόνιμος μηχανισμός έχει εντελώς διαφορετική φύση από τον «ελληνικό». Αποσκοπεί στην μείωση του χρέους ως ποσοστού του ΑΕΠ και όχι στην διασφάλιση της τοκογλυφικής κερδοφορίας των επενδυτών ομολόγων. Οι τελευταίοι θα νοιώσουν ασφαλείς με την έννοια ότι αποκλείεται να χάσουν τα λεφτά τους, αν και δεν αποκλείεται να μειωθούν τα κέρδη τους. Και όλα αυτά σε επίπεδο αρχών. Η εξειδίκευση των μέτρων του μηχανισμού θα δείξει αν πράγματι αυτός ο στόχος ικανοποιείται και σε ποιο βαθμό, καθώς το ζήτημα είναι πολυσύνθετο και γενικότερο και δεν επιλύεται ασφαλώς αποκλειστικά με τέτοιους μηχανισμούς.

Ο μόνιμος μηχανισμός θα ενεργοποιείται «εάν είναι απαραίτητο», αλλά κανείς δεν γνωρίζει πώς ορίζεται αυτό το «απαραίτητο». Θα κρίνεται από την συγκυρία η οποία θα επαναπροσδιορίζει την «conditionality», δηλαδή στην πραγματικότητα, εάν ο μαθητής της αυστηρής δημοσιονομικής πειθαρχίας στην ευρωζώνη έχει επιδώσεις που δεν αμφισβητούν οι χρηματοπιστωτικές αγορές. Μα η αμφισβήτηση είναι συνάρτηση του χρέους ως προς το ΑΕΠ κάθε χώρας. Ακριβώς εκεί εστιάζει και ο μόνιμος μηχανισμός. Τα κράτη που δεν μπορούν να αναπτυχθούν οικονομικά μεγεθύνοντας το ΑΕΠ  τους και διατηρώντας παράλληλα χαμηλά το χρέος τους, θα μπαίνουν σε δημοσιονομική καραντίνα, η οποία με μικρή ή μεγαλύτερη εσωτερική υποτίμηση θα καταλήγει στον περιορισμό των δανειοληπτικών αναγκών. Αυτό θα «προστατεύει» τον λόγο του συνολικού χρέους της ΕΕ ως προς το συνολικό ΑΕΠ, άρα και την συνολική οικονομική εικόνα της ευρωζώνης, φτωχοποιώντας όσους εμφανίζουν ανταγωνισμό χαμηλότερο προφανώς από το μέσο ανταγωνιστικό επίπεδο που διαμορφώνεται συγκυριακά στην ευρωζώνη. Παράλληλα θα προστατεύεται η οικονομία των ισχυρών χωρών και θα σταθεροποιείται ο τραπεζικός τομέας ως σύνολο και όχι ως επιμέρους τράπεζες.

Με δύο λόγια, ο μόνιμος μηχανισμός έρχεται να απαντήσει με δημοσιονομικά μέσα στις χρηματοπιστωτικές πιέσεις που ασκούνται συνολικά στην ευρωζώνη. Είναι η απάντηση της Γερμανίας στις πιέσεις των ΗΠΑ και της χρηματοπιστωτικής ελίτ, επιτρέποντας στην «ατμομηχανή» της Ευρώπης να συνεχίσει να διατηρεί εμπορικό πλεόνασμα δίχως να μεγεθύνει την εσωτερική της αγορά και δίχως η ΕΚΤ να αυξάνει τα επιτόκια. Η αντιπληθωριστική πολιτική της παγκόσμιας διακυβέρνησης που οραματίζονται νεοφιλελεύθεροι και σοσιαλιστές του «τετάρτου δρόμου» σαν τον Γιώργο Παπανδρέου, οδηγεί τους Γερμανούς σε μία συντηρητική στροφή που θα στραγγαλίσει τις ευρωπαϊκές κοινωνίες, ιδιαίτερα εκείνες που δεν μπορούν να ανταπεξέλθουν στον παγκόσμιο ανταγωνισμό. Ο εκβιασμός των ΗΠΑ και των χρηματιστών προς την Γερμανία, οδηγεί στον εκβιασμό των Γερμανών, με την συμπαράσταση των  Γάλλων και των Βορείων, προς τις κυβερνήσεις και τους λαούς της ευρωζώνης, αλλά και ολόκληρης της ΕΕ, με μέτρα που κινούνται προς την ίδια κατεύθυνση με αυτήν του μόνιμου μηχανισμού, όπως για παράδειγμα το πάγωμα του προϋπολογισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τουλάχιστον μέχρι το 2020. Αν θέλετε ισχυρό ευρώ θα πρέπει να το πληρώσετε με φτωχοποίηση, στις χώρες όπου το δημόσιο χρέος τείνει να υπερβεί το ΑΕΠ, είναι το μήνυμα.

Έτσι καταλήγουμε οι μεν υπόλοιπες χώρες του ευρωπαϊκού νότου να βρίσκονται από εδώ και πέρα σε μια διαρκεί φάση «λιτότητας», εκλιπαρώντας παράλληλα για ιδιωτικές επενδύσεις από την Κίνα και την Γερμανία έως τις ΗΠΑ και τον Καναδά, ενώ η Ελλάδα θα βρίσκεται μπροστά σε αδιέξοδο με τον μηχανισμό στον οποίο την έμπλεξε η κυβέρνησή της. Εδώ επιτυχία θεωρείται το δημόσιο χρέος να μην υπερβεί το 165% του ΑΕΠ μετά την λήξη της ισχύος του «ελληνικού» μηχανισμού! Αντιλαμβάνεστε δηλαδή ότι για να ικανοποιήσει η χώρα τα κριτήρια της νέας «conditionality», δεν μπορεί παρά προηγουμένως να προχωρήσει σε σημαντική αναδιάρθρωση του χρέους της. Η διακυβέρνηση της τρόικας μεγέθυνε με άλλα λόγια, το πρόβλημα που οδήγησε στην κρίση δανεισμού της Ελλάδας, ενώ ο μόνιμος μηχανισμός που θα κατασκευαστεί στην ΕΕ, μοιάζει να κάνει ακόμα πιο επιτακτική την ανάγκη της αναδιάρθρωσης.

Ενώπιον αυτού του προβλήματος βρίσκεται αυτήν την στιγμή η χώρα, με μια αδύνατη κυβέρνηση, η οποία σοκάρεται η ίδια από την «θεραπεία σοκ» που επιχείρησε να επιβάλει στην ελληνική κοινωνία με την αμέριστη συμπαράσταση του καθεστώτος. Αντί, λοιπόν, ο κ. Παπανδρέου να εκφράζει την ικανοποίησή του για τον μόνιμο μηχανισμό και να συντηρεί την εντύπωση της … ωραίας ατμόσφαιρας στην ΕΕ, θα έπρεπε να καταλάβει ότι οι εταίροι μας τον «άδειασαν» κανονικά, αφήνοντάς τον μόνον να αντιμετωπίσει το πρόβλημα της κρίσης χρέους, που ο καιροσκοπισμός του και η απόλυτη έλλειψη διπλωματικότητας, αλλά ίσως και η εμπιστοσύνη που έδειξε στους ανθρώπους του «έξυπνου» χρήματος, τον οδήγησαν να προκαλέσει. Αφού εκφράζει ικανοποίηση για τον μόνιμο μηχανισμό θα έπρεπε να ντρέπεται για τον προσωρινό μηχανισμό που συνομολόγησε με την τρόικα. Εάν επιθυμούσε έναν μηχανισμό σαν και τον πρώτο θα έπρεπε να κερδίσει χρόνο αντί να βιασθεί να συγκρουστεί με το…παγόβουνο.

Κακός και άθλιος για τις επιμέρους ευρωπαϊκές κοινωνίες θα είναι ο μόνιμος μηχανισμός, αν μέχρι τότε δεν έχουν αλλάξει τόσα πολλά που θα τον καταστήσουν κενό οικονομικού περιεχομένου (πρακτικής εφαρμογής), αλλά αυτό δείχνει πόσο πιο άθλιος είναι ο «ελληνικός» μηχανισμός και πόσο επικίνδυνοι για τα  συμφέροντα της χώρας αυτοί που υπερψήφισαν στη βουλή το μνημόνιο. Βεβαίως ο κ. Παπανδρέου θα βρει τρόπο προσωπικής διαφυγής, όπως βρήκε και ο προκάτοχός του σε πολύ λιγότερο πιεστική κατάσταση μάλιστα, η χώρα όμως θα κληθεί να λάβει δραματικές αποφάσεις στον βαθμό που η ΕΕ πάψει να υποστηρίζει τον σημερινό μηχανισμό, καθώς πλέον η απομάκρυνση της Ελλάδας από την ευρωζώνη, μάλλον θα την ενδυνάμωνε παρά θα την εξασθενούσε με οικονομικά κριτήρια. Το ζήτημα είναι αν θα επικρατήσει η πολιτική προσέγγιση ή η στενά οικονομική. Και δυστυχώς πλέον αυτό δεν είναι ζήτημα της Ελλάδας. Είμαστε πολιτικά έξω από το παιχνίδι στην ΕΕ, και η κυβέρνηση αυτή δεν μπορεί να μας ξαναβάλει. Έχει χάσει κάθε διαπραγματευτικό χαρτί. Απαιτείται μια διαφορετική κυβέρνηση με ευρεία πολιτική νομιμοποίηση για να επαναεισαγάγει στην ΕΕ το ελληνικό πρόβλημα σε άλλη βάση. Όσο καθυστερεί να συμβεί αυτό, τόσο η χώρα θα περιθωριοποιείται.